Ο Τραμπ ανακοίνωσε το σχέδιο για τη Μέση Ανατολή εσπευσμένα -αν και ήδη καθυστερημένα- χθες, αν και θα το καθυστερούσε μέχρι τις νέες εκλογές στο Ισραήλ, ωστόσο, η πολιτική πίεση στο εσωτερικό, η παρατεταμένη αναταραχή στη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο και η εικόνα αναδίπλωσης και απομάκρυνσης των ΗΠΑ από προαναγγελθείσες δράσεις δημιουργούσαν αίσθηση που υπονόμευε τη δυνατότητα της Ουάσιγκτον να επιβάλλει ρυθμό και να “κλειδώσει” αποτελέσματα.
Το σχέδιο, όπως αναμενόταν, προκάλεσε την αντίδραση των Παλαιστινίων, τη συμφωνία των ισραηλινών και σύγχυση στους παράγοντες που εμπλέκονται στο ιδιαίτερα σύνθετο οικοδόμημα της Μέσης Ανατολής. Ο Ντόναλντ Τραμπ χαρακτήρισε το σχέδιό του “ρεαλιστικό”, η DW διερωτάται αν πρόκειται για “πυροτέχνημα”, το Ιράν “εφιάλτη”, οι Παλαιστίνιοι διαφωνούν, οι Ρώσοι το χαρακτηρίζουν “νεκρό” ή στα αγγλικά “dead on arrival”, η Τουρκία κινείται συντηρητικά και η Ελλάδα προτιμά να κρατήσει τις σκέψεις της για τον εαυτό της.
Επικοινωνιακά, πάντως, η εικόνα των διαβουλεύσεων Τραμπ με Νετανιάχου και Γκάντζ και η απουσία των Παλαιστινίων ήταν επίσης καλά μελετημένη, στέλνοντας μήνυμα ισχύος, πυγμής και ισχυρής πολιτικής βούλησης για την εφαρμογή του σχεδίου.
Μέχρι στιγμής ο Τραμπ είχε στηρίξει το Ισραήλ με πρωτοφανείς ενέργειες, που σε πρώτη φάση υπονόμευσαν το ρόλο και την αξιοπιστία των ΗΠΑ στην περιοχή. Παράλληλα όμως, δημιούργησαν τετελεσμένα και κατέστησαν πιο ρεαλιστικό το πεδίο διαπραγμάτευσης.
Το σχέδιο για την επίλυση του Παλαιστινιακού, βέβαια, αφορά άμεσα και τον αγωγό East Med καθώς και ολόκληρη τη γεωοικονομική αρχιτεκτονική της Μέσης Ανατολής και Βορείου Αφρικής, δεδομένου ότι προσδιορίζονται τα παλαιστινιακά εδάφη και συνεπώς τα κυριαρχικά τους δικαιώματα.
Οι αντιδράσεις, αυτές ήταν απόλυτα προβλέψιμες και γι αυτό το σχέδιο προβλέπει τετραετή περίοδο ωρίμανσης και διαβουλεύσεων. Συνεπώς, μέχρι εδώ όλα κινούνται εντός προβλέψεων και το σχέδιο παραμένει ζωντανό.
Ωστόσο, με τις αμερικανικές εκλογές να πλησιάζουν (θα διεξαχθούν τον Νοέμβριο του 2020) το σχέδιο είναι καταδικασμένο να παραμείνει στην κατάψυξη μέχρι να ξεκαθαρίσει το πολιτικό σκηνικό στις ΗΠΑ, ήτοι για τους επόμενους περίπου 12 μήνες. Στο διάστημα αυτό όμως, θα αποτελεί τη μόνη πρόταση επί τάπητος, την οποία το Ισραήλ έχει ήδη δεσμευτεί να επιδιώξει, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος των εκλογών εκεί.
Αν επανεκλεγεί ο Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ, τότε η δυναμική προώθησης του συγκεκριμένου σχεδίου να ανανεωθεί και θα ενισχυθεί. Το ερώτημα που γεννάται είναι τί θα συμβεί στο σχέδιο αν ο Τραμπ χάσει τις προεδρικές εκλογές. Στην πραγματικότητα, το σχέδιο δεν θα είναι δυνατό να αποσυρθεί, αλλά θα αποτελέσει πάλι, βάση για διαβουλεύσεις, ως προς τα πλέον αιχμηρά του σημεία, με τους Παλαιστίνιους και τους διαφωνούντες ελπίζουν σε μεγαλύτερα περιθώρια τροποποιήσεων.
Στο σχέδιο, μεταξύ άλλων, προβλέπεται προσάρτηση των υψιπέδων του Γκολάν, τα οποία κατέκτησε το Ισραήλ από τη Συρία στον πόλεμο των έξι ημερών και τα οποία δεν αναγνωρίζονται από τον ΟΗΕ, στο πλαίσιο επαναπροσδιορισμού των συνόρων στην περιοχή, τα οποία όμως απέχουν από αυτά προ του 1967 που αναγνωρίζει ο ΟΗΕ.
Πρόκειται για τεκτονικές αλλαγές στην αρχιτεκτονική ασφαλείας και πλήρη ανατροπή του status quo στην περιοχή, η οποία ωστόσο υπακούει στη βασική παραδοχή των δύο κρατών, ενώ αναγνωρίζει την παρούσα κατάσταση ως δεδομένη.
Το σχέδιο δεν αποκλείεται στην πορεία να τύχει στήριξης και από τη Ρωσία, ίσως όχι σε αυτή τη μορφή, αλλά υπό συγκεκριμένες παροδοχές, τροποποιήσεις και πολιτικές… “ανταλλαγές” η Μόσχα θα μπορούσε να ενεργοποιηθεί σε αυτή την κατεύθυνση.
Δεν είναι τυχαίο, όμως, ότι πριν την ανακοίνωση του σχεδίου ο Τραμπ επικοινώνησε με τον Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος διαθέτει ισχυρά ερείσματα στην παλαιστινιακή πλευρά, μέσω των Αδελφών Μουσουλμάνων, οργάνωση “μήτρα” της Χαμάς. Ο Τούρκος πρόεδρος δεν τοποθετήθηκε επί του σχεδίου, ενώ το Anadolu που προβάλλει τις παλαιστινιακές αντιδράσεις, τις περιορίζει στο ιδιοκτησιακό καθεστώς της Ιερουσαλήμ.
Βλέπουν Κούσνερ, άλλος ήταν ο αρχιτέκτονας
Κομβικό ρόλο στην πολιτική του Τραμπ έναντι του Ισραήλ φαίνεται να διαδραματίζει ο γαμπρός του, Τζάρεντ Κούσνερ, σύζυγος της κόρης του Ιβάνκα. Ο Κούσνερ κατάγεται από εβραϊκή οικογένεια που φέρεται να διατηρεί μακροχρόνιες σχέσεις με τον Νετανιάχου. Το 2017 οι New York Times έγραψαν διεξοδικά για τη στενή σχέση Κούσνερ-Νετανιάχου.
Το σημαντικότερο, εν προκειμένω, είναι ότι η οικογένεια του Κούσνερ στηρίζει την σκληροπυρηνική πολιτική του ισραηλινού πρωθυπουργού. Μεταξύ άλλων φέρεται να έχει στηρίξει οικονομικά ισραηλινούς εποικισμούς που βρίσκονται βορείως της Ραμάλα στη Δυτική Όχθη. Η επιρροή του Κούσνερ στην αμερικανική πολιτική έναντι του Ισραήλ δεν θα πρέπει να υποτιμάται, σχολιάζει ο Άρονσον. «Η κυβέρνηση Τραμπ δεν δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στην εμπειρία του υπουργείου Εξωτερικών», όπως λέει. Αντ΄ αυτού ο Τραμπ προτιμά και εμπιστεύεται περισσότερο άτομα του στενού του οικογενειακού του περιβάλλοντος, όπως τον γαμπρό του, ο οποίος χωρίς καμία αξιοσημείωτη εμπειρία σε πολιτικά αξιώματα έγινε σύμβουλος του Λευκού Οίκου.
Οι γνωρίζοντες, όμως, αντιλαμβάνονται ότι ο Τζάρεντ Κούσνερ δεν θα ήταν δυνατόν να σχεδιάσει και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις επιβολής ενός τόσο φιλόδοξου σχεδίου, Ο γαμπρός του Ντόναλντ Τραμπ ποτέ δεν έκρυψε άλλωστε τις στενές σχέσεις του με το “γεράκι” της αμερικανικής διπλωματίας Χένρι Κίσιντζερ. Στο πρόσωπο του Κίσιντζερ έχει πολλάκις αναφερθεί και ο Ντόναλντ Τραμπ, νότες που αν και περνούν κάτω από τα ραντάρ των περισσοτέρων, εν τούτοις εκπέμπουν ιδιαίτερα διακριτά μηνύματα σε όσους εμπλέκονται σε αυτές τις διαδικασίες.
Η παρουσία του Κίσιντζερ ήταν στην ουσία το διαβατήριο του Κούσνερ στις διαβουλεύσεις του με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς στη Μέση Ανατολή. Θα ήταν άλλωστε αδύνατο ένας νέος με την ιδιότητα του γαμπρού και συμβούλου του Τραμπ να θεωρηθεί ότι κατάφερε αυτόνομα να αποκτήσει παρέμβαση στη Μέση Ανατολή και να εκπονήσει σχέδιο που ανακατεύει την τράπουλα.