Προβλήματα στη διαχείριση της πληροφορίας, τη συνοχή της πολιτικής και φυσικής ηγεσίας του στρατεύματος, την εκπόνηση και προώθηση ενιαίας γραμμής από την κυβέρνηση αποκαλύπτει η -ακόμα νωπή- κίνηση του τουρκικού ερευνητικού σκάφους, Oruc Reis, στην ελληνική υφαλοκρηπίδα.
Αν και οι πληροφορίες παραμένουν συγκεχυμένες, η ακρίβεια τους ελέγχεται και επίσημη ενημέρωση από την ελληνική κυβέρνηση δεν υπάρχει, η υπόθεση του Oruc Reis αποκαλύπτει την απουσία ολοκληρωμένου σχεδίου στρατιωτικής, πολιτικής και επικοινωνιακής διαχείρισης περιστατικών, πριν αυτά εξελιχθούν σε κρίση.
Από τις πρωινές ώρες της 1ης Φεβρουαρίου το τουρκικό ερευνητικό σκάφος φαίνεται να έχει εξέλθει της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, στην οποία εισήλθε την 31η Ιανουαρίου. Παράλληλα, την τελευταία ημέρα του Ιανουρίου και ανήμερα της επετείου της κρίσης των Ιμίων, σημειώθηκαν δύο παραβιάσεις και δύο εικονικές αερομαχίες στον ουρανό του Αιγαίου.
Κινήσεις χαλιναγώγησης της Τουρκίας
Η ελληνική κυβέρνηση, όμως, σε μια προσπάθεια να μην υπάρξει περαιτέρω κλιμάκωση και να οριοθετηθεί η Τουρκία, είχε ζητήσει την παρέμβαση ΗΠΑ και Γαλλίας.
Στο πλαίσιο αυτό ο ανώτατος διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων βρέθηκε στην Άγκυρα και την Αθήνα, ενώ νωρίτερα ο Ντόναλντ Τραμπ, σε επικοινωνία που είχε με τον Ταγίπ Ερντογάν, είχε ζητήσει από τον Τούρκο πρόεδρο κινήσεις… εξομάλυνσης, με τη φράση “λύστε τις διαφορές σας με την Ελλάδα”, όπως είχε ανακοινώσει ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου.
Από την πλευρά του, ο Γάλλος πρόεδρος Εμάνουελ Μακρόν, πήρε σαφή θέση κατά της Τουρκίας στις κοινές δηλώσεις που έκανε με τον Κυριάκο Μητοστάκη, έξω από τα Ηλύσια Πεδία, ενώ στην ανατολική Μεσόγειο, με συνοδεία ελληνικής φρεγάτας πλέει το αεροπλανοφόρο Σαρλ ντε Γκωλ και το πλοίο αμφίβιων επιχειρήσεων Ντιξμούντ βρέθηκε σε Πειραιά και Βόλο.
Η αποστολή του Oruc Reis
Όπως αναφέρουν ελληνικά media επικαλούμενα πηγές στο ΥΠΕΞ και ΥΠΕΘΑ “πρωινές ώρες της 1ης Φεβρουαρίου 2020, το ερευνητικό τουρκικό σκάφος «ORUC REIS» εξήλθε του ελληνικού FIR με πορεία σταθερά ανατολική. Η κίνησή του παρακολουθείται από Φρεγάτα του ΠΝ”.
Η βραχεία παραμονή του τουρκικού ερευνητικού σκάφους στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, όμως, ανάδειξε προβλήματα και αδυναμίες στη διάρθρωση και επιβολή της ελληνικής απάντησης, καθώς επίσης και την απραγία εταίρων και συμμάχων της Ελλάδας.
Επίσης, ο διάπλους του Oruc Reis στην ελληνική υφαλοκρηπίδα και η επίκληση της τουρκικής ΑΟΖ, ως βάσης για την κίνηση αυτή, καταδεικνύουν τις προθέσεις κλιμάκωσης της Τουρκίας, με πρακτικές ανάλογες με αυτές που έχει εφαρμόσει στην Κύπρο.
Ακόμα, όμως, δεν έχει διασαφηνιστεί αν το τουρκικό σκάφος πραγματοποίησε αβλαβή διέλευση, πόντισε καλώδια και έκανε σεισμικές έρευνες ή απλά εξαναγκάστηκε να διέλθει.
Τελευταία στοιχεία συντείνουν στη διάψευση αρχικών πληροφοριών για τους λόγους εισόδου και τη δραστηριότητα του Oruc Reis εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Σύμφωνα με το militaire.gr, που αναφέρεται σε αεροφωτογραφία από F-16, στην οποία το Oruc Reis φαίνεται να έχει ποντίσει καλώδια στην περιοχή που φωτογραφίζεται. Κατά το δημοσίευμα, η συγκεκριμένη φωτογραφία τραβήχτηκε εντός της ελληνικής ΑΟΖ.
Οι διαθέσιμες ενδείξεις, ήτοι η αεροφωτογραφία και η χαμηλή ταχύτητα του τουρκικού σκάφους, συντείνουν στο συμπέρασμα ότι αυτό πραγματοποίησε τελικά, σεισμικές έρευνες εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
Το πρόβλημα
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του Oruc Reis στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, το Πρώτο Θέμα, δημοσιεύει ρεπορτάζ στο οποίο αποκαλύπτει την επικοινωνία που είχε ο κυβερνήτης της ελληνικής φρεγάτας “Νικηφόρος Φωκάς” που είχε αναλάβει την επιτήρηση του τουρκικού σκάφους. Σύμφωνα με όσα γράφονται και δεν έχουν διαψευστεί, το τουρκικό πλοίο κλήθηκε να αποχωρήσει από την ελληνική υφαλοκρηπίδα και αρνήθηκε καθώς υποστήριξε ότι βρίσκεται σε τουρκική ΑΟΖ.
Αν και αντίστοιχες επικοινωνίες υπάρχουν συχνά στον αέρα και σε άλλες θαλάσσιες περιοχές, η συγκεκριμένη αποτελεί, σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, την πρώτη φορά που η Τουρκία αξίωσε επιχειρησιακά την ΑΟΖ που προκύπτει από το Μνημόνιο που υπέγραψε με τη Λιβύη και στο οποίο αντιτίθεται σφόδρα η Ελλάδα, υποστηριζόμενη από ΗΠΑ και ΕΕ. Πρόκειται δηλαδή για σαφή διπλωματική, στρατιωτική και νομική κλιμάκωση, η οποία θέτει ως επίδικο ζήτημα την αντιπαράθεση κεκτημένων δικαιωμάτων που απορρέουν από την υπό αμφισβήτηση τουρκο-λιβυκή ΑΟΖ, έναντι της από την Τουρκία αμφισβητούμενης ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
Όπερ σημαίνει ότι, η Ελλάδα έπεται της Τουρκίας κατά δύο νομικά βήματα, που σημαίνει ότι αν εξαναγκαστεί να οδηγηθεί στη Χάγη, υπό τις παρούσες συνθήκες, υπολείπεται αρκετά της Τουρκίας, και ως εκ τούτου υπάρχει κίνδυνος δικαιώματα που απορρέουν από διεθνείς συμβάσεις να υπονομευθούν και να χαρακτηριστούν διεκδικήσεις.
Οι αντιδράσεις
Από ελληνική πλευράς τηρήθηκαν χαμηλοί τόνοι, όπως είθισται, με την κυβέρνηση να επιλέγει μικρά και προσεκτικά βήματα προκειμένου να μην πέσει σε ενδεχόμενη τουρκική παγίδα. Παρ΄όλα αυτά, είναι πιθανό να έχουν γίνε λάθη, τόσο σε επικοινωνιακό όσο και σε πολιτικο-διπλωματικό επίπεδο, τα οποία δεν είναι πάντα ορατά δια γυμνού οφθαλμού.
Αρχικά, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέλιος Πέτσας, απέδωσε την είσοδο του Oruc Reis στην ελληνική υφαλοκρηπίδα στις κακές καιρικές συνθήκες. Νεότερες αναφορές, όμως, δείχνουν ότι κάτι τέτοιο μάλλον δεν ευσταθεί.
Εν συνεχεία ανησυχία προκάλεσε το “μίνι” ΚΥΣΕΑ στο Μέγαρο Μαξίμου, καθώς προσήλθαν και ενημέρωσαν τον πρωθυπουργό ο υπουργός Εθνικής Άμυνας και ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ, ενώ δεν παρεβρέθηκε ούτε ο υπουργός Εξωτερικών, ούτε εκπρόσωπος του ΥΠΕΞ, ενώ δεν έγινε γνωστό αν παρέστη ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας. Το σκηνικό αυτό, από μόνο του εγείρει ερωτηματικά, καθώς το επίπεδο της κινητοποίησης δεν συνάδει με την ενημέρωση του κυβερνητικού εκπροσώπου.
Εν τέλει, η ενημέρωση για την αποχώρηση του τουρκικού ερευνητικού σκάφους δεν έγινε στο ίδιο επίπεδο, ενώ η στρατιωτική κινητοποίηση της Ελλάδας στην περιοχή τώρα εντείνεται, προκαλώντας εκ νέου ανησυχία.