Νέα δυναμική φαίνεται ότι διαπνέει τις συνομιλίες για αποκατάσταση της σταθερότητας στη Συρία, καθώς μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ και την ξεκάθαρη επικράτηση του Άσαντ και της Ρωσίας επί της αντιπολίτευσης και των Κούρδων, με τη βοήθεια των ενεργειών του Ταγίπ Ερντογάν, ξεκίνησαν οι πρώτες ενδοσυριακές διαβουλεύσεις για το νέο Σύνταγμα της χώρας.
Μπορεί το αποτέλεσμα που φαίνεται ότι επιτυγχάνεται να μην προσεγγίζει τα σχέδια εκείνων που ξεκίνησαν την αντιπαράθεση και η Δύση να βγαίνει ηττημένη από το μέτωπο της Συρίας, οι προοπτικές ειρήνευσης μετά από 8 και πλέον χρόνια συγκρούσεων είναι ίσως καλύτερες από ποτέ. Ο Ασάντ, όπως είχε προεξοφληθεί μετά την ανάληψη καθηκόντων από τον Ντόναλντ Τραμπ, όχι απλώς επιβιώνει αλλά ενισχύεται, έχοντας τη στήριξη της Ρωσίας, καθυποτάσσοντας τους Κούρδους και εξαναγκάζοντας την αντιπολίτευση να συνθηκολογήσει και να προσέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων από μειονεκτική θέση, έχοντας εγκαταλειφθεί από τις ΗΠΑ.
Η Ευρώπη, πλέον, ελπίζει ότι οι προσφυγικές ροές από τη Συρία και διαμέσου της Τουρκίας θα ανασχεθούν, ενώ δημοσίως θα συνεχίσει να καταγγέλλει την επιθετικότητα του Ταγίπ Ερτογάν, ο οποίος έχει υποσχεθεί ότι θα μετακινήσει στη ζώνη ασφαλείας, που εγκαταλείφθηκε από τους Κούρδους, πάνω από δύο εκατομμύρια πρόσφυγες.
Συριακή κυβέρνηση και αντιπολίτευση θα βρεθούν στο ίδιο τραπέζι για πρώτη φορά έπειτα από οκτώμισι χρόνια εμφυλίου πολέμου με στόχο την κατάρτιση νέου Συντάγματος, με τη Δαμασκό να είναι πιο ισχυρή από ποτέ και καθόλου διατεθειμένη να κάνει υποχωρήσεις, όπως εκτιμούν οι αναλυτές.
Ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ για τη Συρία Γκέιρ Πέντερσεν αναμένεται να εγκαινιάσει σήμερα στη Γενεύη την πρώτη συνεδρίαση της Συνταγματικής Επιτροπής, η οποία αποτελείται από 150 αντιπροσώπους από την κυβέρνηση, την αντιπολίτευση και την κοινωνία των πολιτών της Συρίας.
Ο Σύρος πρόεδρος Μπασάρ αλ Άσαντ δέχθηκε να συμμετάσχει στον νέο αυτό γύρο συνομιλιών έπειτα από πιέσεις που δέχθηκε από τη σύμμαχό του Ρωσία, η οποία επιθυμεί την εξομάλυνση των σχέσεων της Δαμασκού με τη διεθνή κοινότητα.
Η Δαμασκός ήδη ελέγχει περίπου το 60% του συριακού εδάφους, ενώ ο συριακός στρατός πρόσφατα αναπτύχθηκε στις περιοχές που έλεγχαν οι Κούρδοι στα βορειοανατολικά.
Ο Πέντερσεν χαρακτήρισε τη συνάντηση αυτή «ελπίδα φωτός» για τον συριακό λαό και εξέφρασε την ελπίδα να ανοίξει τον δρόμο για την πολιτική διευθέτηση της σύγκρουσης από την οποία έχουν ήδη σκοτωθεί περισσότεροι από 370.000 άνθρωποι.
«Καλούμε τις πλευρές να καταλήξουν σε συμφωνία», δήλωσε στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου χθες από τη Γενεύη ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, αφού συναντήθηκε με τον Τούρκο και τον Ιρανό ομολόγους του, Μεβλούτ Τσαβούσογλου και Μοχαμάντ Τζαβάντ Ζαρίφ, αλλά και τον Πέντερσεν.
Ο Ζαρίφ τόνισε από την πλευρά του ότι οι τρεις περιφερειακές δυνάμεις δεν θα εμπλακούν στη διαδικασία, ενώ ο Τσαβούσογλου εξέφρασε την αισιοδοξία του, αν και αναγνώρισε ότι οι συνομιλίες θα είναι δύσκολες.
Οι προηγούμενοι γύροι διαπραγματεύσεων που πραγματοποιήθηκαν υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, δεν κατέληξαν σε αποτέλεσμα.
Σύμφωνα με το International Crisis Group, το συριακό καθεστώς δεν θα δεχθεί «παρά μερικές τροποποιήσεις στο υπάρχον Σύνταγμα».
Ήδη από την επόμενη εβδομάδα μια ομάδα 45 ατόμων που θα εκπροσωπεί τις τρεις πλευρές (κυβέρνηση, αντιπολίτευση, κοινωνία των πολιτών) θα ξεκινήσει να εργάζεται πάνω στο Σύνταγμα. Ωστόσο δεν έχει δοθεί σαφές χρονοδιάγραμμα για την ολοκλήρωση των συζητήσεων αυτών, ενώ οποιαδήποτε τροποποίηση θα χρειάζεται τουλάχιστον το 75% των ψήφων προκειμένου καμία από τις τρεις πλευρές να μην «επιβάλει» τις προτάσεις της.
Αναλυτές εκτιμούν ότι οι όροι αυτοί επιβλήθηκαν στον ΟΗΕ από τη Δαμασκό.
Εξάλλου ο Άαρον Λουντ, ερευνητής του Century Foundation με έδρα τις ΗΠΑ, δήλωσε ότι «καμία διαπραγμάτευση δεν μπορεί να αναγκάσει τον Άσαντ να κάνει κάτι που δεν επιθυμεί», καθώς ο Σύρος πρόεδρος βρίσκεται «σε θέση ισχύος» και «δεν έχει πολλά να χάσει».
Σύμφωνα με τον διευθυντή σύνταξης της συριακής εφημερίδας al Watan, που πρόσκειται στο καθεστώς, «οι αποφάσεις που θα λάβει τη επιτροπή θα πρέπει να υποβληθούν σε δημοψήφισμα».