Σκηνικό που θυμίζει shadow wars έχει διαμορφωθεί τον τελευταίο έναν χρόνο στην Εθνική Τράπεζα, καθώς η νέα διοικητική ομάδα επιχειρεί να προωθήσει συγκεκριμένη ατζέντα αναπλήρωσης θέσεων και οργανικής διάρθρωσης της τράπεζας, η οποία πολλές φορές απέχει σημαντικά από αυτή του βασικού μετόχου (ΤΧΣ) και των εποπτικών φορέων (SSM και EBA).
Παράλληλα, όμως, σε εξέλιξη βρίσκεται και ο «κλασικός» πόλεμος συστημάτων, -λόγω πολιτικής αλλαγής στη διακυβέρνηση της χώρας- μέσα στην τράπεζα, μεταξύ συνδικαλιστών και παραγόντων που πρόσκεινται σε διαφορετικές πολιτικές παρατάξεις, τάσεις και συστήματα εξουσίας.
Ως αποτέλεσμα της διαφοράς λειτουργικών και οργανικών αντιλήψεων, οι σχέσεις των διοικούντων την τράπεζα με τους εκπροσώπους των μετόχων και τους επόπτες έχουν φτάσει ουκ ολίγες φορές σε οριακό σημείο, με το ΔΣ να διορίζει “πραξικοπηματικά” στελέχη που δεν εγκρίνει ο βασικός μέτοχος και να αναβαθμίζει σε θέσεις ευθύνης άλλα που δεν πληρούν τις προδιαγραφές του SSM.
Έτσι, αν και σε επίπεδο δεικτών και αποτελεσμάτων η Εθνική Τράπεζα επωφελείται από την γενικότερη τάση επιστροφής καταθέσεων, την ταχύτερη ροή κεφαλαίων και την πρόσβαση σε φθηνότερο χρήμα, οι εσωτερικές διεργασίες, ο απόηχος της αντιπαράθεσης με το βασικό μέτοχο και η νέα ένταση στις σχέσεις με τους θεσμούς, δύναται να υπονομεύσουν την αναπτυξιακή της τράπεζας.
Οι κόντρες των Ελλήνων τραπεζιτών με το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας δεν ήταν ποτέ κρυφές, ιδιαίτερα αυτές του συστήματος της Εθνικής Τράπεζας και του δίδυμου Μιχαηλίδη-Μυλωνά με τον Μάρτιν Τσούρντα, με τις εκ διαμέτρου αντίθετες προσεγγίσεις και εντάσεις να φτάνουν ακόμα και στα media.
Σύμφωνα με στοιχεία που έχουν συλλέξει κλιμάκια της SSM και της EBA καθώς και από εκθέσεις οίκων αξιολόγησης και Funds που ήρθαν σε επαφή με το ελληνικό τραπεζικό σύστημα τους τελευταίους 8-9 μήνες, παρατηρείται η μετακύλιση του «χαμηλού βαρομετρικού» από τις σχέσεις του διοικητικού διδύμου της ΕΤΕ με το ΤΧΣ, στις σχέσεις της την EBA, τον SSM και την επιτροπή της Βασιλείας ΙΙΙ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, η τράπεζα φαίνεται να ακολουθεί παρελκυστικές τακτικές σε ζητήματα, οργάνωσης, διάρθρωσης και διοίκησης, ερμηνεύοντας διασταλτικά ή ακόμα και αγνοώντας κανονισμούς και υπονομεύοντας τη βούληση του βασικού μετόχου και τις επιταγές του SSM.
Αυτό είναι όμως μόνο το ένα σκέλος της αντιπαράθεσης, το οποίο δημιουργεί πρόσθετο ρίσκο και αποτρέπει την εκδήλωση ενδιαφέροντος εν δυνάμει επενδυτών, ενώ πληγώνει την αξιοπιστία του τραπεζικού συστήματος συνολικά. Έτσι, παρά το γεγονός ότι η διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας φάνηκε να συμβιβάζεται με την απαίτηση του ΤΧΣ και του SSM για την προσέλκυση υψηλόβαθμων στελεχών από την αγορά, αυτό σπανίως συνέβη και, όταν τέτοια στελέχη προσλαμβάνονται, καταλήγουν να διαχειρίζονται πολύ μικρότερα και περιορισμένα χαρτοφυλάκια, απ’ αυτά που προβλέπει η θέση τους. Επίσης, σε πολλές περιπτώσεις η διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας έχει παγώσει θέσεις και προσπαθεί ακόμα και να τις εξαιρέσει από το υπό διαρκή αναμόρφωση οργανόγραμμα, έτσι ώστε να διατηρηθεί η εξουσία στον εσωτερικό μηχανισμό και να μην προκληθεί αναστάτωση από την αναγκαστική είσοδο τραπεζιτών από την αγορά.
Από τις κινήσεις αυτές, όμως, η Εθνική Τράπεζα φαίνεται πλέον ότι τηρεί δύο οργανογράμματα, το λειτουργικό και το… “εποπτικό”, ήτοι η λειτουργία της εν τοις πράγμασι διέπεται από ένα πλασματικό και άτυπο τρόπο διοίκησης, με θολά σημεία, αλληλεπικαλυπτόμενες αρμοδιότητες και διευθύνσεις «φαντάσματα» ακόμα και υπόγειες διαδρομές, ενώ στις εποπτικές αρχές και τους επενδυτές αποστέλλει ένα “ιδεατό” ή “εικονικό” το οποίο, όπως αναφέρουν εποπτικές αρχές και παράγοντες που έχουν γνώση από πρώτο χέρι, απέχει παρασάγγας από την πραγματικότητα.
Όπερ σημαίνει ότι το πραγματικό λειτουργικό ρίσκο που επωμίζεται η τράπεζα δεν είναι δυνατόν να καταγραφεί και ως εκ τούτου δημιουργείται risk gap από την εφαρμογή διπλού μοντέλου στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Στις τράπεζες και τους μεγάλους οργανισμούς παραδοσιακά λειτουργούν τα γνωστά “ψυγεία στελεχών” τα οποία ανάλογα με τις διοικήσεις αναβαθμίζονται ή περιθωριοποιούνται, ενίοτε και λόγω πολιτικών συναφειών. Αυτό που συμβαίνει όμως στην Εθνική Τράπεζα υπερβαίνει κάθε φαντασία, καθώς στο ψυγείο καταλήγουν θέσεις, λειτουργικές αρμοδιότητες και στελέχη που προσλαμβάνονται από την αγορά με παχυλούς μισθούς.
Διευθύνσεις όπως το ανθρώπινο δυναμικό, η IT, το e-banking, το GDPR, ακόμα και το marketing λειτουργούν υπό ιδιάζουσες συνθήκες, παράγοντας κυρίως… ρίσκο.
Παράλληλα, όμως, δύο ομάδες υψηλόβαθμων στελεχών και συνδικαλιστών της Εθνικής Τράπεζας, άμεσα και έμμεσα, μέσω θυγατρικών και συνεργαζομένων εταιριών, αναπτύσσουν δραστηριότητα lobbying σε Ελλάδα, Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη με στόχο τη μη ανανέωση της θητείας του διευθύνοντος συμβούλου του ΤΧΣ, Μάρτιν Τσούρντα, ενώ προωθούν σενάριο διαδοχής του εκ των έσω. Ο Τσούρντα αποτελεί «κόκκινο πανί» για την Εθνική Τράπεζα καθώς πιέζει για την αλλαγή των δομών και πλήρωση νέων ή χηρευουσών θέσεων διοίκησης από στελέχη της αγοράς.
Κοινωνός της αντιπαράθεσης και των ενεργειών έχει γίνει μεταξύ άλλων και ο καθ΄ ύλην αρμόδιος υφυπουργός Γιώργος Ζαββός. Η μια εκ των δύο ομάδων επιχειρεί μάλιστα να επιτύχει τη συναίνεση του Μαξίμου στο σενάριο αυτό, μέσω ανορθόδοξων και κομματικών διαδρομών, ενώ προς αυτό ενεργοποιούνται και συγκεκριμένα media.