Αυξημένος είναι πάλι ο κίνδυνος κοινωνικών αναταραχών και επιχειρηματικών-πολιτικών συγκρούσεων στην Ελλάδα, καθώς τρίτες χώρες αναπτύσσουν και εντείνουν την κινητικότητά τους, προκαλώντας ένταση, τριβές και αντιπαραθέσεις, που μπορεί να μην είναι εύκολα ορατές δια γυμνού οφθαλμού, είναι όμως πραγματικές και γίνονται αισθητές σε βαθμό που δεν επιτρέπει τον εφησυχασμό.
Στο επίκεντρο της παράλληλης δραστηριοποίησης ξένων παιχτών στην Ελλάδα βρίσκεται η περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, όπου έχουν δρομολογηθεί αμυντικές συνεργασίες, ενεργειακά projects και υπάρχει πάντα το ζήτημα της μειονότητας και της τουρκικής δραστηριότητας. Έτσι τη στιγμή που η ελληνική κυβέρνηση επισφράγιζε τον στενότερο εναγκαλισμό με τις ΗΠΑ παραχωρώντας, μεταξύ άλλων, στις ΗΠΑ τη χρήση του λιμένα της Αλεξανδρούπολης, επιταχύνοντας τον σχεδιασμό για τον σταθμό αεριοποίησης LNG, και ενώ υλοποιεί τη διασύνδεση των δικτύων ενέργειας με τη Βουλγαρία, η Ρωσία επαναλειτουργεί μετά από 100 χρόνια το προξενείο στην πόλη, διορίζοντας επίτιμο πρόξενο επιχειρηματία της περιοχής. Παράλληλα, η Άγκυρα εντείνει την παρουσία της εκμεταλλευόμενη την αποσάθρωση της ΕΥΠ και των διαύλων επικοινωνίας της ασφάλειας με την κεντρική εξουσία.
Η νέα κυβέρνηση στην προσπάθειά της να ελέγξει τη Δημόσια διοίκηση και τη ροή της πληροφορίας υλοποιεί ένα εκτεταμένο και φιλόδοξο σχέδιο αναδιάρθρωσης της ΕΥΠ, ενώ ταυτόχρονα αλλάζει εκ βάθρων τον τρόπο διοίκησης του κράτους διαμορφώνοντας μια νέα διοικητική πυραμίδα αμερικανικού τύπου. Αν και ακόμα είναι νωρίς για να κριθεί η αποτελεσματικότητα του νέου κυβερνητικού μοντέλου, οι ανακατατάξεις αυτές δημιουργούν κενά εξουσίας, έμφραγμα στις επικοινωνίες και αίσθηση δυσκυβερνησίας, δίνοντας χώρο και χρόνο σε άλλους παίχτες να εδραιώσουν δίκτυα, να ελέγξουν την πληροφορία και να καθορίσουν τον τόνο σε μια σειρά από κρίσιμα εθνικά ζητήματα. Όπερ σημαίνει ότι άλλοι αποκτούν πρωτοβουλία και δυνατότητα δημιουργίας κρίσεων εντός της ελληνικής επικράτειας.
Η Ελλάδα, βρίσκεται εκ νέου στο επίκεντρο γεωπολιτικού και γεωοικονομικού ανταγωνισμού, καθώς οι παλινδρομήσεις της Ευρώπης, η ετερόκλητη στάση της ελληνικής κυβέρνησης και η αναταραχή που επικρατεί τόσο στα Δυτικά Βαλκάνια όσο και στην Ανατολική Μεσόγειο, δημιουργούν συνθήκες σοβούσας κρίσης, καθώς ΗΠΑ, Ρωσία και Κίνα κλιμακώνουν τη δράση για την προώθηση των συμφερόντων τους.
Αν και σε θεωρητικό επίπεδο ο ανταγωνισμός των μεγάλων για τον προσεταιρισμό της Ελλάδας, αποδεικνύει και ενισχύει τη γεωπολιτική αξία και τη διαπραγματευτική της θέση, στην πραγματικότητα πρόκειται για συγκυρία αυξημένου κινδύνου ακριβώς λόγω της παράλληλης και ανταγωνιστικής δράσης μηχανισμών που επιχειρούν να ποδηγετήσουν την πολιτική, επιχειρηματική και μιντιακή ελίτ, ενώ παράλληλα επιχειρούν προφανείς παρεμβάσεις στην ελληνική κοινωνία επιδιώκοντας την αύξηση της επιρροής τους. Τέλος, λιγότερο εμφανείς αλλά αισθητές είναι επεμβάσεις στον κρατικό μηχανισμό, μέσω του οποίου προωθούνται σχεδιασμοί και απορρίπτονται άλλοι.
Το βέτο της Γαλλίας στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με Αλβανία και Βόρεια Μακεδονία, η αποδυνάμωση των δεσμών της Γερμανίας με τη Σερβία και το Κόσοβο και η πολιτική αστάθεια στο Ισραήλ αποτελούν παράγοντες που αυξάνουν την πίεση στην Ελλάδα ως το βασικό κόμβο και πυλώνα σταθερότητας στην περιοχή.
Το σκηνικό που δημιουργείται, δίνει την αίσθηση χαλάρωσης της ευρωπαϊκής ηγεμονίας στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο και σε συνδυασμό με τη διακηρυγμένη βούληση αναδίπλωσης των ΗΠΑ, δημιουργείται τεράστιο κενό εξουσίας το οποίο προσφέρονται να καλύψουν ανταγωνιστικά στην αρχή και συνδυαστικά στη συνέχεια Ρωσία και Κίνα, με την Τουρκία να ενισχύει επίσης εξ αντανακλάσεως το ρόλο της.
Σε ένα τόσο κατακερματισμένο γεωπολιτικό τοπίο οι πολιτικοί, επιχειρηματίες και κοινωνίες αναζητούν σημεία αναφοράς και άγκυρες σταθερότητας, ενώ οι επενδύσεις παγώνουν, δημιουργώντας έτσι πρόσθετο ρίσκο επιβράδυνσης της οικονομίας, που θα εντείνει την κοινωνική δυσαρέσκεια και μπορεί να πυροδοτήσει πολιτικές διεργασίες ή ακόμα και… εκρήξεις.
Η κατάσταση μπορεί πολύ γρήγορα να γίνει επικίνδυνη αν η ελληνική κυβέρνηση αποφασίσει να προωθήσει με διαδικασίες fast track τις αποκρατικοποιήσεις και τα έργα υποδομών με στόχο να ενισχύει την ανάπτυξη, καθώς θα περιορίσει χρονικά και θα πυκνώσει την κινητικότητα ξένων παραγόντων, “εξαναγκάζοντας το χέρι” τους.
Η κρίση μπορεί να τελείωσε και η έκρηξη για το Σκοπιανό να αποσοβήθηκε, οι εύφλεκτες ζώνες έχουν πληθύνει και με τις αστοχίες στη διαχείριση του προσφυγικού-μεταναστευτικού πολλαπλασιάζονται, ενώ κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τις αντιδράσεις των ξένων παιχτών και ενδεχόμενες σκοπιμότητες. Τα γεγονότα για τον θάνατο του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, η δράση της Χρυσής Αυγής και τα εμπρηστικά μπαράζ αποτελούν ακόμα νωπές μνήμες.
Οι νέες ισορροπίες
Η νέα ελληνική κυβέρνηση ολοκλήρωσε την συμφωνία ανανέωσης και διεύρυνσης της αμυντικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ στο πλαίσιο του NATO, παραχωρώντας νέες βάσεις και δυνατότητες στις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις, υπό το πρίσμα της ενίσχυσης του ρόλου της Ελλάδας και της σταθερότητας στην περιοχή, αίσθηση που αν δεν συνοδεύεται από αντίστοιχα πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά μέτρα, όμως, αποτελεί κενό γράμμα. Οι ΗΠΑ απέκτησαν πρόσβαση στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, μεγαλύτερα περιθώρια και εγκαταστάσεις στη Σούδα, τη Λάρισα και στα νησιά, σηματοδοτώντας την ενίσχυση της παρουσίας τους στον ελλαδικό χώρο.
Ο υπερκινητικός πρέσβης των ΗΠΑ, Τζέφρι Πάιατ εθεάθη να κάνει επαφές στη Βουλή προωθώντας τη συμφωνία αμυντικής συνεργασίας ακόμα και με πατερίτσες το καλοκαίρι, ένδειξη της σημασίας που αποδίδει το State Department στη διεύρυνση και εμβάθυνση των σχέσεων με την Ελλάδα. Επίσης, αμέσως μετά την αλλαγή κυβέρνηση στην Αθήνα βρέθηκε ολόκληρη σχεδόν η διοικητική πυραμίδα του υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, ενώ τον Οκτώβριο την Ελλάδα επισκέφθηκε και ο ΥΠΕΞ, Μάικ Πομπέο, μεσούσης μάλιστα της κρίσης με την Τουρκία και το Ιράν.
Η Ρωσία, από την άλλη πλευρά, δεν έχει λάβει αντίστοιχα απτά οφέλη, καθώς η Ελλάδα παραμένει σφιχτά δεμένη στο άρμα του NATO, ενώ παράλληλα εντάσσεται και στον Ευρωστρατό. Επίσης, παρά τη σταδιακή εξομάλυνση των ελληνο-ρωσικών σχέσεων μετά τη σύγκρουση για το Σκοπιανό, οι αποστάσεις σε μια σειρά από ζητήματα παραμένουν μεγάλες, με το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα το συγκρουσιακό κλίμα που επικρατεί αναφορικά με την αναγνώριση του αυτοκέφαλου της ουκρανικής Εκκλησίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και την Εκκλησία της Ελλάδος. Παρά τον περιορισμένο ρόλο και τις διενέξεις η πρεσβεία της Ρωσίας στην Αθήνα εντείνει την κινητικότητά της και η Μοσχα κλιμακώνει την παρουσία της σε όλα τα επίπεδα, στοχεύοντας στην ανάκτηση ερεισμάτων σε τοπικές κοινωνίες.
Παράλληλα, η Μόσχα διευρύνει το διπλωματικό της εκτόπισμα στην Ελλάδα μέσω της ίδρυσης νέων προξενείων και επαναλειτουργία παλιών, εστιάζοντας στην περιοχή της Ανατολικής-Μακεδονίας και Θράκης, σημείο ενδιαφέροντος τόσο για τις ΗΠΑ όσο και την Τουρκία, που παράλληλα αποτελεί και πύλη εισόδου για μετανάστες και πρόσφυγες.
Ο Ρώσος πρέσβης Αντρέι Μασλόβ έχει, τους τελευταίους μήνες, επιδοθεί σε αγώνα δρόμου καλύπτοντας ολόκληρη την Ελλάδα με δράσεις σε πολιτικό, διπλωματικό, επιχειρηματικό και πολιτιστικό επίπεδο, δηλώνοντας ξεκάθαρα την παρουσία της Ρωσίας στα τεκταινόμενα και διεκδικώντας ρόλο και… λόγο. Από το άνοιγμα δύο προξενείων σε Θράκη και Μεσσηνία, μέχρι τις εκδηλώσεις μνήμης και τα εγκαίνια επιχειρηματικών μονάδων ο Αντρέι Μασλόβ είναι παντού. Ο Ρώσος πρέσβης έχει επίσης συναντηθεί και πλειάδα υπουργών, απολαμβάνοντας προσβάσεις που δεν είχε στην προηγούμενη κυβέρνηση.
Η ανταγωνιστική φύση τέτοιων αναπτύξεων αποτελεί εκ των πραγμάτων παράγοντα κινδύνου, που σε συνδυασμό με τις γεωπολιτικές και γεωοικονομικές εξελίξεις μπορεί να υπονομεύσει τη σταθερότητα και να υποδαυλίσει αναταραχές, οδηγώντας σε αναδιάταξη δυνάμεων.
Που “παίζουν” Κινέζοι και Τούρκοι
Την ίδια στιγμή, δραστηριότητα σε πολιτικό επίπεδο αναπτύσσει η πρεσβεία της Κίνας στην Ελλάδα, επιδιώκοντας την προώθηση του business plan του ΟΛΠ και ενίσχυση της επιρροής σε επίπεδο κορυφής, μέσω της συμμετοχής σε εκδόσεις ομολόγων, χρηματοδοτήσεις projects και καθώς χτίζουν θέση στον τομέα της ενέργειας και στις χρηματοοικονομικές-ασφαλιστικές υπηρεσίες.
Η πρέσβειρα της Κίνας στην Αθήνα Zhang Qiyue, έμπειρη διπλωμάτης που βρίσκεται στο Σώμα από το 1982 και έχει υπάρξει και Γενική Πρόξενος (σε επίπεδο πρέσβειρας) στη Νέα Υόρκη, πρέσβειρα στο Βέλγιο και την Ινδονησία, έχει ήδη κάνει επαφές με τον υπουργό Οικονομικών, Χρήστο Σταϊκούρα και άλλα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου, επιχειρώντας να κεφαλαιοποιήσει τις εξαγγελίες του υπουργού Ναυτιλίας για άμεση απεμπλοκή του business plan του ΟΛΠ. Τελικά, το μείζον αυτό ζήτημα παραμένει κολλημένο λόγω αντιδράσεων στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη…
Η Κίνα όμως έχει θέσει ισχυρές βάσεις στην ενέργεια με στρατηγική συμμετοχή στον ΑΔΜΗΕ, ενώ στο παρελθόν κινεζικές εταιρίες έχουν εκφράσει ενδιαφέρον για την Eurolife Ασφαλιστική και την Εθνική Ασφαλιστική. Κινεζικά funds υπέστησαν σημαντικές ζημιές στη Folli Follie, ενώ έχουν κερδοφόρες θέσεις σε άλλες εταιρίες.
Επίσης, μεγάλη είναι η εισροή κινεζικών κεφαλαίων στην κτηματαγορά και εν γένει στο Real Estate, συμβάλλοντας καθοριστικά στην ανάκαμψη των τιμών και στον υπερκορεσμό της αγοράς. Παρά τους εντεινόμενους περιορισμούς της ΕΕ οι Κινέζοι, μαζί με τους Ρώσους και του Τούρκους παραμένουν κορυφαίοι υποψήφιοι στο πρόγραμμα της χρυσής βίζα στην Ελλάδα.
Από το υπό διαμόρφωση σκηνικό δεν μπορεί να παραλειφθεί η διαρκής παρέμβαση της ΕΕ, της Γερμανίας και της Γαλλίας, που αφενός υψώνουν τοίχος στους Κινέζους, παρακολουθούν στενά τη ρωσική δραστηριότητα και στα ενεργειακά, που άπτονται των αμερικανικών συμφερόντων, ασκούνται πολλές φορές αντίρροπες δυνάμεις καθώς συνδέονται με το ευρύτερο φάσμα των σχέσεων ΗΠΑ-ΕΕ -που τελούν υπό αναπροσαρμογή- και ως εκ τούτου καθίστανται σημείο τριβής.
Επίσης, σημαντική και πολλές φορές αποσταθεροποιητική είναι η παρέμβαση της Τουρκίας, η οποία με επίκεντρο τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης επιχειρεί να αποκτήσει επιρροή και ρόλο στις εξελίξεις στην περιοχή, απ΄όπου τώρα διέρχονται νατοϊκά στρατεύματα, αγωγοί φυσικού αερίου και παράλληλα εντείνει την παρουσία της η Ρωσία.
Οι διπλωματικές σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας έχουν επιδεινωθεί μετά την αλλαγή κυβέρνησης, με τον Ταγίπ Ερντογάν να εκδηλώνει νέο κύμα επιθετικότητας σε Αιγαίο και Μεσόγειο, καθώς παράλληλα κλιμακώνει και τον ρητορικό “πόλεμο” σε μια προσπάθεια να ασκήσει πολύπλευρες πιέσεις και να πιάσει εκτός θέσης τη νέα ελληνική κυβέρνηση.