Ιδιαίτερα κρίσιμες έως και καθοριστικές θα είναι για την Ελλάδα, τα ελληνοτουρκικά, το κυπριακό και το status quo της Ανατολικής Μεσογείου οι επόμενες 90 ημέρες, εντός των οποίων καλεί το Κογκρέσο των ΗΠΑ τους υπουργούς Άμυνας και Εξωτερικών να υποβάλλουν τις τελικές προτάσεις τους για τη διασφάλιση της σταθερότητας στην περιοχή στο πλαίσιο του East Med Act.
Όπως είναι προφανές τις τελευταίες ημέρες και ώρες η κινητικότητα όλων των εμπλεκομένων μερών κλιμακώνεται, εντείνεται και τα μέτωπα αρχίζουν να σχηματοποιούνται. Ωστόσο, υπάρχουν ακόμα πολλοί και καθοριστικοί για την έκβαση της αντιπαράθεσης παράγοντες που παραμένουν άγνωστοι.
Η ψήφιση νομοσχεδίων από τις ΗΠΑ που θέτουν σε κίνηση τον μηχανισμό εμπέδωσης του νέου γεωοικονομικού δόγματος της Ανατολικής Μεσογείου σε συνδυασμό με τις επικείμενες προεδρικές εκλογές του 2020 δημιουργούν μια πιεστική δυναμική, για την περιοχή. Την ίδια στιγμή η νωχελικότητα της ΕΕ, που βρίσκεται σε μεταβατική φάση, επιτρέπει στην Τουρκία να εντείνει τον αποσταθεροποιητικό της ρόλο, με τις πλάτες μάλιστα της Ρωσίας, με την οποία αντιπαρατίθεται μέσω τρίτων και εκ του ασφαλούς, αποδεικνύοντας ότι μπορεί να παίξει πολυδιάστατο ρόλο.
Το status των εξελίξεων στην ανατολική Μεσόγειο, παραμένει “αναδυόμενη κρίση”, καθώς για την ώρα δεν υπάρχουν οι μεταβολές εκείνες που θα επέτρεπαν την αναβάθμισή της σε “κρίση εν εξελίξει”, δεδομένου ότι οι έως τώρα κινήσεις δεν έχουν προκαλέσει ευθείες αντιπαραθέσεις και η στρατιωτικοποίηση παραμένει εμβρυακή και σε ρητορικό επίπεδο.
Υπάρχουν, όμως, άμεσοι κίνδυνοι οι οποίοι εφόσον εκδηλωθούν θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε διάχυση της έντασης και να οδηγήσει σε κλιμάκωση. Τέτοιοι είναι η στρατιωτική εμπλοκή Τουρκίας και Αιγύπτου στη Λιβύη, το spillover effect στο Αιγαίο και η αδυναμία ΗΠΑ και ΕΕ να παίξουν ρυθμιστικό ρόλο.
Ελλάδα, Αίγυπτος, Ισραήλ, Κύπρος, αποτελούν το ένα μέτωπο της Ανατολικής Μεσογείου, το οποίο συγκροτείται σε δύο διαφορετικές και αλληλοσυνδεόμενες δομές, υπό την αιγίδα των ΗΠΑ:
- Την αμυντική συνεργασία Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ, στο πλαίσιο της οποίας ισραηλινά F-16 εμφανίζονται στο FIR Λευκωσίας
- Το σχήμα Ελλάδα-Κύπρος-Αίγυπτος, το οποίο διενεργεί ναυτικά γυμνάσια και ασκήσεις έρευνας και διάσωσης στην Ανατολική Μεσόγειο, με επίκεντρο το πλοίο αμφίβιων επιχειρήσεων Αιγύπτου, Μιστράλ, που προσφέρει συγκριτικό πλεονέκτημα στην περιοχή, καθώς το αντίστοιχο τουρκικό δεν είναι έτοιμο και φαίνεται ότι η ολοκλήρωσή του θα καθυστερήσει.
Το σκηνικό αυτό προσομοιάζει με προοίμιο εδραίωσης ενός περιφερειακού μικρού-NATO στην Ανατολική Μεσόγειο, με αρχιτεκτονική πιο κοντά στις ευρωπαϊκές δομές ασφάλειας. Οι δομές αυτές θα μπορούσαν να αποκτήσουν μόνιμη σύνδεση με την ΕΕ μέσω της Med7, στην οποία συμμετέχουν Γαλλία, Ισπανία και Ιταλία προσφέροντας άμεση πρόσβαση στον πυρήνα.
Επίσης, με δεδομένο ότι ένα τμήμα του East Med καταλήγει στα Βαλκάνια, σημαντικό είναι να αναγνωριστεί και αυτή η πτυχή, η οποία αν και παραμένει συγκριτικά με το υπόλοιπο σκέλος ανώριμη στρατηγικά, αποτελεί παράμετρο που λαμβάνεται υπόψη. Ιδιαίτερα η Τουρκία που έχει επενδύσει στους βαλκανικούς της βραχίονες, αλλά και οι ΗΠΑ-Ρωσία, στο πλαίσιο του ιδιότυπου ενεργειακού-γεωοικονομικού ανταγωνισμού, μέσω του οποίου επιχειρούν να επαναπροσδιορίσουν τις σφαίρες επιρροής, έχουν ισχυρά συμφέροντα και κοινωνικά ερείσματα, τα οποία έχουν εξασκήσει ουκ ολίγες φορές, με ανησυχητικές συνήθως επιπτώσεις για την ασφάλεια της περιοχής.
Εν μέρει, όμως, στις εξελίξεις εμπλέκεται και το NATO, το οποίο έχει ανάγκη την Τουρκία για την ανάσχεση της ρωσικής προκλητικότητας και επιρροής στις χώρες της Μαύρης Θάλασσας, καθώς είναι μόνη χώρα-μέλος της Συμμαχία με δικαίωμα απεριόριστης πλεύσης και δύναμης στη συγκεκριμένη περιοχή. Χαρτί το οποίο παίζει η Άγκυρα κατά κόρον στις διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ για τους S-400 και τη Μεσόγειο, επιχειρώντας τη διασύνδεση των μετώπων, υπό τη μαξιμαλιστική εξωτερική πολιτική που παγίως εφαρμόζει.
Η στάση αντιπάλων, εταίρων, φίλων και συμμάχων
Η ΕΕ, μέχρι στιγμής έχει σταθεί στο πλάι του αναγνωρισμένου από τον ΟΗΕ πρωθυπουργού της Λιβύης, Αλ Σαράζ, με τον οποίο, όμως υπέγραψε τα Μνημόνια ο Ταγίπ Ερντογάν. ΗΠΑ και Ρωσία αν και έχουν στηρίξει τον Χαφτάρ, εν τούτοις δεν έχουν εγκαταλείψει τον Αλ Σαράζ και μιλούν δημοσίως για συμβιβασμό.
Η στάση εταίρων και συμμάχων της Ελλάδας στην ανατολική Μεσόγειο και τον εμφύλιο στη Λιβύη, δεν προσδιορίζεται αυτόνομα με βάση τις τρέχουσες εξελίξεις στην περιοχή, αλλά αποτελεί προϊόν ευρύτερων και φαινομενικά ασύνδετων ισορροπιών και μετώπων, τα οποία αν και δεν εμπλέκουν -απαραίτητα- την Ελλάδα και την Τουρκία, επιδρούν καταλυτικά σε αυτές.
Από αμερικανικής πλευράς αν και τα δύο τελευταία νομοσχέδια που πέρασαν ενισχύουν τις σχέσεις με Ελλάδα και Κύπρο και αποδυναμώνουν τους δεσμούς με την Τουρκία, εν τούτοις πολλά ζητήματα παραμένουν ρευστά ακόμα, ενώ η χώρα οδηγείται σε εκλογές και ο Τραμπ πιέζεται πολιτικά και επιχειρεί να αντλήσει στήριξη. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο με την Τουρκία να πιέζει αφόρητα και πολλά ερωτηματικά για τις σχέσεις του Τραμπ με τον Ερντογάν και τα συμφέροντα του Αμερικανού προέδρου στην Τουρκία, που είχε καταγγείλει ο πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας, Τζον Μπόλτον, θολά, πολλά μπορούν αλλάξουν. Σε κάθε περίπτωση, από ελληνικής πλευράς αναμένουν να ξεκαθαρίσει το τοπίο με τις ΗΠΑ στη συνάντηση που θα έχει στις αρχές του έτους ο Κυριάκος Μητσοτάκης με τον Ντόναλντ Τραμπ.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι από πλευράς των ΗΠΑ εγκρίθηκαν ταυτόχρονα μια σειρά νομοθετημάτων
- Τις κυρώσεις κατά της Τουρκίας στο πλαίσιο του νόμου CAATSA για την αγορά των S-400
- Την άρση του εμπάργκο όπλων στην Κύπρο
- Το East Med Act, στο πλαίσιο του οποίου αναβαθμίζεται η αμυντική συνεργασία Ελλάδας και Κύπρου με τις ΗΠΑ, εξαιτίας του αγωγού East Med ο οποίος άπτεται αμερικανικών και ισραηλινών συμφερόντων
- Οι κυρώσεις στις εταιρίες που συμμετέχουν στην κατασκευή του Nord Stream 2 και στον Turk Stream
Αυτών, όμως, είχε προηγηθεί η οριστικοποίηση της κατ΄αρχήν εμπορικής συμφωνίας και επί του κειμένου, μεταξύ Ουάσιγκτον-Πεκίνου, που οδηγεί στην αποκλιμάκωση του εμπορικού πολέμου.
Επίσης, η ΕΕ συνέβαλλε καθοριστικά στην επίτευξη συμφωνίας 5ετούς διάρκειας μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας για την προμήθεια ρωσικού αερίου στην Ευρώπη.
Είναι λοιπόν προφανές ότι ο East Med και οι εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο εξαρτώνται άμεσα από το ευρύτερο ενεργειακό τοπίο στην ΕΕ, επί του οποίου οι ΗΠΑ επιχειρούν να αποκτήσουν μερίδιο, ενώ η Ρωσία ενισχύει διαρκώς τη θέση της. Παράλληλα, ο Ντόναλντ Τραμπ, εντάσσει τους αγωγούς στην ευρύτερη εμπορική διαπραγμάτευση με την ΕΕ, περιπλέοκοντας το σκηνικό και το διακύβευμα.
ΗΠΑ VS Ρωσία και η ΕΕ παρατηρητής
Η Ρωσία, από την πλευρά της θέλει αφενός να περιορίσει την επιρροή των ΗΠΑ στα Βαλκάνια, να ελέγξει ή να αποδυναμώσει τον ανατολικό ενεργειακό διάδρομο της ΕΕ και να παγιοποιήσει το “αβλαβές” ρήγμα στο NATO, καθιερώνοντας εαυτόν ως εν δυνάμει προμηθευτή αμυντικού υλικού χωρών-μελών της Συμμαχίας, μέσω της αποδοχής της πώλησης των S-400 στην Τουρκία, ως τετελεσμένο και της αποδοχής της κρισιμότητας του ρόλου της Άγκυρας για την περιεφεριακή ασφάλεια της ΕΕ. Έτσι, ο Βλάντιμιρ Πούτιν, δεν αντιτίθεται, ούτε θίγεται από τις επιθέσεις που δέχεται από τον Ταγιπ Ερντογάν για το προσφυγικό και τον ρόλο της Ρωσίας στη Λιβύη, καθώς αμφότερες αντιπαλότητες εξυπηρετούν τον βασικό στόχο του εκφοβισμού της ΕΕ ώστε να πειθαναγκαστεί να υποστηρίξει τα ρωσικά συμφέροντα έναντι αυτά των ΗΠΑ, “χαρίζοντας” το νατοϊκό άλλοθι της… Τουρκίας.
Ρόλο Game Changer διεκδικεί, όμως, το αμερικανικό Κογκρέσο, το οποίο πιέζει παράλληλα ΕΕ και Τουρκία, επιχειρώντας με επίκεντρο Ελλάδα και Κύπρο να επιβάλλει τη γεωοικονομική στρατηγική του Χένρι Κίσσιντζερ, την οποία προώθησε σε συνεργασία με το Ισραήλ ο γαμπρός του Ντόναλντ Τραμπ, Τζάρεντ Κούσνερ. Έτσι, ένα μεγάλο σκέλος της αντιπαράθεσης για την ανατολική Μεσόγειο εξελίσσεται στους διαδρόμους του Καπιτολίου, μεταξύ λομπιστών που δουλεύουν για λογαριασμό της Ελλάδας, της Κύπρου και κυρίως του Ισρσαήλ και άλλων που βρίσκονται στο payroll του Ταγίπ Ερντογάν. Ομάδες πίεσης διαθέτει και η ΕΕ, η οποία όμως προτιμά το παιχνίδι της αναμονής και των καθυστερήσεων, θέλοντας να είτε να βρει τον Τραμπ σε πιο αδύναμη θέση, είτε να διαπραγματευτεί σε διαφορετική βάση με διάδοχό του.