Να προλειάνει το έδαφος για την επικείμενη επισημοποίηση του Μνημονίου καθορισμού θαλασσίων δικαιοδοσιών μεταξύ της Τουρκίας και της Κυβέρνησης Ενικής Ενότητας (GNA) της Λιβύης επιχειρεί η ελληνική κυβέρνηση, επιλέγοντας να ελέγξει τη δυναμική στα media, έτσι ώστε να προσδιορίσει τους τόνους και να καθοδηγήσει τις αντιδράσεις.
Όπως προκύπτει από δημοσίευμα της “Καθημερινής” ο ΟΗΕ θα αναρτήσει δημόσια τους χάρτες του τουρκολυβικού Μνημονίου, γεγονός που αν και χαρακτηρίζεται από τον συντάκτη απολύτως αναμενόμενο, εν τούτοις δίνει νέα δυναμική και τροπή στις διμερείς σχέσεις, ενώ παράλληλα επαναπροσδιορίζει το νομικό οπλοστάσιο που διαθέτει η Ελλάδα και τα περιθώρια πολιτικών και διπλωματικών παρεμβάσεων.
Η Αθήνα καλείται τώρα να εκπονήσει στρατηγική απάντησης, στις ήδη εξαγγελθείσες έρευνες και ενδεχόμενες γεωτρήσεις από την Τουρκία εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, που έχει δηλώσει ο Ταγίπ Ερντογάν ότι θα ξεκινήσουν άμεσα. Παράλληλα, η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να διαχειριστεί το πολιτικό κόστος των υπαναχωρήσεων αυτών.
Ως εκ τούτου τα σενάρια πρόωρων εκλογών, μπορεί να μη συγκεντρώνουν ιδιαίτερες πιθανότητες τώρα, αλλά ενδεχόμενο κάλεσμα για κυβέρνησης εθνικής ενότητας, δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Όπως αναφέρεται μάλιστα στο δημοσίευμα της “Καθημερινής”,
“η ανάρτηση αποτελεί την τελευταία πράξη με βάση την οποία ο χάρτης οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών Τουρκίας – Λιβύης, που περιλαμβάνεται ως παράρτημα στο μνημόνιο κατανόησης που υπέγραψαν Αγκυρα και Τρίπολη, αποκτά χαρακτήρα επίσημου εγγράφου στις βάσεις δεδομένων του ΟΗΕ. Η σχετική, απολύτως αναμενόμενη εξέλιξη προκαλεί ευλόγως ανησυχία στην Αθήνα, η οποία και προετοιμάζεται για τις επιπτώσεις που κάτι τέτοιο θα μπορούσε να έχει”.
Όπερ σημαίνει ότι ο Ταγίπ Ερντογάν διαθέτει πλέον την απαιτούμενη διεθνή νομιμοποίηση να πραγματοποιήσει τα όσα εξαγγέλλει, αναφορικά με τις γεωτρήσεις ανατολικά της Κρήτης και ανοιχτά του Καστελόριζου.
Στην πραγματικότητα, η Αθήνα έχει χάσει πλέον την πρωτοβουλία των κινήσεων, ενώ η παρατεταμένη αδυναμία ανακήρυξης ΑΟΖ με την Αίγυπτο, την Κύπρο και το Ισραήλ, δίνουν στην Τουρκία τον απαιτούμενο χώρο, ώστε να δημιουργήσει νέα δεδομένα και να ποδηγετήσει άπαντες σε διμερείς συμφωνίες μαζί της.
Η Ελλάδα, αν και προειδοποίησε με veto για τα αποτελέσματα της Συνόδου του Βερολίνου, κάτι που τελικά δεν έπραξε, δεν αξιοποίησε ούτε την επιλογή διακοπής της χρηματοδότησης της GNA από την ΕΕ, εξαιτίας των αποσταθεροποιητικών ενεργειών που κάνει με την Τουρκία, μέτρο που θα είχε αποδυναμώσει ουσιαστικά τον Σάρατζ και θα άλλαζε τους όρους υπό τους οποίους κινείται η Άγκυρα στη Λιβύη.
Με την πλάτη στον τοίχο
Τα προβλήματα της Ελλάδας καθίστανται ουσιαστικά, καθώς νομικά η Τουρκική Εταιρία Πετρελαίου (TPAO) θα μπορούσε να λάβει άδειες ερευνών και γεωτρήσεων στην περιοχή, ανεβάζοντας την ένταση και δημιουργώντας προηγούμενο.
Όπως επισημαίνεται στο δημοσίευμα της “Καθημερινής” ,
“το νησί της Κρήτης έχει περιορισμένη επήρεια, η Κάσος, η Κάρπαθος και η Ρόδος την ελάχιστη δυνατή και μικρότερα νησιά, όπως το Καστελλόριζο, εντελώς ανύπαρκτη επήρεια. Αντιθέτως, προκειμένου να επιτευχθεί η οριοθέτηση αυτή, έχουν χρησιμοποιηθεί τουρκικές ακατοίκητες βραχονησίδες, στις οποίες και έχει αποδοθεί πλήρης επήρεια για τον καθορισμό ΑΟΖ”.
Πλέον, η Αθήνα καλείται να αναλάβει πρωτοβουλίες αντιμετώπισης των τελεσμένων που επιχειρεί να δημιουργήσει η Τουρκία. Με δεδομένο ότι οι διαδικασίες για τον East Med καθυστερούν και η προοπτική ανακήρυξης ΑΟΖ με Αίγυπτο και Κύπρο επίσης δεν φαίνεται εφικτή στο άμεσο μέλλον, τότε, οι επιλογές φαίνεται ότι περιορίζονται στο διπλωματικό και το… αμυντικό πεδίο.
Ακόμα και η “Καθημερινή” αναγνωρίζει ότι:
“τα πραγματικά πολιτικά αποτελέσματα που μπορεί να επιτύχει είναι περιορισμένα.”
Παράπλευρες απώλειες
Οι εξελίξεις αυτές, αναμένεται να έχουν ευρύτερες επιπτώσεις, καθώς η Ελλάδα έχει αδειοδοτήσει τα ΕΛΠΕ και άλλες εταιρίες και κοινοπραξίες για έρευνα και εκμετάλλευση υδρογοναναθράκων σε συνορεύουσες ή ακόμα και αμφισβητούμενες από το τουρκο-λυβικό μνημόνιο περιοχές.
Συνεπώς, ένα asset που διέθεταν τα υπό αποκρατικοποίηση ΕΛΠΕ, παγώνει -αν δεν απαξιώνεται- ενώ η Άγκυρα αποκτά λόγο και πρωτοβουλία κινήσεων στην περιοχή.
Οι συνθήκες που διαμορφώνονται είναι ιδιαίτερα αρνητικές για τις προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, ενώ συντείνουν στην αύξηση του γεωπολιτικού κινδύνου.
Είναι λοιπόν λογικό να υποτεθεί ότι η μόνη οδός δράσης για την ελληνική κυβέρνηση θα είναι ο προσδιορισμός ανοιχτών θεμάτων για προσφυγή στη Χάγη. Ωστόσο, όπως έχει κατ επανάληψη επισημάνει το Crisis Monitor. υπό τις παρούσες συνθήκες, χωρίς να έχει προσδιοριστεί με γραμμές βάσης η αιγιαλίτιδα και χωρίς να έχει ανακηρυχθεί η ΑΟΖ, η Ελλάδα ξεκινά από πολύ χαμηλότερη -συγκριτικά- βάση.
Υπάρχουν βέβαια και τεχνικο-νομικά προβλήματα σε ένα σενάριο προσφυγής, καθώς η Τουρκία έχει καταθέσει συγκεκριμένο Μνημόνιο, το οποίο καταγγέλλεται μεν από την Ελλάδα, αλλά αποτελεί διεθνώς αναγνωρισμένο διμερές έγγραφο. Επίσης, στην πορεία για το ΔΔ εγείρονται και άλλα ζητήματα, επικρατούσας αντίληψης, νομικού lobbying και επιλογής δικαστηρίων.