Επαρκή δημοσιονομικά “μαξιλάρια” για την αντιμετώπιση των προβλημάτων από την υγειονομική κρίση του κορονοϊού και τη συνεπακόλουθη οικονομική κρίση, διαθέτει η Ελλάδα σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης S&P, ο οποίος αποφάσισε την υποβάθμιση των προοπτικών σε “σταθερές” από “θετικές”, διατήρησε όμως το αξιόχρεο στο ΒΒ-.
Σε διατήρηση της πιστοληπτικής αξιολόγησης ΒΒ- για το ελληνικό αξιόχρεο προχώρησε η Standard and Poor’s, υποβαθμίζοντας ωστόσο το outlook σε σταθερό από θετικό λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας.
Ο οίκος σημειώνει ότι οι ελληνικές αρχές έχουν πετύχει πρώιμες νίκες στη σταθεροποίηση των κρουσμάτων και των θυμάτων της covid 19. Ωστόσο, η οικονομία αναμένεται να εμφανίσει ύφεση περίπου 9% φέτος, λόγω των αρνητικών επιπτώσεων απο την υγειονομική κρίση, προτού ανακάμψει το 2021.
Ωστόσο, εκτιμά ότι η κυβέρνηση έχει επαρκή «μαξιλάρια» για να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις στην οικονομία και τον προϋπολογισμό από την κρίση, στηρίζοντας το ελληνικό αξιόχρεο. Ως εκ τούτου, διατηρεί την αξιολόγηση ΒΒ-.
Η απόφαση της S&P έρχεται 24 ώρες μετά την Fitch που επίσης υποβάθμισε τις προοπτικές σε σταθερές διατηρώντας την αξιολόγηση σταθερή. Νωρίτερα σε σταθερές υποβάθμισε της προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και ο καναδικός οίκος DBRS, αντανακλώντας την αυξημένη αβεβαιότητα για την αναπτυξιακή δυναμική.
Η S&P, στην έκθεσή της υιοθετεί πιο απαισιόδοξο σενάριο από αυτό της Τράπεζας της Ελλάδας και του υπουργείου Οικονομικών και οριακά καλύτερο από αυτό του ΔΝΤ. Σύμφωνα με τον οίκο η κατάσταση που δημιουργείται οδηγεί σε συρρίκνωση της οικονομίας κατά 9,2%, εκτόξευση της ανεργίας στο 21,7%, μείωση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, σχεδόν 30%, σε επίπεδα χαμηλότερα του 2015(!).
Μεγαλύτερο προβληματισμό προκαλούν, ωστόσο, οι προβλέψεις σε δημοσιονομικό επίπεδο, όπου ο οίκος αναφέρεται σε πρωτογενές έλλειμμα 4,8%, έλλειμμα του προϋπολογισμού 7,7% και καταβαράθρωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, λόγω της πλήρους -σχεδόν- αναστολής του τουρισμού.
Ο οίκος επισημαίνει ότι θα μπορούσε να υποβαθμίσει το ελληνικό rating εάν η πορεία του ΑΕΠ είναι χειρότερη των προβλέψεων, ενώ ενδεχόμενη αναβάθμιση εξαρτάται από την διάρκεια των επιπτώσεων της πανδημίας στην ελληνική οικονομία. Ωστόσο, αίσθηση προκαλεί η πρόβλεψη για κάμψη των καταθέσεων κατά 50%, ως από τα τρέχοντα επίπεδα, ως προς το ΑΕΠ. Μια τέτοια εξέλιξη ακόμα και υπό συνθήκες ευελιξίας αναμένεται να προκαλέσει κλυδωνισμούς στις τράπεζες και παρεμβάσεις των εποπτικών αρχών.
Το σκεπτικό
Η υποβάθμιση των προοπτικών αντανακλά την προσδοκία για σημαντική επιδείνωση των επιδόσεων τόσο στην οικονομία όσο και στον προϋπολογισμό λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας της covid 19 και των μέτρων που έχουν ληφθεί.
Η αξιολόγηση διατηρείται ΒΒ- καθώς, με βάση τις τρέχουσες προβλέψεις, αναμένεται ανάκαμψη το 2021, πρόβλεψη που παραμένει όμως με “αστερίσκο”. Αυτό οφείλεται και στα σημαντικά “μαξιλάρια” ρευστότητας που έχει αφήσει παρακαταθήκη η προηγούμενη κυβέρνηση, τη διατήρηση σημαντικού ύψους ρευστότητας, του ευνοϊκού μείγματος του χρέους αλλά και των πρόσφατων κινήσεων της ΕΚΤ.
Σε όρους ωρίμανσης και μέσου επιτοκιακού κόστους, η Ελλάδα έχει ένα από τα πιο ευνοϊκά προφίλ από τις χώρες που καλύπτουμε, σημειώνει, ενώ προβλέπει ότι μετά από ισχυρή άνοδο το 202, το χρέος γενικής κυβέρνησης αλλά και ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ θα υποχωρήσει από το 2021, με στήριξη από την ανάκαμψη της οικονομίας και την τροχιά σύγκλισης στον προϋπολογισμό.
Στην έκθεση γίνεται περιορισμένη αναφορά στις τράπεζες, με τους αναλυτές να επισημαίνουν ότι η κρίση του COVID-19 περιπλέκει τη διαδικασία μείωσης των NPE’s. Η προσέγγιση αυτή, είναι ενδεικτική της αβεβαιότητας που επικρατεί για τον “Ηρακλή” και τα άλλα σχέδια που βρίσκονται επί τάπητος.
Νωχελική ανάκαμψη
Η S&P προβλέπει επιστροφή της ελληνικής οικονομίας σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης το 2021, επισημαίνοντας όμως, ότι η δυναμική της οποίας θα εξαρτηθεί μεταξύ άλλων και από την πιθανή λήξη της υγειονομικής κρίσης και την αποκατάσταση των τουριστικών ροών.
Την επόμενη τριετία, η ανάπτυξη στην Ελλάδα αναμένεται να ξεπεράσει το μέσο όρο της Ευρωζώνης. Επίσης, η ανάπτυξη αναμένεται ισορροπημένη μεταξύ εγχώριας ζήτησης και εξαγωγών. Στο πλαίσιο αυτό, αναμένει υψηλότερη ιδιωτική κατανάλωση εν μέσω αύξησης των ποσοστών απασχόλησης, μετά την υποχώρηση του 2020. Τα δημοσιονομικά μέτρα που προβλέπονται στον προϋπολογισμό για μείωση του φόρου στα χαμηλά εισοδήματα και του ΕΝΦΙΑ θα στηρίξουν τα διαθέσιμα εισοδήματα των νοικοκυριών.
Μετά την υποχώρηση του 2020 λόγω του παγώματος της οικονομικής δραστηριότητας, αναμένεται αύξηση και των επενδύσεων, με έμφαση στις άμεσες ξένες επενδύσεις, καθώς η ελληνική κυβέρνηση εμμένει στο πλάνο ιδιωτικοποιήσεων.
Σύμφωνα με τους αναλυτές του οίκου, κλειδί για την ταχύτερη οικονομική ανάκαμψη, είναι η μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΝΡΕ’s) που μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των χορηγήσων στον ιδιωτικό τομέα. Στην έκθεση δεν γίνεται αναφορά στην πορεία υλοποίησης του “Ηρακλή” και άλλων εργαλείων που συζητώνται.
Η έκθεση αναφέρεται στις πρωτοβουλίες που έχει προαναγγείλει η νέα κυβέρνηση για την ενίσχυση των επιχειρήσεων και ιδιαίτερα στην απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και τη μείωση της γραφειοκρατίας.
Μέτρα στήριξης
Το πακέτο μέτρων στήριξης που έχει ανακοινώσει η Αθήνα εκτιμάται περίπου στα 15 δισ. ευρώ (7,5% του ΑΕΠ του 2019) ενώ εξετάζει πρόσθετα προσωρινά μέτρα, που θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν μείωση του ΦΠΑ και της προκαταβολής φόρου. Απουσία τέτοιας δημοσιονομικής αντίδρασης θα μπορούσε να οδηγήσει σε σημαντική περαιτέρω υποχώρηση του ΑΕΠ, με φερέγγυες εταιρίες να βάζουν λουκέτο, επιδεινώνοντας την παραγωγική βάση της ελληνικής οικονομίας, υπογραμμίζει.
Εκτός από τα μέτρα για τον μετριασμό του αντίκτυπου του COVID-19, ο προϋπολογισμός του 2020 περιελάμβανε μια σειρά μέτρων για τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης για την οικονομία. Εκτός από τη μείωση του συντελεστή φόρου ιδιοκτησίας, ο προϋπολογισμός μείωσε τον βασικό συντελεστή φόρου = εισοδήματος προσωπικού σε 9% από 22%, τον συντελεστή φόρου εισοδήματος εταιρειών σε 24% από 28% και τον συντελεστή φόρου μερισμάτων σε 5% από 10%.
Επίσης, ανέστειλε τον ΦΠΑ σε νέα κτίρια και τον φόρο επί των κερδών κεφαλαίου ιδιοκτησίας για τρία χρόνια, καθώς και τη μείωση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες έως το 2023, μεταξύ άλλων μέτρων. Αυτή η φορολογική απαλλαγή αναμενόταν να αντισταθμιστεί από τα έσοδα και τις δαπάνες, συμπεριλαμβανομένης της αυξημένης είσπραξης φόρων από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής μέσω της ενίσχυσης των ηλεκτρονικών συναλλαγών και της επανεκτίμησης της φορολογικής βάσης ακινήτων.
Η έκθεση της S&P
[embeddoc url=”http://crisismonitor.gr/wp-content/uploads/2020/04/Standard-Poors-_-Americas.pdf” download=”none”]