Συμφωνία που θα επιτρέψει την άρση του εμπάργκο όπλων στην Κυπριακή Δημοκρατία, συμβάλλοντας δυνητικά στην παθητική χαλιναγώγηση της Τουρκίας, επιτεύχθηκε στο αμερικανικό Κογκρέσο, στο πλαίσιο του νομοσχεδίου για τον αμυντικό προϋπολογισμό.
Για την προώθηση της ρύθμισης που αίρει την απαγόρευση που ισχύει δια νόμου από το 1987, η Κύπρος αναγκάστηκε να περιορίσει την επιρροή της Ρωσίας, εξαναγκάζοντας σε φυγή τους Ρώσους ολιγάρχες και αποπληρώνοντας πρόωρα δάνειο προς το Κρεμλίνο, που είχε λάβει κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης.
Αν και τα δύο νομοθετικά σώματα του Κογκρέσου ενέκριναν δύο χωριστά κείμενα, από τα τέλη Ιουλίου, οι διαφορετικές προσεγγίσεις Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών στο θέμα της χρηματοδότησης του «τοίχου» που επιθυμεί να υψώσει ο Πρόεδρος Τραμπ στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού εμπόδιζαν τη συμφωνία για τον συγκερασμό των δύο κειμένων, στα οποία όμως το λεκτικό για την άρση του εμπάργκο ήταν πανομοιότυπο.
Τελικά, το Σαββατοκύριακο επήλθε συμφωνία μεταξύ των επιδιαιτητών που είχαν ορίσει Βουλή και Γερουσία, κάτι που επιβεβαιώθηκε τη Δευτέρα από επιφανή στελέχη των Δημοκρατικών, τα οποία ωστόσο δεν αποκάλυψαν λεπτομέρειες. Η ψηφοφορία επί του τελικού κειμένου στη Βουλή θα λάβει χώρα την Τετάρτη και θα ακολουθήσει η ψηφοφορία στη Γερουσία, είτε αργότερα την ίδια ημέρα, ή την επομένη. Μετά την έγκριση από τα δύο σώματα θα πάει στον Πρόεδρο Τραμπ για υπογραφή.
Βέβαια, για την ενεργοποίηση του νόμου απαιτείται υπογραφή του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος επιδιώκει ενεργά την επαναπροσέγγιση ΗΠΑ-Τουρκίας, παρά τις σθεναρές αντιδράσεις του κρατικού μηχανισμού και των νομοθετικών σωμάτων στις ΗΠΑ.
Τα σχετικά άρθρα αναφέρουν:
Πρώτον, επιτρέποντας την εξαγωγή, η επανεξαγωγή ή η μεταφορά οπλισμού που συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο πυρομαχικών των Ηνωμένων Πολιτειών (μέρος 121 του τίτλου 22, κώδικας ομοσπονδιακών κανονισμών) στην Κυπριακή Δημοκρατία θα προωθήσει τα συμφέροντα ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ευρώπη, συμβάλλοντας στη μείωση της εξάρτησης της κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας από άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των χωρών που αποτελούν προκλήσεις στα συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών σε όλο τον κόσμο, για υλικό που σχετίζεται με την άμυνα.
Δεύτερον, είναι προς το συμφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών να συνεχίσουν να υποστηρίζουν τις προσπάθειες υπό την διευκόλυνση των Ηνωμένων Εθνών για μια συνολική λύση στη διαίρεση της Κύπρου και επίσης για να ενταχθεί η Κυπριακή Δημοκρατία στο πρόγραμμα του ΝΑΤΟ “Συνεταιρισμός για την Ειρήνη”».
Τονίζεται ότι η εφαρμογή της διάταξης για άρση του εμπάργκο θα ισχύσει αμέσως μόλις ο νόμος τεθεί σε ισχύ κι ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ δεν θα εφαρμόζει την πολιτική της εξαγωγής, επανεξαγωγής ή μεταφοράς οπλισμού και αμυντικών υπηρεσιών στην Κυπριακή Δημοκρατία, αν το αίτημα έχει υποβληθεί από την κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας κι ο τελικός αποδέκτης είναι η Κυπριακή Δημοκρατία.
Επίσης σημειώνεται ότι η πολιτική άρνησης εξαγωγών, επανεξαγωγών ή μεταφοράς αμυντικών αντικειμένων από τον κατάλογο πυρομαχικών των Ηνωμένων Πολιτειών προς την Κυπριακή Δημοκρατία θα διατηρηθεί, «εκτός αν ο Πρόεδρος προσδιορίσει και πιστοποιήσει στις αρμόδιες επιτροπές του Κογκρέσου (Εξωτερικών και Στρατιωτικών της Βουλής και της Γερουσίας) όχι λιγότερο από μία φορά το χρόνο, ότι (Α) Η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας συνεχίζει να συνεργάζεται με την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών στις προσπάθειες για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων σχετικά με τους κανονισμούς για την καταπολέμηση τους ξεπλύματος χρήματος και την εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και (Β) η Κυβέρνηση της Κυπριακής έχει προβεί και συνεχίζει να λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να μην επιτρέπει στα ρωσικά στρατιωτικά πλοία την πρόσβαση σε λιμένες για ανεφοδιασμό και εξυπηρέτηση».
Μπλόκο στα τουρκικά F-35
Στο νομοσχέδιο επαναλαμβάνεται η απαγόρευση της μεταφοράς των μαχητικών F-35 στην Τουρκία, λόγω της αγοράς των ρωσικών πυραύλων S-400, ωστόσο δεν είναι γνωστό αν θα συμπεριληφθούν και πρόνοιες για κυρώσεις CAATSA τις οποίες προνοούσε το κείμενο που είχε εγκριθεί από τη Βουλή το καλοκαίρι.
Να σημειωθεί τέλος ότι την Τετάρτη πρόκειται να κατατεθεί στην Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας, από τον Πρόεδρο Τζιμ Ρις και τον επικεφαλής της μειοψηφίας Ρόμπερτ Μενέντεζ, το νομοσχέδιο για επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία, λόγω της εισβολής στο Ιράκ.