Πολλά περιστατικά αποτροπής διέλευσης σημειώθηκαν τη νύχτα στον Έβρο, ενώ η τουρκική ακτοφυλακή δεν ανταποκρίνεται στα σήματα αποτροπής από την Ελλάδα, προκειμένου να ανασχέσει εγκαίρως τις ροές μεταναστών, ανακοίνωσαν οι υπουργοί Εθνικής Άμυνας και Ναυτιλίας της Ελλάδας, καταδεικνύοντας με σαφήνεια τη στάση της Άγκυρας και προϊδεάζοντας για τις διαστάσεις που πολύ σύντομα μπορεί να λάβει το ζήτημα.
Αν και η κατάσταση είναι κρίσιμη και η προοπτική ραγδαίας επιδείνωσης υπαρκτή, πρέπει να σημειωθεί ότι η στάση της Τουρκίας δεν συνιστά, ακόμα, ουσιαστική παραβίαση της Συμφωνίας με την ΕΕ, καθώς τα τουρκικά camp συνεχίζουν να λειτουργούν, η ασφάλεια και οι συνθήκες διαβίωσης διασφαλίζονται και 3,5 εκατ. άνθρωποι ζουν σε συνθήκες προσωρινής φιλοξενίας.
Αυτό που συνέβη τώρα και είναι πρωτοφανές, ακόμα και για την Τουρκία, είναι η απροκάλυπτη εργαλειοποίηση του προσφυγικού, η άμεση συσχέτισή του με τις εξελίξεις στην Ιντλίμπ και η εκμετάλλευση τακτικών υβριδικού πολέμου, όπως αυτές ξεδιπλώνονται μέσω της υπερπροβολής από τα media, της πορείας των μεταναστών προς τα ελληνικά σύνορα και του κλίματος που αυτά δημιουργούν στην κοινωνία. Ο καταιγισμός των εξελίξεων και ο βομβαρδισμός ειδήσεων από τουρκικά, διεθνή και ελληνικά media δημιουργούν αυτό που αποκαλείται “tunnel vision” περιορίζοντας το οπτικό πεδίο στο άμεσα ορατό, ενώ το κλίμα έντασης αναγκάζει την κοινή γνώμη να ακολουθήσει τον ρυθμό, δημιουργώντας συνθήκες κατευθυνόμενης και ελεγχόμενης έντασης.
Βέβαια, η Τουρκία θα μπορούσε, όπως και στο παρελθόν, να κάνει το ίδιο αθόρυβα, πιάνοντας εξαπίνης και τις ελληνικές αρχές και διευκολύνοντας τη διάβαση προσφύγων και μεταναστών από τα νησιά και τον Έβρο. Αυτό, δεν το έκανε. Αντιθέτως, η τουρκική πολιτική ηγεσία, στον υψηλότερο βαθμό, προειδοποίησε σε όλους τους τόνους, τα τουρκικά media έδωσαν εικόνα και η Ελλάδα πρόλαβε. Επίσης, οι πρόσφυγες που έχουν συγκεντρωθεί στα παράλια είναι μεν πολλοί αλλά χωρίς μέσα. Οι διελεύσεις, συγκριτικά με άλλες περιόδους περιορισμένες.
Συνεπώς, ο τρόπος κλιμάκωσης που επέλεξε η Άγκυρα δεν είναι ευθέως προκλητικός ως προς την Αθήνα, αλλά συνεπακολούθως. Στην πραγματικότητα, η Άγκυρα επέλεξε μια πομπώδη κίνηση, υψηλής σημειολογικής αξίας, η οποία αν και ανάγκασε την ελληνική κυβέρνηση να κινητοποιηθεί, εν τούτους, κινήθηκε εντός ανεκτού εύρους, καθώς δεν πλημμύρισε την Ελλάδα με πρόσφυγες, αν και δημιούργησε την αίσθηση ότι η απειλή αυτή είναι άμεση.
Μέχρι στιγμής, οι κινήσεις της Άγκυρας δίνουν χρόνο για αντίδραση στην Αθήνα, επιτρέπουν στο Μαξίμου τον ουσιαστικό και επικοινωνιακό χειρισμό της κατάστασης, ενισχύοντας το δεξιό προφίλ του Κυριάκου Μητσοτάκη, ουσιαστικά ανέξοδα και χωρίς να έρθει σε αντιπαράθεση ο ίδιος με την Ευρώπη, καθώς οι πρόσφυγες και μετανάστες παραμένουν σε τουρκικό έδαφος.
Η ελληνική κυβέρνηση, προβάλλει επιχειρήσεις ενίσχυσης των χερσαίων συνόρων, αποκτά άλλοθι για την ενίσχυση των θαλασσίων, διατηρεί το προσφυγικό στην επικαιρότητα αλλά αλλάζει το μείζον ζήτημα επί του θέματος και υποβαθμίζει τις αντιδράσεις στα νησιά. Και όλα αυτά σε κάτι περισσότερο από μια ημέρα.
Ο Ταγίπ Ερντογάν είναι απρόβλεπτος, νευρικός και εριστικός, στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως όχι. Αντιθέτως με τις κινήσεις του έδωσε έναυσμα και δυναμική στην ελληνική κυβέρνηση ώστε να ανοίξει και να αναθερμάνει διαύλους επικοινωνίας με Ευρωπαίους ηγέτες που υπολειτουργούσαν ή είχαν κλείσει.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι μια νέα πραγματική κρίση δεν μπορεί να ακολουθήσει, προφανώς και μπορεί. Ωστόσο, θα είναι προβλέψιμη. Όπως δήλωσε άλλωστε και ο υπουργός Άμυνας της Ελλάδας Νίκος Παναγιωτόπουλος μιλώντας στον ΣΚΑΪ, αναφερόμενος στα άτομα που βρίσκονται στα ελληνοτουρκικά σύνορα στον Εβρο.
«μετακινήθηκαν πιθανότατα από την Κωνσταντινούπολη γιατί για να πας από το Ιντλίμπ θες μέρες. Ο καιρός χθες ήταν άσχημος και για αυτό θεωρώ δεν υπήρξαν απόπειρες από θαλάσσης. Η κατάσταση είναι πιο δύσκολη να ελεγχθεί από θαλάσσης αλλά αυτό θα δοκιμαστεί και τις επόμενες ημέρες, θα ενισχύσουμε μέρα με τη μέρα τη φύλαξη των συνόρων».
Τόνισε ακόμη ότι
«το μήνυμα πρέπει να είναι σαφές ότι η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να φυλάξει τα σύνορά της. Θα αναλύσουμε τα στοιχεία για να δούμε σε τι ποσοστό πρόκειται για πρόσφυγες από το Ιντλίμπ».
Η στρατηγική του Ερντογάν
Η κατάσταση στο Ιντλίμπ ήταν καιρό τώρα εκτός ελέγχου από καιρό, η αντιπαράθεση με τη Ρωσία και τον Άσαντ για τον έλεγχο συγκεκριμένων σημείων και περιοχών ήταν προδιαγεγραμμένο ότι θα οδηγήσει σε έξαρση, όπως επίσης ήταν προφανές ότι ο Ταγίπ Ερντογάν δεν θα διακυβεύσει τη σχέση του με τη Ρωσία, αλλά επιχειρεί να αναγκάσει τη Μόσχα να υπαναχωρήσει μέσω διαδικασιών και μεθόδων που δεν οδηγούν σε ρήξη. Για το λόγο αυτό ο Ταγίπ Ερντογάν επιχειρεί να χρησιμοποιήσει ad hoc και με συγκεκριμένη ατζέντα NATO και ΕΕ, έχοντας όμως εγκαίρως προλειάνει το έδαφος προς αυτή την κατεύθυνση.
Συνεπώς, χρησιμοποιεί τη ρωσική απειλή για να εξευμενίσει το αμερικανικό σύστημα, καθώς δεν επαρκούν οι προσωπικές σχέσεις με τον Ντόναλντ Τραμπ και το προσφυγικό για να εξαναγκάσει το χέρι των Ευρωπαίων, δεδομένου ότι η συνεννόηση με τη Γερμανία δεν ήταν αρκετή.
Ωστόσο, ο Ταγίπ Ερντογάν και η τουρκική διπλωματία γνωρίζουν τη συνθετότητα του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και το ρόλο και θέση της Ελλάδας στο NATO. Όπερ σημαίνει ότι για να κερδίσει η Τουρκία, είναι απαραίτητο να βγει ενισχυμένη και η Ελλάδα ή έστω η ελληνική κυβέρνηση.
Σε ένα τέτοιο σκηνικό, η κλιμάκωση της έντασης αποτελεί το κλειδί για την εμπλοκή παραγόντων που ήταν προδήλως απρόθυμοι να εμπλακούν. Η Ελλάδα, που αναζητά βοήθεια και στήριξη για το προσφυγικό, δεν είχε καταφέρει να προωθήσει τις θέσεις της, κάτι που κατέστη σαφές στην πρόσφατη σύνοδο κορυφής για τον προϋπολογισμό. Συνεπώς τόσο για την Αθήνα όσο και για την Άγκυρα το προσφυγικό έπρεπε να καταστεί απειλητικό, καθώς η αποτελεσματική -για τους Ευρωπαίους- έως τώρα διαχείρισή του, είχε οδηγήσει στην υποτίμησή του στην ατζέντα.
Οι απειλές Ερντογάν και οι εντάσεις στα ελληνικά νησιά, επίσης, αποδείχθηκαν ανεπαρκείς για να κινητοποιήσουν κεφάλαια και δυνάμεις στην Ευρώπη και διεθνώς. Η επέλαση του Άσαντ, υπό την κάλυψη της Ρωσίας αποδείχθηκε επίσης, χαμηλής όχλησης, δεδομένου του περιβάλλοντος που δημιούργησε η αναδίπλωση των ΗΠΑ στα media. Ακόμα και οι… προειδοποιήσεις δια στόματος του γγ του ΟΗΕ και του ακροδεξιού υπουργού Εσωτερικών της Γερμανίας δεν κατάφεραν να ανεβάσουν το θέμα στην ατζέντα.
Η ένταση όμως στα ελληνοτουρκικά σύνορα, όπως αυτή προβλήθηκε από τα media, είχε απευθείας αντίκτυπο στην κοινωνία, ανεβάζοντας εκ των πραγμάτων το θέμα στην πολιτική ατζέντα, ανεξαρτήτως της εκτίμησης που είχαν για αυτό οι υπηρεσίες πληροφοριών.