Έντονες παρασκηνιακές διαβουλεύσεις για τη Συρία και τη Μέση Ανατολή, βρίσκονται σε εξέλιξη από την Ουάσιγκτον μέχρι τη Μόσχα και από το Πεκίνο μέχρι τις Βρυξέλλες, ξεπερνώντας την έκταση της αναταραχής που έχει προκαλέσει η εισβολή της Τουρκίας, καθώς πλέον γίνεται προσπάθεια να τεθούν επί τάπητος τα ζητήματα σε γεωοικονομική βάση, ενώ φαινομενικά ασύνδετα μεταξύ τους γεγονότα “κολλάνε μαζί” στο παζλ εγείροντας ερωτηματικά.
Κινήσεις υλοποιούνται και τοπικά σε μικρότερη κλίμακα και με πολιτικό αντίκτυπο, έτσι ώστε οι αποφάσεις πολιτικής που θα διαμορφώσουν το νέο τοπίο να είναι σε αντιστοιχία με τους σχεδιασμούς και όχι με τις προσωπικές σχέσεις και τις ad hoc ισορροπίες που επιχειρείται να εδραιωθούν ως απάντηση ή σαν αποτέλεσμα σε συγκεκριμένες κινήσεις.
Όπερ σημαίνει ότι η αναθέρμανση της υπόθεσης της Halkbank δεν συνδέεται μόνο με την ευρύτερη επιδείνωση των σχέσεων ΗΠΑ-Τουρκίας, αλλά και με το σκηνικό αντιπαράθεσης του αμερικανικού συστήματος εξουσίας όπως αυτό εκφράζεται από το State Department, το Πεντάγωνο και τη Γερουσία, με την προσωπική ομάδα του Ντόναλντ Τραμπ. Αυτό πιστοποιείται μάλιστα από την εμπλοκή του μέχρι σήμερα έμπιστου συμβούλου και προσωπικού δικηγόρου του Τραμπ, του Ρούντι Τζουλιάνι. Για την ίδια υπόθεση είχε καταδικαστεί στις ΗΠΑ ο τραπεζίτης Χακίμ Ατίλα, ενώ εναντίον του είχε καταθέσει, συνεργαζόμενος με τις αρχές ο επίσης Τούρκος, πελάτης του Τζουλιάνι και trader χρυσού της τράπεζας, Ρέτζα Ζεράμπ. Για τις υποθέσεις των δύο Τούρκων, σύμφωνα με το Bloomberg, είχε ενδιαφερθεί προσωπικά ο Ντόναλντ Τραμπ ζητώντας μάλιστα από τον τέως υπουργό Εξωτερικών, Ρεξ Τίλερσον να παρέμβει στο υπουργείο Δικαιοσύνης και ζητήσει απόσυρση των κατηγοριών.
Συνεπώς, το σκηνικό που διαμορφώνεται επηρεάζει καταλυτικά τα περιθώρια ελιγμών του Λευκού Οίκου και της διοίκησης Τραμπ, όσον αφορά τις διαπραγματεύσεις με τον Ταγίπ Ερντογάν, καθώς διαμορφώνεται η βάση για συνωμοσία και ενδεχομένως σκευωρία, αφού πρόκειται για παρεμβάσεις σε υποθέσεις που λόγω των κυρώσεων στο Ιράν και της μετέπειτα στην Τουρκία για την αγορά των S-400, έχουν άμεσο αντίκτυπο στην Εθνική Ασφάλεια των ΗΠΑ.
Οι συνθήκες αυτές οικοδομούν ένα ιδιαίτερα ασφυκτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ο Ντόναλντ Τραμπ καλείται να επιλύσει την αντιπαράθεση με την Τουρκία, έτσι ώστε να μη ν βρεθεί και ο ίδιος μπλεγμένος από τις πράξεις των υφισταμένων του.
Παράλληλα, πιέσεις δέχεται ο Ταγίπ Ερντογάν στο εσωτερικό, όπου η διάσπαση του κόμματός του και η δημιουργία νέων κομματικών σχηματισμών στις παρυφές του AKP σε συνδυασμό με την επιδεινούμενη υγεία του ηγέτη της ακροδεξιάς και συμμάχου του, περιορίζουν αισθητά την κοινωνική του βάση. Όπως άλλωστε καταγράφηκε στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές το AKP έχει ήδη χάσει την κρίσιμη μεσοαστική τάξη και τις ελίτ στα αστικά κέντρα και βασίζεται πλέον στις λαϊκές μάζες και τους σκληροπυρηνικούς μουσουλμάνους.
Το διεθνές σκηνικό
Για το λόγο αυτό ο Τραμπ στέλνει στην Τουρκία μαζί με τον υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο και τον αντιπρόεδρο Μάικ Πενς, καθώς ο τελευταίος είναι ο επόμενος στη σειρά της διαδοχής εφόσον ο πρόεδρος καθαιρεθεί και ως εκ τούτου η παρουσία του στην Τουρκία φέρει αυξημένο ειδικό βάρος, ενώ ταυτόχρονα η εμπλοκή του στις διαπραγματεύσεις περιορίζει το εύρος της έρευνας από τη Γερουσία και αναγκάζει τους Ρεπουμπλικάνους να συσπειρωθούν γύρω από τον Ντόναλντ Τραμπ.
Ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Μάικ Πενς αναμένεται να συναντηθεί με τον πρόεδρο της Τουρκίας αύριο Πέμπτη, με σκοπό όπως έχει προαναγγείλει να εξασφαλίσει «άμεση κατάπαυση του πυρός» στη βόρεια Συρία. Θα τον πλαισιώσουν ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας Μάικ Πομπέο, ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας Ρόμπερτ Ο’ Μπράιεν, καθώς και ο ειδικός επιτετραμμένος για τη Συρία Τζέιμς Τζέφρι, διευκρίνισε ο Λευκός Οίκος.
Ο Πενς θα υπενθυμίσει τη δέσμευση του κ. Τραμπ να διατηρήσει σε ισχύ τις οικονομικές κυρώσεις οι οποίες στοχοθετούν την Τουρκία ωσότου εξευρεθεί λύση, σύμφωνα με την αμερικανική κυβέρνηση.
«Απαιτούμε κατάπαυση του πυρός», επανέλαβε ο Τραμπ, ο οποίος προέτρεψε προχθές Δευτέρα τον Ερντογάν, κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνδιάλεξης που είχαν, να τερματίσει τη στρατιωτική επίθεση στη βορειοανατολική Συρία.
Καταλύτης ο Πούτιν
Δραστηριότητα όμως αναπτύσσει και ο Βλάντιμιρ Πούτιν, όντας πλέον ο ισχυρότερος διεθνής παίχτης στη Συρία, καθώς οι καλές σχέσεις που διατηρεί τόσο με τον Ταγίπ Ερντογάν και με τον Μπασάρ αλ Άσαντ του δίνουν την απαραίτητη νομιμοποίησης. Σε αυτό τώρα προστίθεται και η συμφωνία των Κούρδων YPG με τον Άσαντ, μέσω της οποίας στην ουσία η Ρωσία καθίσταται καταλύτης εξελίξεων. Ο Ρώσος πρόεδρος απηύθυνε ήδη πρόσκληση στον Ταγίπ Ερντογάν να επισκεφθεί τη Μόσχα, ενώ ο Ρώσος αρχηγός του Γενικού Επιτελείου είχε διεξοδική επικοινωνία με τον Αμερικανό ομόλογό του για τη Συρία.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, όμως, έρχεται τρίτη και καταϊδρωμένη, καθώς καθυστέρησε να απαντήσεις στις τουρκικές προκλήσεις, εμφανίστηκε νωχελική, άνευρη και χωρίς ειρμό. Έτσι οι αποφάσεις για έλεγχο των εξαγωγών όπλων από τις χώρες της ΕΕ προς την Τουρκία υπολείπεται σαφώς της δριμύτητας της τουρκικής επίθεσης, ενώ αποτυγχάνει να στείλει έστω και το σημειολογικό μήνυμα, καθώς η συμφωνία στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων ήταν ομόφωνη μεν, αλλά χαλαρή δε, δηλαδή δεν εξειδίκευε τα μέτρα αλλά τα άφηνε στη διακριτική ευχέρεια και συνεργασία των χωρών-μελών.
Την ίδια στιγμή λόγο στις εξελίξεις διεκδικεί και το Πεκίνο που αρχικά είχε μπλοκάρει μαζί με τη Ρωσία την υιοθέτηση ψηφίσματος από το Συμβούλιο Ασφαλείας, αλλά εν συνεχεία τοποθετήθηκε ζητώντας τη διακοπή των τουρκικών επιχειρήσεων στη Συρία. Αντιστοίχως, απέναντι στην τουρκική εισβολή τοποθετήθηκε και το Ιράν, ζητώντας μάλιστα την απόσυρση των τουρκικών δυνάμεων.
Εκκωφαντική είναι όμως η σιγή του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας, χώρες που βρίσκονται σε διαρκή αντιπαράθεση με την Τουρκία αλλά πολύ κοντά στις ΗΠΑ και ιδιαίτερα στον Λευκό Οίκο και τον Ντόναλντ Τραμπ.
Οι αντιδράσεις Ερντογάν
Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν απέρριψε κατηγορηματικά χθες Τρίτη την αμερικανική απαίτηση να κηρυχθεί εκεχειρία στη βόρεια Συρία, με δηλώσεις του στην εφημερίδα Hürriyet.
Έκρινε ακόμη πως το γεγονός ότι οι δυνάμεις της Δαμασκού μπήκαν στη Μάνμπιτζ δεν θα είναι «πολύ αρνητική» εξέλιξη για την Άγκυρα, αν συνεπάγεται πως θα απομακρυνθούν από την περιοχή αυτή οι Σύροι Κούρδοι μαχητές YPG.
«Για μένα, η είσοδος του καθεστώτος [των δυνάμεων του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ] στη Μάνμπιτζ δεν είναι τόσο πολύ αρνητική [εξέλιξη]. Γιατί; Επειδή είναι δικό τους έδαφος»,
ανέφερε,
Ο Ερντογάν επέμεινε ότι απορρίπτει τα αιτήματα της αμερικανικής κυβέρνησης.
«Μας λένε “κηρύξτε εκεχειρία”. Δεν θα μπορούσαμε να κηρύξουμε κατάπαυση του πυρός, όσο η Τουρκία δεν έχει επιτύχει τους σκοπούς της, να απωθήσει «την τρομοκρατική οργάνωση»,
όπως είπε, αναφερόμενος στις Μονάδες Προστασίας του Λαού (ΜΠΛ), στους δημοσιογράφους που τον συνόδευαν στο αεροσκάφος με το οποίο επέστρεφε από το Αζερμπαϊτζάν.
«Μας ασκούν πιέσεις για να σταματήσουμε την επιχείρηση. Έχουμε σαφή στόχο. Δεν ανησυχούμε για τις κυρώσεις»,
είπε ακόμη ο Ερντογάν, έξι ημέρες αφότου οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις εξαπέλυσαν την επίθεσή τους για να εκκαθαρίσουν την περιοχή των συνόρων τους Κούρδους πολιτοφύλακες.
Η κατάσταση στη Συρία
Μετά από έξι ημέρες τουρκικών επιχειρήσεων σε συριακά εδάφη οι νεκροί προσεγγίζουν τους 700, οι εκτοπισμένοι υπερβαίνουν τους 200,000 χιλιάδες, ενώ υπάρχουν και απώλειες αμάχων.
Δυνάμεις του καθεστώτος του Άσαντ άρχισαν χθες να αναπτύσσονται σε ορισμένους τομείς στη βόρεια Συρία που παρέμεναν εκτός του ελέγχου τους τα τελευταία χρόνια, κατόπιν μιας συμφωνίας με τις de facto κουρδικές αρχές με στόχο να περιοριστεί η κουρδική επίθεση
Ο Ερντογάν είπε πως μια επίθεση που έγινε στη Μάνμπιτζ χθες και είχε αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του ένας Τούρκος στρατιωτικός έγινε από τις συριακές κυβερνητικές δυνάμεις.
Το ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων Interfax, επικαλούμενο το ρωσικό υπουργείο Άμυνας, μετέδωσε αργότερα ότι τα κυβερνητικά στρατεύματα της Συρίας έθεσαν υπό τον έλεγχό τους περιοχή έκτασης 1.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων στην περιοχή της Μάνμπιτζ, συμπεριλαμβανομένου του στρατιωτικού Τάμπκα.