Ουσιαστικό κίνδυνο να μείνει εκτός των εξελίξεων που θα διαμορφώσουν το πλαίσιο ισορροπιών στην Μέση Ανατολή, Ανατολική Μεσόγειο και τη Βόρεια Αφρική (MENA) αντιμετωπίζει πλέον η Ελλάδα, καθώς παρά την έντονη κινητοποίηση του κυβερνητικού μηχανισμού και του διπλωματικού σώματος τις τελευταίες εβδομάδες, οι τελευταίες και ραγδαίες εξελίξεις δείχνουν ότι η Αθήνα δεν βρίσκεται στον κύκλο των άμεσα εμπλεκόμενων.
Published: 12/29/2019, 23:43:45
Last update: 12/20/2019, 11:14:45
Από την Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου μέχρι και την Κυριακή 29 Δεκεμβρίου καταγράφηκε μπαράζ διπλωματικών και πολιτικών επαφών για τον προσδιορισμό της κατάστασης και τον περιορισμό του κινδύνου, ενώ συζητήθηκαν πρωτοβουλίες απεμπλοκής της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί στη Λιβύη, στο πλαίσιο του ευρύτερου ενεργειακού σχεδιασμού της ΕΕ.
Η Γερμανίδα καγκελάριος, όπως ανακοινώθηκε, είχε την Κυριακή διαδοχικές επικοινωνίες με τον Βλάντιμιρ Πούτιν και τον Ταγίπ Ερντογάν. Με τον Ρώσο πρόεδρο η Άγκελα Μέρκελ συμφώνησε για μια νέα διαδικασία αποτελμάτωσης και απεμπλοκής της κρίσης στη Λιβύη με ευρωπαϊκή πρωτοβουλία και στο πλαίσιο του ΟΗΕ. Τη συμφωνία αυτή φέρεται να μετέφερε στον Ταγίπ Ερντογάν, από τον οποίο ζήτησε να αποφύγει την ανάληψη περαιτέρω δράσης, αν και στις 2 Ιανουαρίου έχει προαναγγελθεί η ψήφιση από το τουρκικό Κοινοβούλιο του νόμου για την ανάπτυξη στρατιωτικής δύναμης που θα υποστηρίξει την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (GNA) στην Τρίπολη.
Παράλληλα, η Ελλάδα δεν θα συμμετάσχει ούτε στην αποστολή υπό των Ύπατο Εκπρόσωπο της ΕΕ στην Τρίπολη, που έχει προγραμματιστεί για τις 7 Ιανουαρίου, καθώς έχει έρθει σε ρήξη με την κυβέρνηση της Τρίπολης και δεν είναι σε θέση να παίξει διαμεσολαβητικό ρόλο.
Αυτή τη στιγμή, όπως φαίνεται, ο διπλωματικός δίαυλος με το Βερολίνο αντιμετωπίζει προβλήματα “ψύχους” και υπερφόρτωσης. Επίσης ζήτημα αποτελεί η ποιότητα του κοινού μετώπου με την Κύπρο. Παρέμβαση στις εξελίξεις, όμως, ασκεί και η Μεγάλη Βρετανία, η οποία -με βάση τις τελευταίες πρωτοβουλίες της- κινείται εγγύτερα στον τουρκικό άξονα, εξυπηρετώντας ενδεχομένως και τα συμφέροντα του Ντόναλντ Τραμπ.
Στην Ευρώπη όμως, όπως φάνηκε από την τελευταία Σύνοδο Κορυφής το κοινό μέτωπο έναντι της Τουρκίας παρουσιάζει ρωγμές και η Γερμανία δεν εμφανίζεται διατεθειμένη να δαπανήσει πολιτικό κεφάλαιο για να πιέσει για την αποδοχή του East Med, όταν ο δικός της αγωγός, ο Nord Stream 2 αντιμετωπίζει κυρώσεις από τις ΗΠΑ.
Με τις ΗΠΑ απρόθυμες να αναλάβουν ενεργητικές πρωτοβουλίες στην περιοχή όμως και παίζοντας πίσω από τα τοπικά -και ανώριμα ακόμα- σχήματα ασφάλειας, ενώ παράλληλα ο Λευκός Οίκος επιμένει στην προνομιακή μεταχείριση της Τουρκίας, τα περιθώρια ανάσχεσης της τουρκικής προκλητικότητας και των τετελεσμένων που επιχειρεί να δημιουργήσει η Άγκυρα, μέσω αυτού του διαύλου είναι εξαιρετικά περιορισμένα.
Αντιθέτως, το θέμα της Λιβύης τίθεται πλέον από τη Γερμανία στη βάση του ευρύτερου ενεργειακού σχεδιασμού της ΕΕ, ενώ η Τουρκία θέτει στο ίδιο πλαίσιο το Κυπριακό, το προσφυγικό και τη Συρία. Συνεπώς, ακόμα και αν η Γερμανία εξωθήσει το Κυπριακό από το πακέτο η εξαίρεση του προσφυγικού θα απαιτήσει άλλες συναινέσεις και συμβιβασμούς, για τους οποίους δεν είναι βέβαιο αν και κατά πόσο έτοιμη είναι η ελληνική πολιτική σκηνή και η κοινωνία.
Η Ελλάδα στη γωνία
Χωρίς ικανά ερείσματα στο πλαίσιο της ΕΕ και με την Ιταλία να διατηρεί ενεργό απευθείας δίαυλο επικοινωνίας με την Τουρκία, αλλά να μην ενημερώνει σχετικά την Αθήνα, ούτε τη Λευκωσία, τείνει να διαμορφωθεί πλέγμα που διατηρεί την Ελλάδα εκτός τροχιάς των εξελίξεων. Όπερ σημαίνει ότι ακόμα και αν αποτραπεί η στρατιωτική εμπλοκή της Τουρκίας στη Λιβύη, η Άγκυρα θα έχει λόγο στη διαδικασία αποκατάστασης της σταθερότητας και λόγο στο νέο καθεστώς.
Σε ένα τέτοιο σενάριο, η Ελλάδα το μόνο που μπορεί να ελπίζει είναι την εξαίρεση του Μνημονίου και των διμερών ζητημάτων από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων για τον καθορισμό της επόμενης ημέρας. Σε αυτή την περίπτωση, όμως, η Αθήνα μένει με το πρόβλημα και δύο χώρες απέναντι, πλέον ενώ η Αίγυπτος θα αναζητήσει λύσεις με τη διάδοχη κατάσταση στη Λιβύη και το Ισραήλ θα αναγκαστεί μέσω ΗΠΑ να εξετάσει εναλλακτικές για τον East Med.
Παίζει με Μόσχα και Ουάσιγκτον ο Μητσοτάκης
Η ελληνική κυβέρνηση επιχειρώντας να αντιδράσει στο σκηνικό αυτό και να διεκδικήσει θέση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για την επόμενη ημέρα προωθεί οδικό χάρτη 6+1 σημείων, ενώ παράλληλα επιδιώκει να αναδειχθεί ως προτιμητέος εταίρος των χωρών της ευρύτερης περιοχής, Σαουδική Αραβία, Ιορδανία, Αίγυπτος, και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Με τον τρόπο αυτό εκτιμάται ότι μπορεί να αυξήσει το γεωστρατηγικό της εκτόπισμα σε επίπεδο που θα της επιτρέψει να διεκδικήσει με αξιώσεις ρόλο.
Ισχυρότερα είναι τα ερείσματα διαθέτει η ελληνική κυβέρνηση στις ΗΠΑ, όπου η συνεργασία με το Ισραήλ έχει συμβάλλει στην σύμπτυξη των δύο μετώπων για την ανατολική Μεσόγειο, ενώ οι στενές σχέσεις με την Αίγυπτο φαίνεται ότι αποτελούν “κλειδί” για τον στενό κύκλο του Ντόναλντ Τραμπ.
Η Ελλάδα επίσης ποντάρει στη δυναμική βελτίωσης των σχέσεων με τη Ρωσία μέσα από μια tit-for-tat πολιτική που διευκολύνει την ενίσχυση του γεωπολιτικού στίγματος της Μόσχας στην περιοχή, με την αύξηση της διπλωματικής παρουσίας και της ναυτικής κινητικότητας. Παράλληλα, επιδιώκει και την εμπέδωση νέας πολιτικής σχέσης στην κορυφή με “ανταλλαγές κρατουμένων”.
Τέλος, ο Έλληνας πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, έχει δείξει πρόθυμος να ζητήσει το ενδεχόμενο προσφυγής στη Χάγη, κίνηση που ωστόσο έχει σοβαρά μειονεκτήματα και νομικές παγίδες. Αν και μια τέτοια προοπτική φαίνεται να εξασφαλίζει διπλωματική διέξοδο από το πολιτικό αδιέξοδο, εν τούτοις, υπό τις τρέχουσες συνθήκες δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι θα δημιουργούσε κακό νομικό προηγούμενο και θα πάγωνε απριόρι την επέκταση της αιγιαλίτιδας και την ανακήρυξη ΑΟΖ.