Δεν έχουμε ακόμα σταματήσει να μετράμε θύματα στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο Κόσμο φυσικά (ευτυχώς σε μας πολύ λιγότερα) και έχει ξεκινήσει η συζήτηση για τη νέα γενιά των κόκκινων δανείων που θα προκύψει λόγω της πανδημίας του COVID-19.
Του Γιάννη Ρουκά*
Ανά τον κόσμο, οι Κεντρικές Τράπεζες, προβληματίζονται για τον τρόπο αντιμετώπισης αυτών των δανείων που θα προκύψουν, ενώ είχαν αρχίσει να απαλλάσσονται από την προηγούμενη γενιά. Εμείς, εδώ στην Ελλάδα δε, ακόμα δεν είχαμε ξεκινήσει το σχέδιο ΗΡΑΚΛΗΣ και την ενεργητική λειτουργία τω Servicers που θα επέτρεπε την ελάφρυνση των Ισολογισμών των Ελληνικών Τραπεζών.
Παράλληλα, τo σχέδιο τιτλοποιήσεων κόκκινων δανείων έχει μείνει και αυτό λίγο πίσω.
Η δημιουργία μίας Bad Bank προτείνεται από αρκετούς, ως μια λύση αντιμετώπισης του προβλήματος. Υπάρχουν όμως και αρκετοί που υποστηρίζουν ότι αυτό θα επιβάρυνε τα κράτη αντίστοιχα. Βέβαια, το πρόβλημα αυτό θα μπορούσε να υπερκεράσει ένα ευρωπαϊκό σχήμα, υπό την αιγίδα της ΕΚΤ.
Παρακολουθώντας συζητήσεις (διαδικτυακές πια…), γνωστοί οικονομολόγοι, τραπεζικά στελέχη, αλλά και οι επικεφαλής των servicers, θεωρούν ότι θα έχουμε αύξηση των κόκκινων δανείων κοντά στο 15%, από τα 70δισ. που βρίσκονται σήμερα. Κάτι τέτοιο, όπως είναι προφανές, θα αποτελέσει de facto τροχοπέδη για την εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος της χώρας.
Όμως, έχουμε σκεφθεί ποτέ, ποιος είναι ο “πραγματικός” λογαριασμός στα κόκκινα δάνεια;
Τελικά, πόσος είναι ο λογαριασμός σε πραγματικό χρήμα; Πόσα, δηλαδή, λεφτά χρωστάνε οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά και πώς αυτά τα ποσά έχουν υπολογισθεί;
Δεν είναι λίγες οι φορές που επιχειρηματίες (και νοικοκυριά) διαμαρτύρονται για υπερκοστολόγηση των δανείων (πανωτόκια, όπως τα λέγαμε παλιά). Σε αρκετές περιπτώσεις, είτε μέσω απευθείας διαπραγματεύσεων, είτε μέσω δικαστηρίων οι δανειολήπτες, επιχειρήσεις και νοικοκυριά έχουν δικαιωθεί, με τις τράπεζες να αναθεωρούν τα δάνεια αυτά σημαντικά.
Οι αναπροσαρμογές αυτές, όμως, έχουν και αρκετές ακόμα παραμέτρους, οι οποίες δεν έχουν αξιολογηθεί ή έστω προβληθεί επαρκώς:
Πρώτον, οι τράπεζες έχοντας υπολογίσει τα κόκκινα αυτά δάνεια σε επίπεδα υψηλότερα των πραγματικών, έχουν σχηματίσει προβλέψεις και έχουν λάβει κεφαλαιακές ενισχύσεις, μεγαλύτερες από τις πραγματικές αυτές ζημιές που έχουν εγγράψει ή που δυνητικά θα μπορούσαν να επωμιστούν. Για τις τράπεζες αυτό είναι καλό, γιατί έχουν σχηματίσει απόθεμα που μπορούν να κάψουν σε άλλες περιστάσεις.
Ωστόσο, ο ιδιώτης και ο επιχειρηματίας έχουν πληρώσει άμεσα και έμμεσα (μέσω φόρων, ανακεφαλαιοποιήσεων) αυτό το απόθεμα, ενώ την κρίσιμη στιγμή δεν έχουν πρόσβαση σε δανεισμό, ούτε για κεφάλαιο κίνησης.
Είναι ζητήματα που έχουν τεθεί και στο παρελθόν, τώρα όμως φαίνεται ότι θα τα τεθούν μετ΄επιτάσεως, μιας και δεν υπάρχουν άλλοι να φορτωθούν τις ευθύνες της πανδημίας.
Για μας δε, τους παλιότερους, ακόμα υπάρχει στη μνήμη μας το θέμα με τα “πανωτόκια” και το κούρεμα τους.
Θα μου πείτε, έτσι ήταν η συμφωνία. Δηλαδή, εάν κάποιος δεν πληρώνει θα πρέπει να έχει την τιμωρία των τόκων υπερημερίας και φυσικά και την απειλή των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης. Όλα αυτά και γνωστά και σωστά, θα πω εγώ, για να υπάρχει και η “κουλτούρα πληρωμών” η οποία και έπαψε να υπάρχει ακόμα και από αυτούς που μπορούσαν να πληρώσουν την γνωστή εποχή του “δεν πληρώνω – δεν πληρώνω”. Έχουμε βέβαια και του περιβόητους “μη λογιστικοποιημένους” τόκους….
Εάν κάποιος μπορέσει να κάνει τελικά το”λογαριασμό” και υπολογίσει πόσα λεφτά έχει πληρώσει κάποιος από την πρώτη υπογραφή της σύμβασης δανειοδότησης με την εκάστοτε τράπεζά, μέχρι και σήμερα, και στη συνέχεια δει πόσα λεφτά απαιτούνται για να “ξεμπερδέψει” τώρα, ίσως βρεθεί μπροστά σε ένα, τουλάχιστον, παράξενο αποτέλεσμα.
Και δεν μιλάω φυσικά για τις περιπτώσεις των δανείων με ελβετικό φράγκο.
Υπάρχουν όμως και λύσεις, για την επιλογή των οποίων απαιτείται κεντρική πολιτική και ισχυρή βούληση.
Το κράτος, θα μπορούσε να παρέμβει και να συζητήσει με τις τράπεζες, τον υπολογισμό των δανείων με ένα μέσο επιτόκιο για να μην αδικηθεί κανείς. Λόγω των έκτακτων συνθηκών. Να βγει ο τελικός λογαριασμός και να γίνει αυτός απαιτητός για την ρύθμιση των δανείων.
Οι επενδυτές-Funds, ούτως ή άλλως,έχουν αγοράσει με discount τα πακέτα των δανείων. Άλλοτε μικρότερο, άλλοτε μεγαλύτερο, ανάλογα με τη σύνθεση του πακέτου που αγόρασαν. Δεν θα είχαν αντίρρηση, εκτιμώ, εάν μάλιστα το παραπάνω μέτρο έφερνε πιο κοντά εισπράξεις για αυτούς.
Τα υπόλοιπα κόκκινα δάνεια, είτε στον “ΗΡΑΚΛΗ” είτε στις Τράπεζες ακόμα, θα υπολογισθούν έτσι και αυτά.
Ας υποθέσουμε λοιπόν, ότι κάποιος έχει μάλιστα και περιουσία, που ακόμα και αυτή την εποχή, υπερβαίνει σε αξία το σύνολο των δανειακών του υποχρεώσεων με το νέο υπολογισμό. Θα μπορούσε με τη σύμφωνη γνώμη του, μέσω ενός εξωδικαστικού συμβιβασμού, να διαπραγματευθεί, την ρευστοποίηση μέρους της περιουσίας του και να καλύψει το “πραγματικό” του χρέος, να ξοφλήσει, να του μείνει μάλιστα και περιουσία να πορευθεί επαγγελματικά, καθαρός πια στο μέλλον.
Σε άλλη περίπτωση, εάν δεν φτάνει η περιουσία του, ή εάν δεν έχει περιουσία, να κάνει χρήση του νέου Πτωχευτικού Νόμου όταν αυτός ισχύσει και να κάνει μία νέα αρχή, χωρίς περιουσία μεν, καθαρός όμως, με εφόδια την ικανότητά του και ίσως την εμπιστοσύνη της Αγοράς.
Για τους “πονηρούς” βέβαια της παρέας, του γνωστούς “στρατηγικούς κακοπληρωτές”, κανένα έλεος, διότι μολύνουν τον ανταγωνισμό και συνήθως είναι και αυτοί που δεν αποτελούν και πρότυπο εργοδότη. Στις παραπάνω περιπτώσεις, δεν υφίσταται πια και ο περιβόητος “¨ηθικός κίνδυνος” του να αισθανθούν παράξενα όσοι εν μέσω κρίσης, μπορούν και καλύπτουν τις υποχρεώσεις τους. Διότι, οι οφειλέτες θα αναγκαστούν να απωλέσουν περιουσιακά στοιχεία για να απεμπλακούν.
Σε κάθε περίπτωση, η εποχή απαιτεί λύσεις out of the box. Λύσεις, οι οποίες θα είναι εστιασμένες στη λύση και όχι στην τιμωρία.
Θα πει ρωτήσει κανείς, εάν αυτού του είδους λύσεις είναι “τεχνικά” εφικτές. Θεωρώ, ότι πάλι λόγω πανδημίας και του τσουνάμι που θα ακολουθήσει, ο ρεαλισμός είναι αυτό που θα πρέπει να μας οδηγεί.
Έτσι και οι πιστωτές θα πάρουν τα λεφτά τους, όπως και οι επενδυτές όπως ονομάζονται από τους servicers τα Funds, η Αγορά θα καθαρίσει από τα διάφορα ζόμπι που στερούν την πιο οικονομική ρευστότητα που τόσο ανάγκη έχει.
Οι extreme καταστάσεις απαιτούν extreme λύσεις.
* Οικονομολόγος,
Πρόεδρος Ελληνικού Ινστιτούτου Οικονομικής Διοίκησης,
ΕΕΔΕ – Μακεδονίας.