Δύο επιθέσεις, που αμφότερες αντιμετωπίζονται ως τρομοκρατικές, σημειώθηκαν την Κυριακή 2 Φεβρουαρίου σε Λονδίνο και Γάνδη, ενώ ταυτόχρονα, στην Ιταλία νεοφασιστικές οργανώσεις επιτέθηκαν σε κινέζικα μαγαζιά με αφορμή τον κορονοϊό και προωθώντας εθνικιστική ατζέντα.
Αν και τα περιστατικά είναι ασύνδετα μεταξύ τους, τόσο σε επίπεδο τρομοκρατικών επιθέσεων, όσο και η βία από την ακροδεξιά, εν τούτοις διακρίνεται μια γενικότερη τάση κοινωνικών πιέσεων και βίαιων ξεσπασμάτων στην αυγή του νέου έτους, η οποία προβληματίζει, εξαιτίας του εύρους που καλύπτουν και του κλίματος που δημιουργείται.
Στο Βέλγιο, ένας άνδρας φέρεται να επιτέθηκε με μαχαίρι κατά περαστικών στην πόλη Γάνδη που βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του Βελγίου. Σύμφωνα με τοπικά μέσα, από την επίθεση τραυματίστηκαν δύο άνθρωποι. Στη συνέχεια, ο φερόμενος δράστης δέχθηκε τα πυρά των αστυνομικών που έσπευσαν στο σημείο.
Λίγο, στο Λονδίνο, στην περιοχή Streatham, ένας άνδρας μαχαίρωσε περαστικούς, τραυματίζοντας τουλάχιστον δύο άτομα, σε μια επίθεση που σύμφωνα με την αστυνομία του Λονδίνου, «συνδέεται με την τρομοκρατία». Στη συνέχεια οι αστυνομικοί πυροβόλησαν τον φερόμενο δράστη, τραυματίζοντάς τον θανάσιμα.
Στη Βόρεια Ιταλία, χθες, σημειώθηκε ικανός αριθμός βίαιων περιστατικών με πρωταγωνιστές ακροδεξιούς, που με αφορμή τον κορονοϊό επιτέθηκαν σε κινέζικα μαγαζιά, είτε με φυσική βία, είτε κολλώντας αφίσες που καλούσαν τον κόσμο να αγοράζει ιταλικά προϊόντα.
Αν και οι επιθέσεις αυτές είναι χαμηλού προφίλ και αντίκτυπου, εν τούτοις δεν μπορεί να αγνοηθούν, καθώς διεξάγονται τη στιγμή που η ιταλική κυβέρνηση ταλανίζεται και ενώ ο Σαλβίνι αναζητά ευκαιρία για να διεκδικήσει ρόλο στις εξελίξεις.
Αν και οι περιοχές όπου εκδηλώθηκαν τα φαινόμενα αυτά, τώρα, χαρακτηρίζονται χαμηλού κινδύνου από εταιρίες, όπως η Aon, εν τούτοις, στο παρελθόν εξάρσεις πολιτικής βίας και τρομοκρατίας σε αυτές έχουν προκαλέσει ευρείες αναταράξεις στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα.