Σε κλοιό παράλληλων και αλληλεπικαλυπτόμενων κρίσεων βρίσκεται η Ελλάδα, καθώς η κυβέρνηση επέλεξε στρατηγική πολλών μετώπων, με στόχο τη δυνατότητα εναλλαγής της πολιτικής και επικοινωνιακής ατζέντας, για την αποτελεσματικότερη διαχείριση του πολιτικού κόστους. Παρ΄όλα αυτά, ο συνδυασμός των παραγόντων αυτών σε πραγματικό χρόνο, επηρεάζει τόσο το βραχυχρόνιο προφίλ ρίσκου της χώρας όσο και και μεσο-μακροπρόθεσμο και μάλιστα με τρόπους που δεν είναι άμεσα κατανοητοί ή πλήρως αποτιμήσιμοι.
Ο κορονοϊός, που μετρά ήδη τρία κρούσματα στην Ελλάδα, είναι απειλή που επηρεάζει το βραχυχρόνιο και ενδεχομένως μεσοπρόθεσμο risk profile της χώρας, κάτι που δεν συνέβη με τη γρίπη που έχει στοιχίσει τη ζωή σε 77 ανθρώπους μέχρι στιγμής. Πρόκειται στην ουσία για διπλή απειλή, καθώς αφενός, η διεθνής του εξάπλωση και τα παγκόσμια μέτρα ανάσχεσης θεωρείται βέβαιο ότι θα πλήξουν τη βαριά βιομηχανία της Ελλάδας που δεν είναι άλλη από τον τουρισμό. Αφετέρου δε, ο εντοπισμός κρουσμάτων εντός της χώρας αναμένεται να έχει επιπτώσεις στην εσωτερική ζήτηση, από τη στιγμή που η κυβέρνηση αποφάσισε ήδη τη μη πραγματοποίηση καρναβαλικών εκδηλώσεων, πλήττοντας παράλληλα και το οικονομικό κλίμα, τη δραστηριότητα και τις επενδύσεις.
Εκτός αυτών, η έλλειψη ανακοινωμένων σχεδίων αποτροπής σε καίριας σημασίας σημεία πρόσβασης, όπως τα λιμάνια, τα αεροδρόμια και τους σταθμούς λεωφορείων, τρένων, κλπ, υπονομεύει την εμπιστοσύνη του κοινού στα μέσα μεταφοράς και περιορίζει τις μετακινήσεις, με ότι αυτό συνεπάγεται για έναν καίριο κλάδο της οικονομίας.
Σύμφωνα μάλιστα με τις καταρχήν προβλέψεις του ΔΝΤ, παγκοσμίως, οι επιπτώσεις του κορονοϊού αναμένεται να διαρκέσουν ένα τρίμηνο και μετά η ανάκαμψη θα είναι συνάρτηση της δυναμικής της εκάστοτε χώρας-οικονομίας.
Προσφυγικό και κοινωνικές αναταραχές
Το προσφυγικό, που η κυβέρνηση επέλεξε να αναβαθμίσει στην εγχώρια ατζέντα, αφού είχε χάσει με παλινδρομήσεις αρκετό καιρό, συνειδητοποιώντας ότι η τήρηση των προεκλογικών της δεσμεύσεων είναι πολιτικά ασύμφορη, οικονομικά αδύνατη και προκαλεί αντιδράσεις στην ΕΕ και διεθνώς. Η αναζωπύρωση της κρίσης, του προσφυγικού-μεταναστευτικού, όμως, είναι απαύγασμα περισσότερων παραγόντων: Της κυβερνητικής ολιγωρίας, της εργαλειοποίησης των ροών από την Τουρκία, στο πλαίσιο πιέσεων προς τις Βρυξέλλες, το Βερολίνο και ενίοτε την Αθήνα, για σειρά ανοιχτών μετώπων. Εν τέλει, η υιοθέτηση στρατηγικής επιβολής έναντι των κοινωνικών ομάδων ήταν η θρυαλλίδα που πυροδότησε τη βόμβα έξω από την πυριτιδαποθήκη…
Αιτήσεις ασύλου στην Ελλάδα
Η ανάδειξη του ζητήματος, όμως, σε μείζον πολιτικό και κοινωνικό στο εσωτερικό, χωρίς ταυτόχρονα προβάλλεται η εξωγενής πλευρά του, που δεν είναι άλλη από την εργαλειοποίηση του από την Τουρκία, αποτελεί στρατηγική εσωτερίκευσης της κρίσης, που δίνει χώρο στον Ταγίπ Ερντογάν. Παράλληλα, η εκτός ορίων σύγκρουση με γεωγραφικά ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες, τη στιγμή που η Τουρκία προβάλλει διεκδικήσεις σε όλα τα επίπεδα, προκαλεί αλγεινές εντυπώσεις και διαμορφώνει βάση πολιτικής αποσταθεροποίησης, που συνεπάγεται αύξηση του εσωτερικού πολιτικού κινδύνου.
Αφίξεις προσφύγων στην Ελλάδα το 2020
Ο συνδυασμός της παράλληλης αύξησης του γεωπολιτικού και πολιτικού ρίσκου για την Ελλάδα, αποτελεί βασικό ανασταλτικό παράγοντα για την πραγμάτωση της αναπτυξιακής δυναμικής της οικονομίας και της προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, σε γεωοικονομικά και στρατηγικά ευαίσθητους κλάδους, όπως η ενέργεια και η Άμυνα.
Η Τουρκική απειλή
Τα εθνικά θέματα, όπου η Άγκυρα ανεβάζει -επίσης- σταθερά την ένταση, τόσο στο Αιγαίο όσο και στην Ανατολική Μεσόγειο, επηρεάζουν ουσιωδώς και με πιο μόνιμο χαρακτήρα το risk profile της Ελλάδας και την εκτίμηση γεωπολιτικού κινδύνου στην περιοχή. Το Μνημόνιο Τουρκίας-Λιβύης, αν και δεν παράγει έννομα αποτελέσματα, στην ουσία αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την υλοποίηση σειράς κυβερνητικών σχεδιασμών της Αθήνας. Κατ΄αρχήν, όπως αποδείχθηκε και στην περίπτωση της κυπριακής ΑΟΖ, οι έρευνες και γεωτρήσεις σε περιοχές που η Τουρκία επιχειρεί να καταστήσει αμφισβητούμενες, είναι ιδιαίτερα δύσκολο να αποκτήσουν δυναμική. Επίσης, η αποτίμηση των αδειών που έχουν λάβει εταιρίες όπως τα ΕΛΠΕ, σε ένα περιβάλλον αυξημένων γεωπολιτικών και γεωοικονομικών εντάσεων, καθίσταται πρακτικά αδύνατη, καθώς τα assets αυτά υποβαθμίζονται από premium σε distress.
Τα προβλήματα που γεννά η νευρικότητα της Άγκυρας, η προσπάθεια εναλλαγής συμμαχιών και διαφοροποίησης των μετώπων στην εξωτερική πολιτική της Ελλάδας και η πολιτική αστάθεια που επικρατεί σε συμμαχικές χώρες, επηρεάζουν την προοπτική ολοκλήρωσης σχεδιασμών, όπως της διαφοροποίηση του ενεργειακού μίγματος, της αναβάθμισης του γεωοικονομικού ρόλου και της ενδυνάμωσης των δεσμών με γειτονικές χώρες. Όπερ σημαίνει ότι, η μετάβαση στο αναπτυξιακό μοντέλο του διαμετακομιστικού δικτύου και της εξαγωγικής οικονομίας, καθίσταται προδήλως δυσκολότερη.
Η προσπάθεια της Τουρκίας να ανοίξει όλα τα μέτωπα, από τη Θράκη μέχρι την Κρήτη και από το προσφυγικό μέχρι το Κυπριακό, με στόχο να μεγιστοποιήσει το δυνητικό όφελος από ενδεχόμενες διαπραγματεύσεις. Ενώ την ίδια στιγμή η Αθήνα, φαίνεται να ακολουθεί διαπραγματευόμενη ad hoc και σε διεθνές επίπεδο σειρά μετώπων, επιτρέποντας στην Άγκυρα να αναβαθμίσει τη γεωπολιτική της θέση.
Οικονομικές αρρυθμίες και… αγορές
Αν στα παραπάνω προστεθούν οι προστριβές της ελληνικής κυβέρνησης με τους θεσμούς για το πλεόνασμα, την εκκαθάριση των ισολογισμών των τραπεζών, μέσω του προγράμματος “Ηρακλής” και η αδυναμία της βασικής συμμάχου, Γαλλίας, να συμβάλλει καθοριστικά στην υπέρβαση των εμποδίων που έχουν ανακύψει, τότε διαμορφώνεται ένα μάλλον εύφλεκτο μίγμα, η σταθεροποίηση του οποίο αποτελεί πρόκληση.
Το οικονομικό επιτελείο, τώρα, φαίνεται ότι ποντάρει στην προώθηση της δημοσιονομικής χαλάρωσης, που συμφωνήθηκε σε παλαιότερο Eurogroup αλλά δεν θα έχει εμπεδωθεί στην κουλτούρα και στρατηγική του ESM και της ΕΚΤ. Τη δυναμική αυτή αναμένεται να ενισχύσει ο… κορονοϊός, καθώς οι επιπτώσεις του ακόμα και σε ισχυρές οικονομίες θα είναι έντονες, ενώ στην ελληνική αναμένεται να εντείνει τις πιέσεις, καθώς η εσωτερική ζήτηση και ο τουρισμός που είναι οι πυλώνες της ανάκτησης της δυναμικής βρίσκονται στο επίκεντρο.
Τα δεδομένα αυτά αντιλαμβάνεται και επιχειρεί να αποτιμήσει στις τιμές των μετοχών το Χρηματιστήριο της Αθήνας. Ο συγχρονισμός του με τα διεθνή, όσον αφορά τον κορονοϊό προσφέρει πολιτικό άλλοθι στην εσωτερική αγορά, όχι όμως ουσιώδες, καθώς η πτώση των τιμών στην Ελλάδα ήταν δραματικά μεγαλύτερη από την Ευρώπη και, μάλιστα, πριν ανακοινωθεί κρούσμα στη χώρα!