Αντιξοότητες που αναστέλλουν και υπονομεύουν, σε ένα βαθμό, τη θετική προοπτική του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, εντοπίζει σε ανάλυσή της η S&P, παραμένει όμως θετικότερη, ως συνολική αίσθηση, τόσο από τη Moody’s όσο και από την Κομισιόν και το ΔΝΤ, για τον κλάδο.
Η S&P, αν και βλέπει τον αντίκτυπο της ευρύτερης κρίσης του κορονοϊού στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, εκτιμά ότι το αποτύπωμά του δεν θα πλήξει όλες τις πλευρές του επιχειρηματικού τους μοντέλου, αφήνοντας έτσι χαραμάδα αισιοδοξίας. Ο οίκος αξιολόγησης επισημαίνει ότι η πανδημία έβαλε φρένο στο θετικό οικονομικό μομέντουμ σε Ελλάδα και Κύπρο, ενώ σημειώνει ότι αντιμετωπίζει την τάση σε ότι αφορά τους κινδύνους ως «σταθερή» αντί για «θετική», χωρίς όμως να συνιστά αξιολόγηση.
Σε ότι αφορά την Ελλάδα, η S&P περιμένει ύφεση 9% φέτος και ανάκαμψη 5% το 2021. Το χτύπημα θα είναι ισχυρό καθώς ο κορωνοϊός χτυπά τον τουρισμό, το εμπόριο, τα ταξίδια και τον κατασκευαστικό κλάδο. Η πανδημία, σημειώνει, αύξησε τον κίνδυνο σημαντικής καθυστέρησης των σχεδίων των τραπεζών για την εκκαθάριση του ενεργητικού και την αποκατάσταση της κερδοφορίας. Τα NPEs ήταν περίπου 68 δισ. ευρώ στα τέλη του 2019 και στόχος ήταν να εκκαθαριστούν 30-35 δισ. εξ αυτών κατά τη διετία 2020-21, κυρίως μέσω πωλήσεων και τιτλοποιήσεων.
Περιμένει, επίσης, προσωρινή μείωση της ζήτησης για «κακό» ελληνικό χρέος καθώς η ύφεση στην Ευρώπη θα δοκιμάσει τη διάθεση δυνητικών αγοραστών προβληματικών χαρτοφυλακίων, καθώς και τις δυνατότητες ανάκτησης των ίδιων των τραπεζών. Εκτιμά δε ότι σε αυτό το περιβάλλον το σχέδιο Ηρακλής είναι απίθανο να επιταχύνει τον προσδοκώμενο ρυθμό διάθεσης προβληματικού ενεργητικού.
Η εκτίμηση της S&P τώρα είναι ότι ο συνολικός δείκτης NPEs του ελληνικού τραπεζικού συστήματος θα μειωθεί μόνο στο 35% ως τα τέλη του 2021 σε σχέση με τα πλάνα των τραπεζών που έβλεπαν αυτό το ποσοστό να επιτυγχάνεται στα τέλη της φετινής χρονιάς. Περιμένει ότι οι πιστωτικές ζημιές θα μείνουν κοντά στις 200 μονάδες βάσης κατά το 2020 και το 2021, με ή χωρίς εν τέλει πωλήσεις NPEs.
Στα ίδια συμπεράσματα καταλήγει και η Moody’s, ενώ δεν απέχουν πολύ η έκθεση της Κομισιόν και οι προβλέψεις του ΔΝΤ.
H S&P ωστόσο, διαφοροποιείται στο ζήτημα των καταθέσεων, επισημαίνοντας ότι εξακολουθούν να αυξάνονται παρά την πλήρη κατάργηση των capital controls, κάτι που αντανακλά την αυξημένη εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα, ενώ Κομισιόν και Moody’s αναμένουν μείωση και μάλιστα σημαντική.
Η έκθεση, αν και αναδεικνύει το επιδεινούμενο τοπίο, επισημαίνει τον περιοδικό χαρακτήρα της κάμψης αυτής, γεγονός που δημιουργεί παράλληλα προοπτικές επανάκαμψης και θα βοηθήσει στη διατήρηση ανοιχτών, των διαύλων επικοιωνίας με τους επενδυτές. Η S&P προβλέπει ότι η κερδοφορία θα παραμείνει αδύναμη και θα επιβραδύνει προσωρινά τις τράπεζες από την περαιτέρω διαφοροποίηση του προφίλ χρηματοδότησής τους με πιο μακροπρόθεσμο και οικονομικό τρόπο.
Επιπρόσθετα, σημειώνει η S&P η το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ύψους 750 δισ. ευρώ της ΕΚΤ, που ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2020, περιλαμβάνει και αγορές ελληνικού κυβερνητικού χρέους. Οι ελληνικές τράπεζες εξασφάλισαν πρόσβαση στις γραμμές χρηματοδότησης της κεντρικής τράπεζας με ελκυστικούς όρους: μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, οι ελληνικές τράπεζες αντικατέστησαν τον υφιστάμενο δανεισμό τους στη διατραπεζική με χρηματοδότηση της ΕΚΤ.