Αποτελέσματα που υπερβαίνουν τα στενά όρια του τραπεζικού συστήματος φαίνεται ότι προκάλεσε η έφοδος της Επιτροπής Ανταγωνισμού στις τράπεζες, καθώς υπάρχουν βάσιμα σενάρια βάσει των οποίων προωθείται η “μοντελοποίηση” της πρακτικής αυτής των αρχών, με στόχο το άνοιγμα συγκεντρωμένων αγορών, δίνοντας έτσι σήμα σε μικρότερους ή και νέους διεθνείς παίκτες ότι η κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να “σπάσει αυγά για να κάνει ομελέτα”.
Έτσι, ενώ η Επιτροπή Ανταγωνισμού δεν έχει ακόμα ολοκληρώσει την επεξεργασία των στοιχείων που συνέλεξε για τις τράπεζες, η ανησυχία για τον επόμενο στόχο της αρχής είναι πρόδηλη, καθώς αυτός συναρτάται με την ωριμότητα νέων σχημάτων ή και παλαιότερων να προκαλέσουν αναδιάταξη δυνάμεων.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, η πλέον ώριμη αγορά φαίνεται να είναι η τηλεπικοινωνιακή, όπου οι τρεις μεγάλες εταιρίες ολοκλήρωσαν τη συγκέντρωση στα χρόνια της κρίσης, ενώ υπάρχει και το project της Forthent η οποία θα μπορούσε να αναδειχθεί στη “viva των τηλεπικοινωνιών”, ιδιαίτερα τώρα που φαίνεται ότι περνάει στα χέρια ισχυρού επιχειρηματία που επιδιώκει τις συγκρούσεις και επιζητά άμεσα κέρδη και ισχύ.
Οι συσχετισμοί και οι συνάψεις αυτές είχαν γίνει πολύ πριν την έφοδο της Επιτροπής Ανταγωνισμού στις Τράπεζες, αλλά μετά από αυτή, δημιουργείται πλέον ένα μοντέλο δράσης και μια νέα δυναμική η οποία δεν είχε προβλεφθεί εγκαίρως και ως εκ τούτου δεν έχουν διαμορφωθεί τα κατάλληλα “οχυρωματικά έργα”.
Με δεδομένο μάλιστα ότι οι καταγγελίες για καρτέλ στις τηλεπικοινωνίες δεν αποτελούν είδηση, παρά τις κατά καιρούς συγκρούσεις μεταξύ των τριών ισχυρών παρόχων, το ενδεχόμενο “σύμπτωσης” καταγγελίας από τη Forthnet για squeeze out και ελέγχων της Επιτροπής και για τη διερεύνηση καταγγελιών καταναλωτών, αλλά και άλλων παρόχων, που ουκ ολίγες έχουν κάνει σε βάρος του ΟΤΕ, συγκεντρώνει ολοένα και περισσότερες πιθανότητες.
Πάντως, η δυναμική που δημιουργεί αυτή η ανησυχία θα μπορούσε να οδηγήσει σε τμηματικό απριόρι μετασχηματισμό της αγοράς και αναδιάταξη των ισορροπιών, ενόψει της επανεμφάνισης της Forthnet/NOVA υπό τον επιχειρηματικό όμιλο του Βαγγέλη Μαρινάκη. Ωστόσο, ακόμα και αν οι τρεις μεγάλοι της αγοράς αναδιπλωθούν για να δώσουν επιχειρηματικό χώρο, είναι αβέβαιο αν αυτό θα είναι αρκετό ή αν θα “ανοίξει την όρεξη” για ευρύτερες ανακατατάξεις.
Πολιτικά, η κυβέρνηση φαίνεται ότι έχει αποφασίσει να επενδύσει σε πρακτικές εντυπωσιασμού και υψηλής σημειολογίας, ενώ φαίνεται ότι πλέον εκμεταλλεύεται και τη φημολογία για να προωθήσει τις θέσεις και να πάρει άμεσα αποτελέσματα, χωρίς ωστόσο να παραδίδει τα όπλα της. Για τον πρωθυπουργό, επιχειρήσεις όπως αυτή στις τράπεζες ενισχύουν το φιλολαϊκό και φιλελεύθερο προφίλ του, αποκαθιστώντας πολιτικό κεφάλαιο που δαπανά για την προώθηση άλλων μεταρρυθμίσεων και στέλνουν μήνυμα “open for business” σε εν δυνάμει επενδυτές εκτός και εκτός Ελλάδος.
Επιχειρηματικά, για τον Βαγγέλη Μαρινάκη, η απόκτηση του Mega, του ΔΟΛ, του πρακτορείου διανομής Τύπου και της Fortnet/NOVA του δίνει τη δυνατότητα να διαπραγματευτεί από θέση ισχύος και ευρύ πεδίο για την αντιστάθμιση του κινδύνου. Έτσι, ενώ η Forthnet/NOVA είναι ευθέως ανταγωνιστική προς τον OTE, τη Wind και τη Vodafone, το Mega έχει το βάθος ώστε να καταστεί content manager και να συμβάλλει στην επίτευξη οικονομικών κλίμακος για όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά online και streaming περιεχομένου. Παράλληλα, οι άλλες τηλεπικοινωνιακές εταιρίες θα είναι και πελάτες στα media του ομίλου Μαρινάνη, συνεπώς έχει συμφέρον να τους “πιέσει” όχι όμως να προκαλέσει ρήξη.
Τις εξελίξεις πάντως, ενδέχεται να επισπεύσουν οι συμφωνίες που υπογράφηκαν με την Κίνα, στις οποίες υπάρχει η παράμετρος της ανάπτυξης του 5G, σημείο που δεν τονίζεται, ακόμα, καθώς αναμένεται η τελική θέση της ΕΕ επί του θέματος, αλλά σε κάθε περίπτωση δημιουργεί δυναμική ανατροπών, καθώς απαιτούνται μεγάλες επενδύσεις, τις οποίες σε αυτή τη φάση δεν φαίνονται διατεθειμένοι να κάνουν οι τρεις όμιλοι που τώρα εισέρχονται στα πρώτα στάδια κορεσμού του 4G και δεν δρέψει ουσιαστικές υπεραξίες από αυτό, λόγω της κρίσης.