Δυναμική γεωπολιτικών ανατροπών δημιουργεί στα Βαλκάνια ο συνδυασμός της αναδίπλωσης της ΕΕ ως πολιτικού παίχτη και οικονομικού παράγοντα στην περιοχή και η ταυτόχρονη ενεργοποίηση της γεωοικονομίας ως μηχανισμού ενός ακόμα μηχανισμού άσκησης επιρροής και διαχείρισης της πορείας της ευρύτερης περιοχής, μέσω της αναβάθμισης της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης, με την προσθήκη σε αυτή της Σερβίας.
Η Ρωσική Ομοσπονδία σπεύδει τώρα να καλύψει το κενό χώρο που αφήνει η αναβλητικότητα και η συμπεριφορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα δυτικά Βαλκάνια, εντάσσοντας τη Σερβία, μεταξύ άλλων στην Οικονομική Ένωση Ευρασίας (EAEU). Με τον τρόπο αυτό, η Μόσχα, διαμορφώνει ένα πλέγμα που θα συμβάλλει στην αποδυνάμωση και εν τέλει στην παράκαμψη των κυρώσεων από ΗΠΑ και ΕΕ, οι οποίες αν και ανανεώνονται διαρκώς, εν τούτοις αποδυναμώνονται προοδευτικά, τουλάχιστον σε πολιτικό επίπεδο.
Έτσι, λίγο μετά το γαλλικό βέτο στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων για Αλβανία και Βόρεια Μακεδονία, η Σερβία, που έχει status υπό ένταξη χώρας και οι διαπραγματεύσεις με την ΕΕ βρίσκονται σε εξέλιξη, υπέγραψε συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με τη Ρωσική Οικονομική Ένωση Ευρασίας EAEU στη Μόσχα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, αρκέστηκε να… προειδοποιήσει ότι θα παρακολουθεί στενά τέτοιες σχέσεις, καθώς η Σερβία είναι υποψήφια για ένταξη. Ωστόσο η ένταξη της Σερβίας δεν ήταν ξαφνική, ούτε απροσδόκητη, καθώς οι διαπραγματεύσεις έχουν ξεκινήσει από το καλοκαίρι του 2016. Η επιλογή της χρονικής στιγμής, υλοποίησης, επίσης, έχει τη δική σημειολογία καθώς απαντά εμπράκτως στη νέα λογική που φαίνεται να υιοθετεί η ΕΕ. Επίσης, αξιωματούχοι ξεκαθάρισαν ότι αν και τώρα η Σερβία μπορεί να συνάπτει οικονομικού και εμπορικού χαρακτήρα συμβάσεις, αυτές θα πρέπει να ακυρωθούν όταν η χώρα γίνει μέλος της ΕΕ, άρα και ενιαίας αγοράς. Οι δηλώσεις αυτές, αν και αυτονόητες, καθώς το πλαίσιο αυτό είναι που διαπραγματεύσεται και η Μεγάλη Βρετανία αποχωρώντας, από την Ευρώπη, αναδεικνύουν τις επιπλοκές που γεννούν οι καθυστερήσεις και η απροθυμία της ΕΕ να εμβαθύνει θεσμικά και οικονομικά τις σχέσεις με τις βαλκανικές χώρες.
Εκτός από τη Σερβία, η συμφωνία υπογράφηκε τη Ρωσία, τη Λευκορωσία, το Καζακστάν,
το Κιργιζιστάν και την Αρμενία, χώρες που αποτελούν ρωσικούς δορυφόρους,
Μια τέτοια προοπτική ασκεί πίεση όμως στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και σήμερα, καθώς οι προβλέψεις δείχνουν σταδιακή απώλεια ελέγχου, που συνεπάγεται πρόσθετους κινδύνους και περιορίζει τις δυνατότητες παγκόσμιου συντονισμού και αντίδρασης.
Πλέον, το άγχος περνά στην Ευρώπη, η οποία κινδυνεύει να παγιδευτεί στην εσωστρέφειά της, ενώ η απόσυρση των ΗΠΑ από την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής δημιουργεί χώρο και κενό εξουσίας τα οποία καλύπτει η Ρωσία, ενώ η ΕΕ αποδεικνύεται ανέτοιμη, νωχελική και άβουλη. Ιδιαίτερα, όμως, οι τελευταίες εξελίξεις με Αλβανία και Βόρεια Μακεδονία, υπονομεύουν το ρόλο της ΕΕ στην περιοχή και αποδυναμώνουν τα κοινωνικά ερείσματα, ρισκάροντας την ενίσχυση ευρωσκεπτικιστικών τάσεων και την επανάκαμψη εθνικιστικών ομάδων και δογμάτων εθνο-θρησκευτικών συμμαχιών.
Η σχέση της Σερβίας με τη Ρωσία είναι επίσης θέμα για την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς η ΕΕ επέβαλε κυρώσεις στη Ρωσία το 2014, κάτι που η Σερβία, παρά την υποψήφια χώρα, δεν ακολούθησε.
Στην πραγματικότητα η Ευρασιατική οικονομική Ένωση λειτουργεί ως ενιαίο σύνολο από το 2015, το πλαίσιο που υπογράφηκε τώρα θα συμβάλλει στην κανονικοποίησή της και στην ένταξη όλων των επιμέρους συμφωνιών σε ένα πλαίσιο.
Η συνεργασία της Σερβίας με τη Ρωσία δεν περιορίζεται όμως στην Ευρασιατική Ένωση αλλά επεκτείνεται στον αμυντικό τομέα, όπου προσφάτως οι δύο χώρες και άλλες της περιοχές διεξήγαγαν ασκήσεις. Την ίδια στιγμή η Βοσνία, μέρος της οποίας είναι και ο ημιανεξάρτητος θύλακας των Σερβοβόσνιων της Republica Srpska, επιχειρεί να μπει στο NATO, αλλά βιώνει εσωτερικά ρήγματα και διαιρέσεις καθώς οι Σερβοβόσνιοι αντιτάσσονται σθεναρά σε αυτή την προοπτική.
Πλέον, είναι πολύ πιθανό η αναδίπλωση της ΕΕ στα δυτικά Βαλκάνια και η οικονομική επέκταση της Ρωσίας, να ανασχέσουν την ευρωατλαντική δυναμική της περιοχής, υπονομεύοντας την έως τώρα πρόοδο και δημιουργώντας δύσκολα διαχειρίσιμες ανασφάλειες, με απρόβλεπτες εκφάνσεις τόσο για τις ίδιες της χώρες, όσο και για το ρόλο και το πολιτικό και οικονομικό εκτόπισμα της ΕΕ.