Αν και σε μεγάλο μέρος του κόσμου το χρέος των χωρών βρίσκεται στα χέρια ιδιωτών επενδυτών και διέπεται από το σύστημα των αγορών, αυτό δεν ισχύει σε πολλές περιπτώσεις λόγω της πολύ χαμηλής επενδυτικής βαθμίδας που καθιστά απαγορευτικά τα επιτόκια δανεισμού, με αποτέλεσμα οι χώρες αυτές να προσφεύγουν σε διακρατικό δανεισμό.
Η διαδικασία αυτή έχει πολλά θετικά, καθώς περιορίζει τον έλεγχο των αγορών σε μια χώρα άρα και τις πιέσεις για αντιδημοφιλείς μεταρρυθμίσεις, είναι όμως τρόπος έμμεσου ή ακόμα και άμεσου ελέγχου χωρών, περιοχών και δημιουργίας μετώπων.
Η Κίνα με τον τρόπο αυτό έχει καταφέρει να ελέγξει μεγάλο μέρος της Αφρικής, να διαμορφώσει πάτημα στη Νότια Αμερική και να αποκτήσει καταλυτική επιρροή σε κομβικές χώρες της Ασίας και των Βαλκανίων.
Σύμφωνα με έρευνα που δημοσίευσε πρόσφατα το Ινστιτούτο Κίελο για την Παγκόσμια Οικονομία, υπάρχουν επτά χώρες στον κόσμο των οποίων το χρέος εξωτερικών δανείων προς την Κίνα ξεπερνά το 25% του ΑΕΠ τους. Τρεις (Τζιμπουτί, Νίγηρας και Δημοκρατία του Κονγκό) βρίσκονται στην Αφρική, ενώ τέσσερις (Κιργιζιστάν, Λάος, Καμπότζη και Μαλδίβες) βρίσκονται στην Ασία.
Ωστόσο, ο παγκόσμιος χάρτης του χρέους προς την Κίνα που συγκεντρώθηκε μέσω άμεσων δανείων (εξαιρουμένων των χρεών και του βραχυπρόθεσμου εμπορικού χρέους) δείχνει ότι η πλειοψηφία των χωρών που έχουν μεγάλο χρέος στην Κίνα είναι στην Αφρική, αλλά η Κεντρική Ασία και η Λατινική Αμερική ακολουθούν σε πολύ μικρή απόσταση.
Ενώ το υπερπόντιο δάνειο της Κίνας συντονίζεται από την κεντρική κυβέρνηση της χώρας, είναι συχνά ανεπαρκώς τεκμηριωμένο, συνθήκη που η συγκεκριμένη μελέτη επιχειρεί να ανατρέψει. Οι ερενητές διαπίστωσαν ότι το χρέος με άμεσες χορηγήσεις άρχισε να αυξάνεται πάρα πολύ γύρω στο 2010 και ότι τα δάνεια της Κίνας έρχονται συχνά σε υψηλότερα ποσοστά και με μικρότερες περιόδους χάριτος για τη χώρα υποδοχής σε σύγκριση με τα αντίστοιχα δάνεια του ΟΟΣΑ ή της Παγκόσμιας Τράπεζας. Οι συντάκτες επισημαίνουν επίσης ότι οι χώρες που είναι σε μεγάλο βαθμό χρεωμένες προς την Κίνα κινδυνεύουν να πληγούν. Στη δεκαετία του 1970, η έκρηξη δανεισμού, η οποία συνίστατο σε παρόμοιες συμβάσεις που προσέφεραν οι αμερικανικές, ευρωπαϊκές και ιαπωνικές τράπεζες, οδήγησε σε αυτό το αποτέλεσμα για ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες που προσπαθούσαν να βελτιώσουν την υποδομή τους, σύμφωνα με την έρευνα.
Εν τω μεταξύ, το εξωτερικό χρέος προς την Κίνα μέσω επενδυτικών χαρτοφυλακίων, ήτοι τη χρήση μηχανισμών της αγοράς για την απόκτηση επιρροής, συγκεντρώνεται σε ανεπτυγμένες χώρες και υπερβαίνει το όριο του 10% του ΑΕΠ για τη Γερμανία και τις Κάτω Χώρες. Χαμηλότερα, μεταξύ 5 και 10% του ΑΕΠ διαμορφώνεται το χρέος των ΗΠΑ, του Καναδά, της Γαλλίας, το Ηνωμένου Βασιλείου και την Αυστραλίας που ελέγχει το Πεκίνο.