Εν αμφιβόλω τίθεται πλέον η ολοκλήρωση του Nord Stream 2 καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ ενέκρινε το νομοσχέδιο για την υιοθέτηση και εφαρμογή κυρώσεων κατά των εταιριών και προσώπων που συμμετέχουν στην κατασκευή του΄έργου των 9,2 δισ. ευρώ.
Για την Ουάσιγκτον, η ενίσχυση της ενεργειακής εξάρτησης της Γερμανίας και κατ΄επέκταση της Ευρώπης από τη Ρωσία αποτελεί ιδιαίτερα αρνητική εξέλιξη η οποία υπονομεύει τις σχέσεις με τις ΗΠΑ και εντείνει τη δυνατότητα επιρροής της Μόσχας στις εσωτερικές υποθέσεις της ΕΕ.
Τόσο το Βερολίνο όσο και οι Βρυξέλλες, αντιδρούν στις αμερικανικές κυρώσεις, υποστηρίζοντας ότι οι ΗΠΑ επιχειρούν να εμπλακούν στις εσωτερικές υποθέσεις της ΕΕ και υπονομεύουν την ενεργειακή ασφάλεια της Ένωσης. Η Ευρώπη έχει ανακοινώσει ότι θα αντιδράσει με αντίμετρα, ενώ έχει προετοιμάσει και εναλλακτικές λύσεις.
Η Μόσχα, από την πλευρά της, έχει ήδη εξαγγείλει αντίποινα στις αμερικανικές κυρώσεις, εντείνοντας τη μεταξύ τους αντιπαράθεση, ιδιαίτερα στα ενεργειακά.
Μια από τις εταιρίες που βρίσκονται στο στόχαστρο είναι η AllSeas, ολλανδοελβετικών συμφερόντων, στην οποία ανήκει το μεγαλύτερο πλοίο τοποθέτησης υποθαλάσσιων αγωγών στον κόσμο, το Pioneering Spirit, που συμμετέχει στο έργο βάσει σύμβασης με τη Gazprom. Η AllSeas ήδη ανακοίνωσε πως αναστέλλει τη συμμετοχή της στο έργο εν αναμονή εξελίξεων.
Στην πραγματικότητα, αν και η Ουάσιγκτον, που με μεγάλη πλειοψηφία και στα δύο νομοθετικά σώματα, υιοθέτησε τις κυρώσεις, δεν ενδιαφέρεται για την ενίσχυση της ρωσικής επιρροής στο Βερολίνο, αλλά το διακύβευμα είναι η δυνατότητα εξαγωγής αμερικανικού LNG και LPG στην κεντρική και Βόρεια Ευρώπη. Η προοπτική αυτή αποδυναμώνεται καθώς οι αγωγοί Nord Stream και Nord Stream 2 εξασφαλίζουν στην ΕΕ φθηνό και διαρκούς ροής ρωσικό φυσικό αέριο.
Οι κυρώσεις Τραμπ για τον Nord Stream αποτελούν ένα ακόμα βήμα στην κατεύθυνση της κλιμάκωσης της εμπορικής αντιπαράθεσης με την ΕΕ, ενώ τίθενται σε εφαρμογή ακριβώς μετά την οριστικοποίηση της κατ’ αρχήν εμπορικής συμφωνίας με την Κίνα, η οποία αναμένεται να υπογραφεί εντός των επομένων 30 ημερών.
Είναι λοιπόν προφανές ότι ο Τραμπ επιδιώκει να κλείσει το μέτωπο της Κίνας πριν αναζωπυρώσει τη σύγκρουση με την Ευρώπη. Ο Τραμπ, πάντως, αναμένεται να κινηθεί πιο επιθετικά απέναντι στην Ευρώπη, απ’ ότι απέναντι στο Πεκίνο, καθώς ο χρόνος για τις αμερικανικές εκλογές του 2020 μετράει αντίστροφα και χρειάζεται νίκες που θα στηρίξουν τους αγρότες και τις αμερικανικές εξαγωγές, ώστε να επιτύχει τους στόχους της πολιτικής του ατζέντας.
Τι προβλέπουν οι κυρώσεις των ΗΠΑ
Βάσει των διατάξεων του νόμου που αφορούν τον αγωγό, ο Nord Stream 2 -τεράστιο ενεργειακό έργο που θα μεταφέρει ρωσικό αέριο στη γερμανική αγορά μέσω της Βαλτικής Θάλασσας- αποτελεί «εργαλείο εξαναγκασμού και πολιτικής μόχλευσης» που θα μπορούσε να εξασθενίσει τους δεσμούς των ΗΠΑ με τη Γερμανία και την Ευρώπη.
Ο νόμος δίνει στον Τραμπ περιθώριο 60 ημερών για να επιβάλλει κυρώσεις σε σκάφη και εταιρείες που εγκαθιστούν σωληνώσεις ή συμμετέχουν στα έργα του Nord Stream 2 και του Turkstream, του αγωγού που θα μεταφέρει ρωσικό αέριο στην Τουρκία, καθώς και σε οποιονδήποτε άλλον που κρίνεται ότι υποστηρίζει τα έργα αυτά.
Ο Nord Stream 2, που αναμένεται να αρχίσει να λειτουργεί τους επόμενους μήνες, βρίσκεται στην καρδιά μιας οικονομικής και γεωπολιτικής διένεξης ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Θα διπλασιάσει τις ποσότητες ρωσικού φυσικού αερίου που διατίθεται στη δυτική Ευρώπη μέσω Γερμανίας.
Κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνδιάλεξής του με τον γερμανό ομόλογό του Χάικο Μάας χθες, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Μάικ Πομπέο επανέλαβε τη «σθεναρή εναντίωση» της Ουάσινγκτον στη συνέχιση της κατασκευής του Nord Stream 2.
Το έργο είναι μια επένδυση αξίας περίπου δέκα δισ. ευρώ που συγχρηματοδοτούν εξ ημισείας από τη μια η Gazprom και από την άλλη πέντε ευρωπαϊκές εταιρείες (ÖMV, Wintershall Dea, Engie, Uniper και Shell). Οι αμερικανικές κυρώσεις έχουν προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στην Ευρώπη και καταγγελίες για την επέμβαση της Ουάσινγκτον στη χάραξη ευρωπαϊκής ενεργειακής στρατηγικής.