Πολλών ερμηνειών επιδέχονται οι δηλώσεις του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Μελβούτ Τσαβούσογλου σχετικά με το ενδεχόμενο για κοινή προσφυγή Ελλάδας-Τουρκίας στη Χάγη προκειμένου να επιλύσουν το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας, δεδομένης της χρονικής στιγμής και των πιέσεων που αναπτύσσονται στην ευρύτερη περιοχή και τον διακηρυγμένο στόχο της Τουρκίας να δημιουργήσει τελεσμένα στην ελληνική υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ (η οποία όμως δεν έχει ακόμα ανακηρυχθεί).
Η Τουρκία δεν είναι αντίθετη, από θέση αρχής, με το πνεύμα της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) δηλώνει ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου σε συνέντευξή του σε κυριακάτικη εφημερίδα, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο για μια κοινή προσφυγή με την Ελλάδα στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Οι δηλώσεις φαίνεται ότι εξυπηρετούν το επικοινωνιακό σκέλος της τουρκικής στρατηγικής, θέλοντας να δημιουργήσουν την αίσθηση ότι η Άγκυρα διατηρεί ανοιχτούν διαύλους και σεβασμό για τους διεθνείς οργανισμούς και να χρεώσουν την Αθήνα αδιαλλαξία και συγκρουσιακή προδιάθεση,
Σε συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής» ο Τούρκος ΥΠΕΞ διευκρινίζει ότι η επιλογή να αχθούν οι διαφορές μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδος στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης δεν συζητήθηκε ανοικτά στη συνάντηση του Τούρκου προέδρου με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στο Λονδίνο, «καθώς είναι ένα ζήτημα που αφορά μεταγενέστερο στάδιο».
«Δεν αναγνωρίζουμε αυτόματα την υποχρεωτική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου και η Ελλάδα έχει διατυπώσει επιφύλαξη επί της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου για τις θαλάσσιες οριοθετήσεις. Ωστόσο παραμένουμε ανοιχτοί σε όλες τις επιλογές που είναι αποδεκτές για τις δύο πλευρές, αλλά πρέπει να έχουμε μια διαδικασία διαλόγου για να φτάσουμε σε ένα αμοιβαία αποδεκτό αποτέλεσμα»,
υπογραμμίζει.
Ο κ. Τσαβούσογλου υποστηρίζει επίσης ότι «το δικαίωμα των νησιών να έχουν θαλάσσιες ζώνες δεν είναι αυτόματο» αλλά υπόκειται σε περιορισμούς με βάση τις ειδικές περιστάσεις και τη νομολογία.
Αναφερόμενος στο μνημόνιο κατανόησης Τουρκίας-Λιβύης, αναφέρει ότι «στην περιοχή μας υπάρχουν περίπλοκα προβλήματα για οποία κάθε μέρος έχει τη δική του ερμηνεία».
«Από την αρχή η Τουρκία υιοθέτησε πάντοτε μια πολιτική, επιδιώκοντας διάλογο για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων» δηλώνει, ισχυριζόμενος ότι «οι εκκλήσεις μας για διάλογο έχουν πέσει σε ώτα μη ακουόντων». Προσθέτει ακόμη πως «η Τουρκία, όπως έπραξε και στο παρελθόν, θα συνεχίσει να υπερασπίζεται τα δικαιώματα και τα συμφέροντά της στην περιοχή αυτή» και αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο αποστολής ερευνητικού σκάφους στην επίμαχη περιοχή οριοθέτησης Τουρκίας – Λιβύης.
Αναφερόμενος στο Κυπριακό επικρίνει τους Ελληνοκυπρίους για την άρνησή τους «να αποδεχθούν την πολιτική ισότητα». «Ό,τι κι αν ισχυρίζεται, η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν επιθυμεί να μοιραστεί την εξουσία και την ευημερία με τους Τουρκοκυπρίους. Αντιθέτως, προτιμά να τους θεωρεί μειονότητα σε ένα ενιαίο κράτος», δηλώνει.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι η συνέντευξη σε ελληνικό έντυπο παραχωρείται και δημοσιεύεται μετά την ψήφιση και την υπογραφή από τις ΗΠΑ του East Med Act και του αμυντικού προϋπολογισμού των ΗΠΑ, που περιλαμβάνουν τροπολογίες οι οποίες δημιουργούν δυναμική αναδιάρθρωσης των ισορροπιών στην περιοχή.