Ενώ η συζήτηση για την άρση των περιοριστικών μέτρων έχει ήδη ανοίξει και τα διαθέσιμα του Δημοσίου εξαντλούνται, οι πολίτες ετοιμάζονται να βγουν έξω σε ένα κόσμο ριζικά διαφορετικό από αυτόν που άφησαν όταν κλείστηκαν μέσα στα σπίτια τους. Αναλυτές προβλέπουν κοινωνικές αναταραχές, ενώ μελέτες συσχετίζουν την αύξηση της ανεργίας με έκρηξη των αυτοκτονιών, σκιαγραφώντας ένα νέο -deja vu- τοπίο σε κοινωνία και οικονομία.
Η κατάσταση της κοινωνίας ετεροπροσδιορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την πορεία της οικονομίας, η οποία επιστρέφει με ταχείς ρυθμούς στα επίπεδα του 2010 -ενδεχομένως και χαμηλότερα- σε όρους απασχόλησης και κλίματος. Οι προοπτικές, όπως αυτές αποτυπώνεται στις πρώιμες προβλέψεις του ΔΝΤ και άλλων οργανισμών δεν αφήνουν ιδιαίτερα περιθώρια αισιοδοξίας, παρά την αισιοδοξία που επιχείρησε να διαχύσει, με το διάγγελμά του, ο Έλληνας πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης. Το ΔΝΤ προβλέπει την ύφεση στο 10% το τρέχον έτος και την ανάπτυξη το 2021 στο 5,8%. Πιο ζοφερές είναι οι προβλέψεις για την ανεργία.
Καθώς, όμως, το σκηνικό ανατρέπεται, τα κόμματα καλούνται επίσης να επαναπροσδιορίσουν το στίγμα τους, έτσι ώστε να μπορέσουν να εκφράσουν κοινωνικές συσπειρώσεις, πριν αυτές αναζητήσουν έκφραση σε εξωσυστημικά μορφώματα.
Ο ρατσισμός, η ξενοφοβία, η συνωμοσιολογία και η υπερεξάρτηση από τα social media, αποτελούν μερικές μόνο από τις συνέπειες της κοινωνικής απομάκρυνσης, που αποτελεσματικά εφαρμόζεται στην Ελλάδα αυτό το διάστημα. Οι κλυδωνισμοί και οι συνέπειες του lockdown, θα συναντήσουν σε μηδενικό χρόνο το σοκ της ανέχειας και της διάψευσης των προσδοκιών, δημιουργώντας ένα απρόβλεπτα εκρηκτικό και απόλυτα ασταθές μίγμα.
“Οι πιο σκοτεινές γωνιές στην Κόλαση είναι φυλαγμένες για εκείνους που διατηρούν την ουδετερότητά τους σε εποχές ηθικής κρίσης”
Δάντης Αλιγκέρι
Η Ευρώπη, μέχρι στιγμής, έχει δείξει ανεπάρκεια, αδυναμία και διαλυτική εσωστρέφεια, με τους Ιταλούς πρώτα, τους Ισπανούς μετά και τους Γάλλους εσχάτως να προειδοποιούν για τον ζωτικό κίνδυνο που διατρέχει από τη μη-επίδειξη αλληλεγγύης.
Το δίλημμα Μητσοτάκη-Τσίπρα
Τα κόμματα, θα πρέπει να είναι έτοιμα να δώσουν απαντήσεις, λύσεις και προοπτική σε μια συγκλονισμένη κοινωνία. Ενδεχόμενη αποτυχία των πολιτικών σχηματισμών και των ίδιων των ηγετών να αφουγκραστούν την κοινωνία θα σημάνει αυτόματα την κατάρρευση των κοινωνικών τους ερεισμάτων, με ρυθμό που δεν έχει συμβεί στο παρελθόν. Η άνοδος λαϊκιστικών και ακροδεξιών σχηματισμών είναι η επίμονη απειλή που καραδοκεί.
Το σκηνικό αυτό έχουν αρχίσει ήδη να αντιλαμβάνονται τα πολιτικά επιτελεία των μεγάλων αλλά και των μικρότερων κομμάτων και αντιδρούν, επιχειρώντας να εκφέρουν συνεκτικό αλλά και διαφοροποιημένο πολιτικό λόγο. Έτσι, από τη σύμπνοια ή τη σιωπηρή συναίνεση για τα μέτρα του lockdown, της κοινωνικής αποστασιοποίησης και την ενίσχυση του ΕΣΥ, τώρα τα κόμματα καλούνται να διαμορφώσουν νέα οικονομικά προγράμματα.
Τόσο ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όμως, όσο και ο Αλέξης Τσίπρας, είχαν θέσει τα κόμματά τους σε τροχιά μετάλλαξης. Από τη μια πλευρά η Νέα Δημοκρατία βρισκόταν σε διαδικασία απομάκρυνσης από τον σκληρό πυρήνα της λαϊκής Δεξιάς και των “Σαμαρικών-μακεδονομάχων”. Από την άλλη πλευρά, η υγειονομική κρίση βρήκε τον ΣΥΡΙΖΑ να επιζητεί ενεργητικά τον εμπλουτισμό του στελεχιακού του δυναμικού, στο πλαίσιο της άμβλυνσης του πολιτικού προφίλ και λόγου, κινούμενος στη λογική της συνάντησης της κομματικής δομής με την εκλογική βάση, περιορίζοντας το ρόλο της “ριζοσπαστικής” Αριστεράς των 53+.
Οι πρώτες κινήσεις
Ήδη από τη Νέα Δημοκρατία διαρρέονται, και εν συνεχεία διαψεύδονται, σενάρια εκλογών, ενώ παράλληλα διεξάγονται δημοσκοπήσεις με στόχο να επισημάνουν την αποδοχή του Κυριάκου Μητσοτάκη, των μέτρων και της γενικότερης πολιτικής διαχείρισης της κρίσης του κορονοϊού. Οι κινήσεις αυτές, όμως, σε αυτή τη φάση καταδεικνύουν μια ιδιαίτερα αγχώδη προσπάθεια κεφαλαιοποίησης, η οποία εγείρει ερωτηματικά για τα σχέδια της επόμενης ημέρας και αφήνει να διαφανεί μια ενδεχόμενη κρίση ανασφάλειας του πρωθυπουργού ή του επιτελείου του.
Ο Αλέξης Τσίπρας, από την άλλη πλευρά, μετά από παρατεταμένη σιωπή, δείχνει έτοιμος για νέα πολιτική στροφή, καθώς χρησιμοποιεί τα οικονομικά και τον Ευκλείδη Τσακαλώτο για τις πρώτες τροχιοδεικτικές βολές προς την κυβέρνηση. Η επιλογή προσώπου και θέματος, τη στιγμή που θα μπορούσε να επενδύσει στον Ραγκούση και τα θέματα διαχείρισης των μέτρων, ή ακόμα και σε λιγότερο “βαρύ” πολιτικό προσωπικό όπως ο Αλέξανδρος Χαρίτσης, ή η Έφη Αχτσιόγλου, που εντάσσονται στην προεδρική ομάδα και έχουν λιγότερες γωνίες με τους νεοεισερχόμενους “πασοκογενείς” -κεντρώους, αποτελεί ένδειξη διάθεσης αναθεώρησης του πολιτικού προσανατολισμού.
Πλέον, αμφότεροι οι ηγέτες θα αναζητήσουν νέα κοινωνικά ερείσματα και συνεπώς μοχλούς, διόδους και αφήγημα που θα τους κρατήσει σε επαφή με τη μεταβαλλόμενη κοινωνία. Η επόμενη ημέρα δεν είναι εύκολη, αλλά μπορεί να γίνει διαχειρίσιμη.
Πλέον, η δυναμική που δημιουργούσε πολιτικά η μειούμενη ανεργία και η ανάγκη πολιτικής σταθερότητας για τη βελτίωση της προβλεψιμότητας αντικαθίσταται από την συγκλονιστική πρόσκρουση στο έδαφος κατά τη διάρκεια της… απογείωσης. Το αδύνατο δίλημμα “θάνατος ή ύφεση” και οι συνωμοσιολογικές θεωρίες θα κατευθύνουν την πραγματικότητα η οποία διαμορφώνεται πίσω από κλειστές πόρτες και μέσα από την καταλυτική επίδραση media και social media.
Η κοινωνική αλληλεγγύη και η μεγέθυνση του κράτους θα αποτελέσουν αναπόφευκτα τον ιστό της επόμενης ημέρας. Η αποτελεσματικότητα, το εύρος και η εξισορρόπηση των εντεινόμενων ανισοτήτων θα λειτουργήσουν καταλυτικά στην σφυρηλάτηση του κοινωνικού υποσυνείδητου.
“Ο κορονοϊός φέρεται σε όλους το ίδιο”
Στις 11 Απριλίου σε άρθρο το Bloomberg πήρε θέση για την επόμενη ημέρα του κορονοϊού. Πως το έκανε αυτό; Με άρθρο του Andreas Kluth, μέλους της συντακτικού του συμβουλίου, πρώην επικεφαλής της Handelsblatt Gloibal και αρθρογράφου του Ecnonomist.
Ο Andreas Kluth, αφού αναίρεσε το κλισέ ότι “ο κορονοϊός φέρεται σε όλους το ίδιο”, επισήμανε ότι η υγειονομική και η συνεπακόλουθη οικονομική κρίση αναδεικνύουν χρόνιες παθογένειες του συστήματος, πλήττουν κυρίως και με σφοδρότητα τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα, οξύνοντας ανισότητες.
Το άμεσο αποτέλεσμα του Covid-19 είναι να μετριάσει τις περισσότερες μορφές αναταραχής, καθώς τόσο οι δημοκρατικές όσο και οι αυταρχικές κυβερνήσεις αναγκάζουν τους πληθυσμούς τους σε lockdown, που εμποδίζουν τους ανθρώπους να βγουν στους δρόμους ή να συγκεντρώνονται σε ομάδες. Όμως πίσω από τις πόρτες των νοικοκυριών σε καραντίνα, στις γραμμές των συσσιτίων κουζινών, στις φυλακές και τις φτωχογειτονιές και τα καμπ των προσφύγων – όπου ο κόσμος ήταν πεινασμένος, άρρωστος και ανήσυχος ακόμη και πριν από το ξέσπασμα – συσσωρεύονται τραγωδίες και τραύματα. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αυτές οι πιέσεις θα εκραγούν.
αναφέρει επί λέξη στο άρθρο του ο Kluth,
ενώ καταλήγοντας επισημαίνει:
Σε αυτό το πλαίσιο, θα ήταν αφελές να σκεφτούμε ότι, μόλις τελειώσει αυτή η υγειονομική κατάσταση έκτακτης ανάγκης, είτε μεμονωμένες χώρες είτε ο κόσμος μπορούν να συνεχίσουν όπως πριν. Ο θυμός και η πικρία θα βρουν νέους εκφραστές. Οι πρώτες αντιδράσεις καταγράφονται στη Βραζιλία όπου εκατομμύρια Βραζιλιάνοι χτυπούν γλάστρες και τηγάνια από τα παράθυρά τους για να διαμαρτυρηθούν εναντίον της κυβέρνησής τους, ενώ στον Λίβανο σημειώνονται δραματικά επεισόδια στις υπερπλήρεις φυλακές.
Με την πάροδο του χρόνου, αυτά τα πάθη θα μπορούσαν να γίνουν νέα λαϊκιστικά ή ριζοσπαστικά κινήματα, με πρόθεση να παραμερίσουν ό, τι άλλο πρωτύτερο καθεστώς, που πλέον χαρακτηρίζεται ως εχθρικό. Η μεγάλη πανδημία του 2020 είναι επομένως τελεσίγραφο για όσους από εμάς απορρίπτουμε τον λαϊκισμό. Απαιτεί να σκεφτόμαστε πιο σκληρά και πιο τολμηρά, αλλά ακόμα ρεαλιστικά, για τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, συμπεριλαμβανομένης της ανισότητας. Είναι μια κλήση αφύπνισης σε όλους που ελπίζουν όχι μόνο να επιβιώσουν από τον κορονοϊό, αλλά να επιβιώσουν σε έναν κόσμο που αξίζει να ζήσουν.
Τα λόγια του Kluth, όμως δεν είναι η μόνη προειδοποίηση από τα mainstream media. Ο Economist είχε προηγηθεί όταν στις 4 Απριλίου δημοσίευε θέμα “Οι σκληρές επιλογές που αντιμετωπίζουν οι επικεφαλής χάραξης πολιτικής για τον κορονοϊό”.
Στο θέμα, γίνεται σαφής αναφορά και από στατιστικής άποψης στις επιπτώσεις της αύξησης της ανεργίας, αν και επισημαίνεται ότι η νέα κρίση του covid-19 διαφοροποιεί ουσιωδώς τα δεδομένα.
Ωστόσο, στατιστικά, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύει ο Economist, κάθε μία ποσοστιαία μονάδα αύξησης της ανεργίας, στην Ευρώπη, ακολουθείται από 0,76% αύξηση των αυτοκτονιών. Βέβαια, καταγράφεται αντίστοιχη μείωση σε θανάτους από τροχαία και άλλες αιτίες, διατηρώντας το ισοζύγιο, σχετικά, αμετάβλητο. Το κλίμα όμως επιδεινώνεται πολλαπλασιαστικά, όταν οι θάνατοι είναι αποτέλεσμα αυτοκτονιών, ενώ το πεδίο καθίσταται πολύ πιο πρόσφορο για την εκδήλωση κοινωνικών αναταραχών και οι άνθρωποι ευεπίφοροι σε ριζοσπαστικοποίηση.