Δελτίο Τύπου με το οποίο επιχειρεί να διαμορφώσει τον οδικό χάρτη για τον έλεγχο των τραπεζών και να ανοίξει παράθυρο για διαπραγματεύσεις, εξέδωσε η Επιτροπή Ανταγωνισμού, τη δεύτερη μέρα της συγκομιδής στοιχείων και ενώ είχε ήδη προκληθεί αίσθηση και κινητοποίηση από την πρώτη.
Σύμφωνα με την Επιτροπή Ανταγωνισμού οι έλεγχοι που διενεργήθηκαν ήταν προσχεδιασμένες, μετά από πολλές εβδομάδες εσωτερικών διεργασιών, στο πλαίσιο αυτεπάγγελτης έρευνας καθώς και σε συνέχεια σχετικών καταγγελιών, στις εγκαταστάσεις επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον τραπεζικό κλάδο.
Όπως αναφέρεται στο δελτίο Τύπου
“οι έλεγχοι αφορούσαν ανησυχίες της Επιτροπής Ανταγωνισμού ότι οι ερευνώμενες επιχειρήσεις μπορεί να έχουν εμπλακεί σε αντι-ανταγωνιστικές πρακτικές οριζόντιας σύμπραξης ή πρακτικές αποκλεισμού στην παροχή τραπεζικών υπηρεσιών και υπηρεσιών πληρωμών κατά παράβαση των διατάξεων του Ν. 3959/2011 για την προστασία του ελεύθερου ανταγωνισμού, καθώς και των άρθρων 101 και 102 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ)”.
Ωστόσο, οι έλεγχοι είχαν σε μεγάλο βαθμό προαναγγελθεί από τις δηλώσεις του υπουργού Ανάπτυξης Άδωνι Γεωργιάδη στη Βουλή και ακολούθησαν τη συνάντηση των τραπεζιτών με τον πρωθυπουργό, κατά την οποία τους ζητήθηκε η επαναφορά των χρεώσεων στην προτεραία κατάσταση. Επίσης, οι έρευνες έρχονται μετά τις “απαντήσεις” των τραπεζών, οι οποίες κρίθηκαν κατώτερες των προσδοκιών.
Στην ανακοίνωση επίσης επισημαίνεται ότι
“οι αιφνιδιαστικοί έλεγχοι είναι ένα προκαταρκτικό βήμα σε περίπτωση που υπάρχουν ενδείξεις αντι-ανταγωνιστικών πρακτικών”.
Βέβαια, η διατύπωση αυτή έχει περισσότερο νομικό περιεχόμενο και αναφορά, παρά δημοσιογραφικό, καθώς επιχειρείται να τεθεί η βάση της αξιολόγησής τους από τα δικαστήρια, εφόσον προκύψουν τελικά ευρήματα.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού σκιαγραφεί και τον οδικό χάρτη της μετέπειτα διαδικασίας αναφέροντας ότι
“η διεξαγωγή τέτοιων ελέγχων δεν προδικάζει ότι οι επιχειρήσεις έχουν εμπλακεί σε αντι-ανταγωνιστική συμπεριφορά ούτε προδικάζει το αποτέλεσμα της έρευνας”.
Ενώ καταλήγει επισημαίνοντας ότι
“η Επιτροπή Ανταγωνισμού σέβεται πλήρως τα δικαιώματα άμυνας, ιδίως το δικαίωμα ακρόασης των ελεγχόμενων επιχειρήσεων, καταλήγει η ανακοίνωση”.
Με τον τρόπο αυτό καθίσταται σαφές ότι η διαδικασία διαβούλευσης με τις τράπεζες παραμένει ανοιχτή, σε επίπεδο αιτιάσεων και ότι δεν θα παραπέμψει την υπόθεση απευθείας στη Δικαιοσύνη. Έτσι, η Αρχή απαντά σε διαρροές τραπεζιτών μέσω των media ότι πλέον δεν υπάρχουν περιθώρια υπαναχωρήσεων καθώς η υπόθεση έχει λάβει τη δικαστική οδό.
Αν και νομικά η διαδικασία της απολογίας και των αιτιάσεων είναι μέρος τέτοιων ελέγχων, η γενικότερη αίσθηση που δημιουργείται από τις πρακτικές και το δελτίο Τύπου παραπέμπει σε νέα βήματα, διαμορφώνοντας παράλληλα χώρο για ελιγμούς, για αμφότερες τις πλευρές, κίνηση που δεν είναι συνηθισμένη στην Ελλάδα και είναι προφανές ότι κομίζει νέα ήθη και πρακτικές, οι οποίες θα κριθούν στο πεδίο.