Κεφάλαια 2 δισ. με επιτόκιο 2,02% άντλησε τελικά η Ελλάδα από τις αγορές, με το 7ετές ομόλογο που εξέδωσε σήμερα ο ΟΔΔΗΧ, με τη διαδικασία του bookbuilding, με στόχο να βελτιώσει τη ρευστότητα της κυβέρνηση ώστε να μην απαιτηθεί άμεση προσφυγή στο “μαξιλάρι” στην γραμμή παροχής ρευστότητας ECCL του ESM.
Στην ουσία, η ελληνική κυβέρνηση αγοράζει πολιτικό χρόνο, με τη βοήθεια της ΕΚΤ, η οποία θα απορροφήσει τελικά τα ομόλογα, μέσω των δύο προγραμμάτων παροχής ρευστότητας και ποσοτικής χαλάρωσης που έχει ενεργοποιήσει.
Τα κεφάλαια αυτά αποτελούν τον “αναπνευστήρα” της ελληνικής κυβέρνησης η οποία έχει εξαγγείλει παροχές που αν και καλύπτονται από τον γενικό κανόνα της αυξημένης “ευελιξίας” που εισήγαγε η Κομισιόν, αναστέλλοντας την εφαρμογή του συμφώνου σταθερότητας, εν τούτοις θα αποτελέσουν πρόβλημα στην επόμενη -από την υγειονομική κρίση- ημέρα.
Ο εκτροχιασμός της ελληνικής οικονομίας έχει αρχίσει να καταγράφεται σε αναπτυξιακούς όρους από το τελευταίο τρίμηνο του 2019 και σε δημοσιονομικό επίπεδο από τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους, ενώ τα μοντέλα του ΔΝΤ προβλέπουν ύφεση 10%, λόγω του μεγάλου συντελεστή βαρύτητας του τουρισμού.
Το ομόλογο
Σε αυτή τη φάση η ελληνική κυβέρνηση πέτυχε να αντλήσει ρευστότητα, διασφαλίζοντας την ταμειακή “ηρεμία” του δημοσίου, χωρίς να χρειαστεί, άμεσα, η προσφυγή στο κεφαλαιακό μαξιλάρι των 20-37 δισ., εκ των οποίων άμεσα διαθέσιμα είναι περίπου 4 δισ. Κάθε συζήτηση για το “μαξιλάρι” ισοδυναμεί με προσφυγή στην ECCL, με βάση τη ρητορική του Eurogroup και τα σημεία που έχουν παραμείνει θολά…
Με τον τρόπο αυτό η ελληνική κυβέρνηση προσδοκά σε καλύτερο αποτέλεσμα στις επικείμενες διαπραγματεύσεις στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ώστε να της επιτραπεί η αλλαγή χρήσης των διαθεσίμων, σενάριο που είχε απορριφθεί σε τεχνικό επίπεδο.
Πολιτικά, πάντως, η έκδοση ομολόγου αποτελεί επιτυχία του Γιάννη Στουρνάρα και όχι του ΟΔΔΗΧ, δεδομένου ότι για να μπορέσει η Ελλάδα να βγει στις αγορές προϋπόθεση ήταν να συμπεριληφθεί στα προγράμματα στήριξης της ΕΚΤ.
Ακόμα όμως και έτσι, η διεύρυνση των spreads και η άνοδος των CDS εμπλουτίζουν και διαφοροποιούν ουσιωδώς την εικόνα, συγκριτικά με τη “ρηχή” προσέγγιση της καμπύλης αποδόσεων, η οποία επίσης οξύνεται, αντί να λειαίνεται.