Ενώ τραπεζίτες και κυβέρνηση τρέχουν για την ενεργοποίηση του “Ηρακλή”, η Τράπεζα της Ελλάδος για το “συμπλήρωμα διατροφής” και όλοι μαζί για τις τιτλοποιήσεις, με στόχο τη μείωση του αποθέματος των NPE’s κάτω από το 20% το 2020 και κάτω από το 10% το 2021, EBA και SSM εκφράζουν ανησυχίες για τις επιπτώσεις των σχεδίων στην κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών.
Από τα στοιχεία που έχουν ήδη επεξεργαστεί οι ρυθμιστικές και εποπτικές αρχές της ΕΕ, στο πλαίσιο της άσκησης διαφάνειας και τα οποία αποτελούν τη βάση των stress tests του 2020, υπάρχουν αυξανόμενες ενδείξεις ότι οι στρατηγικές offloading που υλοποιούνται εγκυμονούν κινδύνους για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, έχει από καιρό επισημάνει την ανάγκη ταυτόχρονης ή έστω παράλληλης αύξησης κερδών και μείωσης NPE’s-NPL’s, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η κεφαλαιακή επάρκεια και η ρευστότητα των τραπεζών. Μέχρι στιγμής, πάντως, οι ελληνικές τράπεζες είναι εκτός στόχων τόσο στη μείωση των κόκκινων δανείων όσο και στην αύξηση της οργανικής κερδοφορίας.
Για το λόγο αυτό, τώρα, οι τραπεζίτες φαίνονται έτοιμοι να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα “Ηρακλής”, καθώς διασφαλίζει τη βελτίωση της τιμής πώλησης των κόκκινων δανείων, περιορίζοντας τις επιπτώσεις στην κεφαλαιακή επάρκεια. ΄Υπ αυτό το πρίσμα αιτιολογείται η απόφαση της Eurobank να καθυστερήσει την πώληση των δύο χαρτοφυλακίων κόκκινων δανείων και της θυγατρικής διαχείρισης, καθώς υπολογίζει ότι η ενεργοποίηση του “Ηρακλή” θα συμβάλλει στη μείωση του write-off.
Σε εσωτερικά memo’s ήδη γίνεται αναφορά στην ανάγκη να τεθούν πιο σαφή όρια και να συνδεθούν με συγκεκριμένο τρόπο οι μειώσεις NPE’s-NPL’s με την αύξηση της οργανικής κερδοφορίας και το risk profile των τραπεζών.
Για τα προβλήματα της σαθρής κεφαλαιακής διάρθρωσης των ελληνικών τραπεζών, λόγω της μεγάλης έκθεσης στον αναβαλλόμενο φόρο προειδοποίησε στην τελευταία έκθεσή του και το ΔΝΤ. Εκεί επισημαίνεται ότι τα κεφάλαια αυτά δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την απορρόφηση ζημιών από πωλήσεις χαρτοφυλακίων. Επίσης, στις τελευταίες εκθέσεις οίκων και αρχών φαίνεται ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν μειώσει και διαθέτουν χαμηλότερους συγκριτικά δείκτες κάλυψης NPL’s από τις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Εκτός στόχων τα κέρδη
Από την άλλη πλευρά, η υστέρηση των τραπεζών στην αύξηση της οργανικής και επαναλαμβανόμενης κερδοφορίας, ήταν αυτή που οδήγησε στις ομολογουμένως “άτσαλες” αυξήσεις χρεώσεων στις αναλήψεις και τις ηλεκτρονικές συναλλαγές, προκαλώντας την αντίδραση της κυβέρνησης και των Αρχών.
Οι τραπεζίτες όμως πιάνονται εκτός θέσης και στο σκέλος της ανάπτυξης νέων δραστηριοτήτων, καθώς ακόμα δεν έχουν κάνει τα βήματα που απαιτούνται για την ορθή τιμολόγηση και διαχείριση του νέο-αναλαμβανόμενου κινδύνου, ενώ υπολείπονται και τις πωλήσεις τραπεζασφαλιστικών προϊόντων που παράγουν προμήθειες και αυξάνουν την κινητικότητα στον ευρύτερο χρηματοπιστωτικό και ασφαλιστικό τομέα.
Έξοδα, εθελουσίες… προβλήματα
Υπεραισιόδοξες, όμως, αποδεικνύονται και οι προβλέψεις των τραπεζιτών για μείωση δαπανών, καθώς παρά τις εθελουσίες και τη συρρίκνωση των δικτύων το λειτουργικό κόστος των τραπεζών σε συνολική και ανά μονάδα βάση παραμένει υψηλό, ενώ η αντίστοιχη παραγωγή κεφαλαίου χαμηλή.
Από τα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους οι EBA, SSM και οι σύμβουλοι των τραπεζών προκύπτει ότι τα projects τεχνολογικού εκσυγχρονισμού και διοικητικής αναδιάρθρωσης στις περισσότερες ελληνικές συστημικές τράπεζες είτε έχουν μείνει πίσω, είτε αυτά που υλοποιούνται απέχουν παρασάγγας από αυτά που είχαν συμφωνηθεί και περιλαμβάνονται στα business plans που έχουν υποβληθεί.
Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, η στόχευση των μέτρων μείωσης του κόστους προσωπικού εστιάστηκε στα παραγωγικά στελέχη των τραπεζών, στη λειτουργική δομή, εκεί που μέχρι τώρα οι τράπεζες επένδυαν για εκπαίδευση, με αποτέλεσμα στελέχη με προσόντα και σε ηλικία προσφοράς, να βρεθούν εκτός συστήματος. Τώρα, οι τράπεζες κινδυνεύουν από έλλειψη στελεχών με προοπτική, την εσωτερική αντίσταση στην αλλαγή λόγω της διατήρησης σε υπηρεσία ηλικιακά μεγαλύτερων στελεχών σε καίριες θέσεις που αντιδρούν τόσο αλλαγές όσο και στην ταχύτητα που αυτές επιβάλλονται.