Είναι λίγες οι φορές που οι θέσεις, αντιλήψεις και απολήξεις της σκέψης κορυφαίων Ελλήνων πολιτικών παραγόντων, που προέρχονται από διαφορετικούς ιδεολογικούς χώρους και επιδιώκουν διαφορετική ατζέντα, συγκλίνουν, ακόμα λιγότερες ταυτίζονται και όταν αυτό συμβαίνει σίγουρα δεν μπορεί να παραβλέπεται, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για τα εθνικά θέματα.
Η Ελλάδα “Συμβούλιο Σοφών” δεν διαθέτει, οι δομές χάραξης εξωτερικής πολιτικής παραμένουν υποτυπώδεις και ανενεργές, οι ευρείες ανακατατάξεις σε ΕΥΠ, υπουργείο Εξωτερικών, υπουργείο Άμυνας και η επιβολή νέας διοικητικής πυραμίδας δημιουργούν κενά εξουσίας, τριβές και προβλήματα επικοινωνίας, υπονομεύοντας τη δυνατότητα έγκαιρης και έγκυρης απάντησης σε προκλήσεις, αίσθηση που μπορεί να αποτελέσει “πυροκροτητή” για την εκδήλωση τουρκικής προβοκάτσιας στο Αιγαίο ή και την Κύπρο.
Τις ενδείξεις αυτές αντιλαμβάνονται με διαφορετικό τρόπο και σε συνδυασμό με το διεθνές γεωπολιτικό και γεοικονομικό σκηνικό σε τοποθετήσεις με χρονική απόσταση δύο Έλληνες πρώην πρωθυπουργοί, ο Κώστας Καραμανλής και ο Κώστας Σημίτης, οι οποίοι προειδοποιούν για τη συγκυρία, τις κινήσεις των γειτόνων, τη στάση εταίρων και συμμάχων και ζητούν ανάληψη πρωτοβουλιών από την ελληνική κυβέρνηση.
Η ομιλία του Κώστα Καραμανλή στις 27 Οκτωβρίου στην Εταιρία Μακεδονικών Σπουδών, περιέγραψε το διαρκώς μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό τοπίο στην περιοχή των δυτικών Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου, ανέδειξε τις πιέσεις από τον γεωοικονομικό ανταγωνισμό και έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για εταίρους και συμμάχους, βάσει των έως τώρα κινήσεών τους.
Η βασική διαφορά των δύο τοποθετήσεων είναι ότι η προσέγγιση του Κώστα Σημίτη έγκειται στις εξελίξεις στον θαλάσσιο χώρο, ενώ του Κώστα Καραμανλή στην αναβάθμιση της γεωστρατηγικής αξίας της Μακεδονίας-Θράκης μέσα από λιμάνια και τον TAP.
Η ομάδα ανάλυσης του Crisis Monitor στις 20 Αυγούστου, έχοντας ήδη αξιολογήσει την παρέμβαση Σημίτη και εστιάζοντας την προσοχή στους συμμάχους αναγνώρισε απτή ένδειξη αλλαγής της συμπεριφοράς των ΗΠΑ έναντι της Κύπρου και κατ’ επέκταση της Ελλάδας σε θέμα με τίτλο: Οι ΗΠΑ αδειάζουν; την Κύπρο: Αφήνουν έκθετη την ΑΟΖ, με δηλώσεις εκπροσώπου του State Department.
Το Crisis Monitor επισήμανε τα εμφανή και υποδόρια μηνύματα της ομιλίας του Κώστα Καραμανλή, υπογραμμίζοντας ότι ενδεχομένως να υπάρχουν και άλλα τα οποία μπορούν να αποκωδικοποιηθούν υπό τις κατάλληλες συνθήκες, με τα απαραίτητα εργαλεία και την κατάλληλη ώρα.
Μεταξύ άλλων ο Κώστας Καραμανλής είπε
«έχουμε περάσει σε φάση αυξανόμενης αβεβαιότητας που επιτείνεται από τη συχνά απρόβλεπτη συμπεριφορά των ΗΠΑ που εγείρει ερωτηματικά συνέπειας και αξιοπιστίας».
Η απρόβλεπτη αυτή συμπεριφορά των ΗΠΑ σημείωσε πως «αποτυπώνεται σε μείζονα θέματα: από τη λεγόμενη Αραβική ‘Ανοιξη και τις αντιφάσεις της υπερδύναμης στο ζήτημα της Συρίας έως την ανακόλουθη συμπεριφορά της έναντι της Τουρκίας».
Συνεχίζοντας αναγνώρισε το ασταθές της περιόδου και επέστησε την προσοχή στις εξελίξεις και στα σημεία πίεσης προς την Ελλάδα:
«Ανταγωνισμοί, περιφερειακές συγκρούσεις, εμπορικοί πόλεμοι και συχνές μεταβολές δυνάμεων, συμπεριφορών και ευθυγραμμίσεων καθιστούν τη διεθνή σκηνή πολύ πιο ασταθή από οποιαδήποτε άλλη φάση μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η πραγματικότητα αυτή αποτυπώνεται με ιδιαίτερη ενάργεια στην ευρύτερη γειτονιά μας, τον χώρο δηλαδή της Νοτιο-Ανατολικής Ευρώπης, της Ανατολικής Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής»,
είπε χαρακτηριστικά, ενώ συνέχισε
“Στα χρόνια που έρχονται, θα βρεθούμε αντιμέτωποι με μεγάλες προκλήσεις, οι οποίες θα απαιτήσουν συγκροτημένες πολιτικές, αποφασιστικότητα και τόλμη, θα χρειαστεί να πάρουμε δύσκολες αποφάσεις και να τις εφαρμόσουμε με συνέπεια και πειθαρχία”.
Μια πιο προσεκτική ματιά στην ομιλία του Κώστα Καραμανλή αναδεικνύει όμως και άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά, η ενδελεχής ανάλυση και προβολή των οποίων οδηγεί στο σκεπτικό και τα συμπεράσματα ενός άλλου Έλληνα πρώτην πρωθυπουργού, του Κώστα Σημίτη, ο οποίος παρενέβη στα δρώμενα εστιάζοντας επίσης στην εξωτερική πολιτική στις 9 Ιουνίου του 2019 με άρθρο του στην Καθημερινή.
Αμφότεροι οι πρώην πρωθυπουργοί αναγνωρίζουν το νέο πλαίσιο με τον Κώστα Σημίτη να γράφει
“Τα προβλήματα είναι γνωστά, αλλά οι συνθήκες που επικρατούν σήμερα είναι διαφορετικές από εκείνες που επικρατούσαν επί δεκαετίες μέχρι πρόσφατα. Η αποφασιστική διαφορά προέκυψε από την ανεύρεση κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) και την πιθανολόγηση ότι υπάρχουν κοιτάσματα φυσικού αερίου και πετρελαίου σε περιοχές της ελληνικής και κυπριακής υφαλοκρηπίδας”,
τοποθετώντας το πλαίσιο ασφυκτικά στα ελληνοτουρκικά και τις τουρκικές βλέψεις, ενώ συνεχίζοντας αναφέρεται ξεκάθαρα για την προοπτική εκδήλωσης νέων τουρκικών σχεδίων, τα οποία δεν θα βρουν την αντίθεση των συμμάχων και εταίρων:
“Η Τουρκία μπορεί να θεωρήσει ότι η περίοδος αυτή προσφέρεται για να επιβάλει τις απόψεις της στα θέματα των ορίων τόσο της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης όσο και της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Ενα τουρκικό πλοίο με στόχο την έρευνα κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου πλέει ήδη επί της κυπριακής υφαλοκρηπίδας. Μπορεί πιθανότατα η Τουρκία να στείλει πλοίο σε τμήμα της υφαλοκρηπίδας, που η Ελλάδα θεωρεί ελληνική αλλά η Τουρκία τουρκική.
Το γεγονός αυτό, αντί να προκαλέσει την αρνητική στάση και τη διαμαρτυρία των συμμάχων της Ελλάδας, πιθανόν να τους οδηγήσει σε μια επιφυλακτική στάση. Να θεωρήσουν ότι έχουν την ευκαιρία να τελειώνουν με τις ελληνοτουρκικές διαφορές και έτσι να ισχυροποιήσουν την παρουσία τους στην Ανατολική Μεσόγειο. Είναι ενδεικτική η τοποθέτηση του πρέσβη των ΗΠΑ στην Ελλάδα, που σε ερωτήσεις σχετικά με «τις προκλήσεις της Τουρκίας» στην κυπριακή ΑΟΖ, «σημείωσε την ανάγκη σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο» και «μίλησε για συμφωνίες εξίσου επωφελείς για τα εμπλεκόμενα μέρη», μία απάντηση που υποδηλώνει πρωτοβουλίες που ίσως δεν θα είναι συμφέρουσες για τη χώρα μας”.
καταλήγει, δε, σε μια σειρά συμπερασμάτων
“Πολλοί πιθανώς θα θεωρήσουν ότι μια τέτοια στάση των «συμμάχων» δεν είναι επιτρεπτή. Θα εκφράσουν την πεποίθησή τους ότι όλοι «όπως συνήθως» στρέφονται κατά της Ελλάδας. Αγνοούν όμως, όπως η πλειοψηφία των Ελλήνων, ότι ακολουθήσαμε και ακολουθούμε μέχρι τώρα συνειδητά μια πολιτική στην οποία κυριαρχεί η επίκληση των δικαιωμάτων μας, αλλά αποφεύγουμε να τα κατοχυρώσουμε για να μην προκαλέσουμε αμφισβητήσεις. Αναγνωρίζουμε τους κανόνες του διεθνούς δικαίου, αλλά εν γνώσει μας δεν επιδιώξαμε την εφαρμογή τους γιατί θεωρούμε πιθανό να προκύψουν αρνητικές επιπτώσεις για τη χώρα. Υπογράψαμε και κυρώσαμε τη διεθνή σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας το 1982, η οποία προβλέπει ότι η αιγιαλίτιδα ζώνη μιας χώρας έχει εύρος 12 μίλια. Παρ’ όλα αυτά δεν έχουμε αυξήσει τα χωρικά μας ύδατα στα 12 μίλια”.
και αφήνει, στην κατακλείδα, υποσημείωση για την κυβέρνηση που θα εκλέγονταν από τις εκλογές του Ιουλίου:
“Πιστεύω ότι η τακτοποίηση των εκκρεμοτήτων μετά τις εκλογές είναι αναγκαία. Ο κίνδυνος επεισοδίων με αρνητικές επιπτώσεις θα είναι υπαρκτός, εάν δεν προσπαθήσουμε να βρούμε λύσεις, όχι πάντα ευχάριστες ίσως, αλλά που κατοχυρώνουν την ειρήνη στην περιοχή. Σε μια τέτοια προσπάθεια η Ελλάδα θα έχει, πιστεύω, την συμπαράσταση τόσο της Ευρωπαϊκής Ενωσης όσο και των ΗΠΑ”.
Ο Κώστας Σημίτης στο άρθρο του χρεώνει ευθύνες για την αναθεωρητική στάση της Τουρκίας και στη χαλαρή πολιτική προσέγγισης που ακολούθησε η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, τοποθέτηση που τότε φαινόταν ως μικροπολιτική, σήμερα όμως και μετά την ομιλία του τελευταίου, φαίνεται ως μήνυμα, το οποίο λαμβάνει ο ίδιος ο αναφερόμενος και προσπαθεί να το περάσει στη σημερινή κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Στο άρθρο του Κώστα Σημίτη αντέδρασε τότε ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα, Τζέφρι Πάιατ με μπαράζ ανακοινώσεων της πρεσβείας και εν συνεχεία συνάντηση με τον πρώην πρωθυπουργό. Ο Κώστας Σημίτης αργότερα προειδοποίησε την αυξημένη πιθανότητα θερμού επεισοδίου με την Τουρκία, αιχμή που είχε αφήσει και στο πρώτο άρθρο του, ίσως όχι τόσο ξεκάθαρα.
Ο Κώστας Καραμανλής χαρακτηρίζει τη συμπεριφορά των ΗΠΑ απρόβλεπτη, αναγνωρίζοντας το εσωτερικό χάσμα του κρατικού μηχανισμού και της Γερουσίας με την ατζέντα του Λευκού Οίκου και την οπορτουνιστική στρατηγική του Ντόναλντ Τραμπ. Από την άλλη πλευρά ο Κώστας Σημίτης, εστιάζοντας στον κρατικό μηχανισμό των ΗΠΑ διατύπωσε την ανησυχία για την εκδήλωσε συντεταγμένης πίεσης στην κατεύθυνση της αναθεώρησης του status quo.
Έτσι διαμορφώνεται η εικόνα μιας επικίνδυνης για τα ελληνικά συμφέροντα σύγκλισης κράτους-Τραμπ που θα ενισχύσει τις τουρκικές θέσεις και θα εντείνει την προκλητικότητά της Άγκυρας, καθιστώντας ως εκ τούτου τον κίνδυνο θερμού επεισοδίου ιδιαίτερα αυξημένο.
Ωστόσο, η ελληνική κυβέρνηση δεν φαίνεται να συνειδητοποιεί τα ζητήματα αυτά στην ένταση που τίθενται από τους πρώην πρωθυπουργούς και εφαρμόζει στρατηγική προσέγγισης με την Άγκυρα τη στιγμή που ο αναθεωρητισμός και η “βουλιμία” της Άγκυρας βρίσκεται στο απόγειο, θέτοντας σε κίνδυνο την εδραιωμένη διαπραγματευτική θέση και ανοίγοντας ενδεχομένως την “όρεξη” γειτόνων και εταίρων για μια νέα προσέγγιση.