Να εδραιώσει την αλλαγή στρατηγικού άξονα της Ελλάδας στη Μέση Ανατολή επιχειρεί με τις διαδοχικές επισκέψεις στη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, έχοντας νωρίτερα αποστασιοποιηθεί από το ευρωπαϊκό μέτωπο στην περιοχή και προσεγγίζοντας αυτό που διαμορφώνεται μεταξύ Τραμπ και Νετανιάχου.
Οι επιλογές της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, όπως είχε προφανές από τις πρώτες ημέρες της διακυβέρνησης από τη Νέα Δημοκρατία, διαφοροποιούνται ριζικά, καθώς η Αθήνα αναλαμβάνει το ρίσκο της ευθυγράμμισης με το δόγμα Τραμπ και της απομάκρυνσης από τον ευρωπαϊκό σχεδιασμό:
- αναγνωρίζοντας τον Γκουαϊδό,
- διαρρηγνύοντας τις σχέσεις με την Τεχεράνη, μέσω των γνωστών δηλώσεων του Κυριάκου Μητσοτάκη για τη δολοφονία Σουλεϊμανί
- με την απέλαση του πρέσβη της Λιβύης στην Αθήνα και την πλήρη υποστήριξη του στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ
- με την αποφυγής τοποθέτησης απέναντι στο σχέδιο Τραμπ για το Μεσανατολικό
- με την αποστολή των αμερικανικών Patriot Pac-3 και στρατιωτών στη Σαουδική Αραβία
Ο σχεδιασμός αυτός, όμως, δεν είναι ακόμα εμπεδωμένος, καθώς μπορεί από ελληνικής πλευράς να ολοκληρώνεται η δήλωση προθέσεων και να επιχειρείται επίσπευση της διαδικασίας, δεν δείχνουν την ίδια σπουδή όμως και οι υπόλοιποι παράγοντες. Ενδεχόμενα προβλήματα και καθυστερήσεις στο χρονοδιάγραμμα στρατηγικής μετάβασης της Ελλάδας, θα μπορούσαν να δημιουργήσουν ουσιαστικά προβλήματα ασφάλειας στη χώρα, δεδομένης της αντιπαράθεσης με την Τουρκία και της ανοιχτής πληγής του προσφυγικού.
Οι κινήσεις της ελληνικής διπλωματίας δείχνουν πρόθεση να παίξει την πολιτική ισχύος με τη μέθοδο της προστιθέμενης αξίας, ήτοι επιδιώκεται ο εναγκαλισμός με τις ισχυρότερες στρατιωτικά δυνάμεις, ανεξαρτήτως πολιτικού κόστους, με στόχο την επικράτηση σε αντιπαραθέσεις την επόμενη ημέρα.
Τα ρίσκα
Οι πρώτες ενδείξεις δεν είναι ενθαρρυντικές. Η όχι-ιδανική ατμόσφαιρα στον Λευκό Οίκο και η απουσία κοινών δηλώσεων με τον Ντόναλντ Τραμπ, η επιμονή του προέδρου των ΗΠΑ στη στρατηγική των ίσων αποστάσεων με την Τουρκία και οι χαμηλοί τόνοι από την αμερικανική διπλωματία, δημιουργούν ουσιαστικό κενό στήριξης για την Ελλάδα, στο διεθνές γεωπολιτικό σκηνικό.
Προβληματισμό αποπνέει και το κλίμα της επίσκεψης του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Σαουδική Αραβία, όπου οι δημόσιες εκδηλώσεις ήταν ελάχιστες, δεν υπήρξαν κοινές δηλώσεις, ούτε εκδόθηκε κοινό ανακοινωθέν. Τα σημεία αυτά, καταδεικνύουν ότι οι πρόσφατες κινήσεις από ελληνικής πλευράς δεν εντάσσονταν στο πλαίσιο αμοιβαίας υποστήριξης, αλλά αποτελούσαν χειρονομίες καλής θέλησης για την εξασφάλιση της συνάντησης με τον διάδοχο του θρόνου της Σαουδικής Αραβίας.
Ταυτόχρονα, η Αθήνα, έχοντας απομακρυνθεί από το ευρωπαϊκό μέτωπο στο Ιράν, τη Λιβύη, το Μεσανατολικό και επιδιώκοντας σπασμωδικές πρωτοβουλίες στα ενεργειακά της ανατολικής Μεσογείου, χάνει έδαφος, προσβάσεις και επιρροή στα δρώμενα της ΕΕ, τις οποίες επιδιώκει να αναπληρώσει, μερικώς, μέσω της προσέγγισης με τη Γαλλία.
Η προσχώρηση όμως στο γκρουπ Σαουδικής Αραβίας-Ισραήλ-ΗΑΕ, στη Μέση Ανατολή, φέρνει την Αθήνα στρατηγικά απέναντι από την Άγκυρα, περιορίζοντας εξαντλητικά τις κοινές προσλαμβάνουσες και τους παράγοντες που θα μπορούσαν και θα αναλάμβαναν να χαλιναγωγήσουν τον Ταγίπ Ερντογάν, ενώ η δυνητική αντιπαράθεση Ελλάδας-Τουρκίας τόσο στην Ανατολική Μεσόγειο όσο και στη Μέση Ανατολή, δημιουργούν περισσότερες μεταβλητές και κατά συνέπεια παράγουν αβεβαιότητα.
Ανάλογους κινδύνους, που απορρέουν από τη συγκρουσιακή στρατηγική της Αθήνας με την Άγκυρα, εντοπίζει σε πρόσφατο άρθρο του στην “Καθημερινή” ο Αλέξης Παπαχελάς, επισημαίνοντας ότι οι δίαυλοι με τον Ταγίπ Ερντογάν έχουν κλείσει, ο Εμάνουελ Μακρόν δεν διαθέτει επιρροή στον Τούρκο πρόεδρο, η Κομισιόν είναι ακόμη ανυπόληπτη στην Άγκυρα και ο μόνος ευρωπαίος παράγοντας που μπορεί να ασκήσει αποτρεπτική επιρροή στον Τούρκο πρόεδρο είναι η Άγκελα Μέρκελ.
Το προσωπικό στίγμα
Οι κινήσεις της ελληνικής διπλωματίας, έτσι όπως αυτές ξεδιπλώνονται, καταδεικνύουν την υιοθέτηση νέου δόγματος πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής, το οποίο φέρει το προσωπικό στίγμα του Κυριάκου Μητσοτάκη. Σύμφωνα με τα όσα αποπνέει η νέα στρατηγική, ο Έλληνας πρωθυπουργός επιχειρεί να τοποθετηθεί στρατηγικά για την επόμενη ημέρα, τόσο στην περιοχή όσο και σε ευρύτερους πολιτικούς και γεωοικονομικούς ανταγωνισμούς, φιλοδοξώντας να βρεθεί σε θέση ισχύος όταν θα τοποθετούνται οι μεγάλοι παίχτες για τη νέα παρτίδα.
Στις παραδοχές του Κυριάκου Μητσοτάκη φαίνεται ότι περιλαμβάνεται η επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ, η αλλαγή των ισορροπιών στην ΕΕ, με την αποδυνάμωση της Γερμανίας και την ισχυροποίηση της Γαλλίας και των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης καθώς και η ενίσχυση της ακροδεξιάς οικογένειας μέσα στο ΕΛΚ. Επίσης, ο Έλληνας πρωθυπουργός προσδοκά περαιτέρω ισχυροποίηση της Σαουδικής Αραβίας στη Μέση Ανατολή, αποδυνάμωση του άξονα του Ιράν και κατ επέκταση του μετώπου Ρωσίας-Ιράν-Τουρκίας στην περιοχή.
Τέλος, η στρατηγική του Κυριάκου Μητσοτάκη φαίνεται ότι βασίζεται στην πολωτική επανεμφάνιση του μετώπου ευρωπαϊκού προτεσταντικού χριστιανισμού, απέναντι στο τουρκικό πολιτικό Ισλάμ, προοπτική που συγκεντρώνει συγκριτικά λίγες πιθανότητες, δεδομένων των στενών σχέσεων Τουρκίας-Γερμανίας.