Να διατηρήσει υψηλούς τόνους και την προσοχή όλων στραμμένη στη Λιβύη επιχειρεί ο Ταγίπ Ερντογάν προαναγγέλλοντας καθημερινά την αποστολή τουρκικών στρατευμάτων προς υποστήριξη της κυβέρνησης της Τρίπολης, απέναντι στην επέλαση των δυνάμεων του Χαλίφα Χαφτάρ, που έχουν ξεκινήσει νέα επιχείρηση κατάληψης της Τρίπολης.
Έτσι, ο Τούρκος πρόεδρος μια ημέρα μετά την φαινομενικά impromptu επίσκεψή του στην Τυνησία, μιλώντας σε κομματική εκδήλωση ανήγγειλε την κατάθεση νομοσχεδίου για την αποστολή στρατευμάτων στη Λιβύη, κατά παράβαση του εμπάργκο του ΟΗΕ.
Η κίνηση, που είχε πολλάκις προαναγγελθεί -και για πολλούς βρίσκεται υλοποιείται ήδη σε επίπεδο ειδικών δυνάμεων-, ήταν εξ αρχής στο playbook του Ταγίπ Ερντογάν και ως εκ τούτου, δεν αποτελεί έκπληξη σε πολιτικό, διπλωματικό και στρατηγικό επίπεδο.
Κατά τη διάρκεια ομιλίας του σε μέλη του κόμματός του στην Αγκυρα, ο Τούρκος Πρόεδρος έκανε λόγο για εισβολή εις βάρος της νόμιμης κυβέρνησης της Τρίπολης (αναφερόμενος στις δυνάμεις του Χαλίφα Χαφτάρ) και ανέφερε:
«Στη βάση του μνημονίου στρατιωτικής συνεργασίας και ασφάλειας, ελπίζω ότι, αμέσως μόλις ανοίξει η Βουλή ότι θα παρουσιάσουμε το σχέδιό μας ενώπιόν της, για αποστολή στρατευμάτων στη Λιβύης. Ετσι θα μπορέσουμε έτσι να ανταποκριθούμε θετικά στην πρόσκληση της νόμιμης κυβέρνησης της Λιβύης και να τη στηρίξουμε στρατιωτικά»
Σε αυτή τη φάση, βέβαια, όπως προκύπτει από πρόσφατες δημοσκοπήσεις, τα ελληνοτουρκικά διευκολύνουν την “επιχείρηση διαφυγής” της ελληνικής κυβέρνησης από το προσφυγικό-μεταναστευτικό, που αποτελεί έτερο μοχλό πίεσης της Τουρκίας και στοχεύει στη συντηρητική και υπερσυντηρητική βάση της κυβέρνησης Μητσοτάκη καθώς και στην εικόνα της διεθνώς.
Διπλωματικά,ο Ταγίπ Ερντογάν προσπαθεί στρατιωτικοποιώντας την αντιπαράθεση και αναλαμβάνοντας δράση επί του εντόνως πολιτικά αμφιλεγόμενου και νομικά αμφισβητούμενου Μνημονίου, να δημιουργήσει τετελεσμένα και να πειθαναγκάσει τις ΗΠΑ να αποδεχθούν την ex post αναθεώρηση της στρατηγικής τους στην Ανατολική Μεσόγειο.
Πολιτικά, για τον Τούρκο πρόεδρο ακόμα και μια σιωπηρή υπαναχώρηση των ΗΠΑ, όχι μόνο από τον Λευκό Οίκο, αλλά και από το Κογκρέσο, θα ήταν αρκετή -σύμφωνα με τους σχεδιασμούς του- ώστε να εξαναγκάσει Ελλάδα, Κύπρο και Ισραήλ να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με ανοιχτή ατζέντα και χωρίς προαπαιτούμενα.
Συγκυριακά, ο Ταγίπ Ερντογάν γνωρίζει ότι ο χρόνος κυλάει αντίστροφα και ότι η ανατροπή του status quo στην ανατολική Μεσόγειο και τη Βόρεια Αφρική είναι δρομολογημένη από τις ΗΠΑ, ενώ η Ρωσία επιδιώκει συγκεκριμένα μόνο -οφέλη και καθυστερήσεις-. Συνεπώς, η στρατηγική της Άγκυρας εστιάζει είτε στην ολοσχερή ανάσχεση που θα της δώσει χρόνο, είτε σε τροποποιήσεις τελευταίας στιγμής που θα ενσωματωθούν με την ορμή του κατεπείγοντος περιορίζοντας τα περιθώρια αντίδρασης των υπολοίπων χωρών.
Ψυχολογικά, οι διαρκείς δηλώσεις και η ένταση που αυτές συντηρούν στοχεύουν να διασπάσουν το μέτωπο στήριξης του Χαφτάρ, οδηγώντας σε εσωτερική αναδιάταξη δυνάμεσων στη Λιβύη και να εξαντλήσουν τη φαρέτρα Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ, που πιεζόμενες από την κοινή γνώμη αντιδρούν σε κάθε κίνηση της Τουρκίας, όταν στην πραγματικότητα δεν υπάρχει ουσιαστική κινητικότητα, παρά μόνο προκλητικότητα και παραβατικότητα.
Ο Τούρκος πρόεδρος εκμεταλλεύεται στο έπακρο τις καλές σχέσεις του με τον Ντόναλντ Τραμπ καθώς και ενδεχόμενα συμφέροντα που φέρεται να έχει ο πρόεδρος των ΗΠΑ.
Ο χρόνος που απομένει χωρίζεται σε δύο στάδια, το πρώτο είναι 90 ημερών και ορίζεται από την προθεσμία που έχει δώσει το Κογκρέσο μέσω του East Med Act, σε Πεντάγωνο και State Department ώστε να υποβάλλουν τη στρατηγική ασφαλείας και στήριξης των χωρών που εντάσσονται και εξυπηρετούν τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή. Εν συνεχεία, υπάρχει μια δεύτερη περίοδος μέχρι τις αμερικανικές εκλογές του 2020 η οποία τείνει να επιμηκυνθεί εφόσον ο Τραμπ κερδίσει τις εκλογές. Σε αυτή την περίοδο και ιδιαίτερα μέχρι τις εκλογές ο Ερντογάν φιλοδοξεί στηρίζοντας τις πολιτικές τραμπ να δρέψει άμεσα οφέλη.
Εργαλειοποίηση της Ιστορίας
Ο Ερντογάν προσπάθησε μάλιστα να περιβάλει με ιδιαίτερες ιστορικές αναφορές τις σχέσεις Τουρκίας – Λιβύης, λέγοντας:
«Όπως όλη η Βόρεια Αφρική, έτσι και η Λιβύη έχει εκατομμύρια αδέλφια μας που διατηρούν στενούς δεσμούς με τη χώρα μας. Ασχετα με τις σχέσεις των κυβερνήσεών μας, οι λαοί μας είχαν πάντοτε στενούς δεσμούς. Ακόμη και ο σημερινός πρόεδρος της Λιβύης έχει συγγενείς εδώ.
Είναι φανερό πόσο στενοί είναι οι δεσμοί. Παρακολουθούμε στενά τα προβλήματα που έχουν αντιμετωπίσει οι αδελφοί μας στη Λιβύη.
Από την αρχή έχουμε εναντιωθεί στις επιθέσεις εις βάρος της νόμιμης κυβέρνησης από έναν πραξικοπηματία στρατηγό. Εχουμε παράσχει κάθε είδους υποστήριξη στην κυβέρνηση της Τρίπολης που μάχεται εναντίον ενός πραξικοπήματος, το οποίο υποστηρίζεται από πολλές ευρωπαϊκές και αραβικές χώρες».