Απόφαση με την οποία κρίνει αντισυνταγματικές ρυθμίσεις του νόμου Κατρούγκαλου για το ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό εξέδωσε το Συμβούλιο της Επικρατείας, χωρίς ωστόσο να δίνει αναδρομικότητα, διευκολύνοντας έτσι τη χάραξη πολιτικής από την κυβέρνηση και περιορίζοντας τους μελλοντικούς δημοσιονομικούς κινδύνους για τους οποίους απαιτείται πρόνοια και πρόβλεψη, γεγονός που περιόριζε de facto τον δημοσιονομικό χώρο.
Με πέντε αποφάσεις της, η ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με πρόεδρο την κ. Μαίρη Σαρπ, έκρινε αντισυνταγματικές πολλές από τις διατάξεις του ν.4387/2016. Το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο, διατήρησε τον ΕΦΚΑ, κρίνοντας συνταγματικό τον ενιαίο ασφαλιστικό φορέα και την υπαγωγή σε αυτόν των εργαζομένων και των συνταξιούχων.
Συνταγματικά:
Ο ΕΦΚΑ κρίθηκε ότι είναι σύμφωνος με την αρχή της ισότητας και της αναλογικότητας με το σκεπτικό ότι πρέπει να υπάρχει ένας φορέας για όλους, εργαζόμενους και συνταξιούχους, οι οποίοι αντιμετωπίζουν τους ίδιους ασφαλιστικούς κινδύνους. Εξ’αυτου του λόγου απέρριψε τις προσφυγές των δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι είχαν ζητήσει να μείνουν εκτός του Οργανισμού, εξαιτίας της ειδικής σχέσης που έχουν με το κράτος. Στην απόφαση υπήρχε και μειοψηφία.
Με οριακή πλειοψηφία 13 έναντι 12 ψήφων, το διακστήριο έκρινε συνταγματική την διάταξη που ορίζει ως βάση για τον επανυπολογισμό των συντάξεων την 31η Δεκεμβρίου του 2014. Το δικαστήριο επίσης έκρινε στο θέμα αυτό ότι στον λεγόμενο νόμο Κατρούγκαλου υπάγονται όλοι και οι παλιοί και οι μελλοντικοί συνταξιούχοι, ανεξάρτητα από το πότε ξεκίνησαν να εργάζονται. Δηλαδή δεν υπάρχουν πλέον ασφαλισμένοι πολλών ταχυτήτων. Και αυτό γιατί σύμφωνα με το σκεπτικό των ανώτατων δικαστών, όλοι πρέπει να επωμιστούν το βάρος για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος. Σύμφωνα με την μειοψηφία, η διάταξη αυτή αποσκοπεί στην επίτευξη δημοσιονομικών στόχων.
Κατά πλειοψηφία το δικαστήριο έκρινε συνταγματικές τις διατάξεις του νόμου Κατρούγκαλου που αφορούν στις κύριες συντάξεις, καθώς υπήρξαν αναλογιστικές μελέτες από την αρμόδια Αρχή. Δεν υπήρχαν όμως ανάλογες μελέτες για τις επικουρικές, με συνέπεια οι διατάξεις του νόμου για αυτές να κριθούν αντισυνταγματικές. Ετσι, η διοίκηση οφείλει να ξαναδεί το θέμα των επικουρικών νομοθετικά, τόσο για τις παλιές όσο και για τις νέες.
Αντισυνταγματικά:
Ο τρόπος υπολογισμού των εισφορών των αυτοαπασχολούμενων και των ελεύθερων επαγγελματιών, κρίνοντας τον αντισυνταγματικό σε σύγκριση με τους μισθωτούς. Ειδικότερα έκρινε αντισυνταγματικό το όριο του 20% των εισφορών που προέβλεπε ο λεγόμενος νόμος Κατρούγκαλου, ενώ για τους μισθωτούς το ποσοστό είναι 6% διότι το υπόλοιπο καλύπτεται από τον εργοδότη. Το σκεπτικό της κρίσης των δικαστών είναι ότι η επίμαχη διάταξη προσβάλει την αρχή της ισότητας των εργαζομένων (σ.σ Το ποσοστό του 20% για τους αυτοαπασχολούμενους έχει ήδη μειωθεί με νεότερο νόμο).
Το πλαφόν των 1300 ευρώ που τίθεται ως πλαφόν (άθροισμα) στις κύριες και επικουρικές συντάξεις. Έκρινε δηλαδή ότι είναι :
-Αντισυνταγματική η περικοπή των επικουρικών όταν το άθροισμα είναι άνω των 1300 ευρώ (μικτά) γιατί αντίκειται στην αρχή ισότητας, αναλογικότητας και ανταποδοτικότητας.
-Αντισυνταγματικός ο τρόπος υπολογισμού της αναπλήρωσης κύριων των συντάξεων καθώς θεωρεί ότι είναι εξαιρετικά χαμηλό (έως 46,80% για 42 έτη ασφάλισης) κυρίως για όσους εργαζόμενους έχουν μακρύ ασφαλιστικό βίο και κατέβαλλαν πολύ υψηλές εισφορές.
Τέλος το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το κράτος είναι αυτό που πρέπει να λειτουργήσει ως εγγυητής της χρηματοδότησης του ασφαλιστικού, όταν παρίσταται ανάγκη, ρύθμιση που αποτελεό δικλείδα ασφαλείας, παράλληλα όμως αναγκάζει το Δημόσιο να διενεργεί συγκεκριμένες δημοσιονομικές προβλέψεις, ενώ φαίνεται να ανοίγει την πόρτα για την επαναφορά του αυτόματου κόφτη, ώστε να διασφαλίζεται η δημοσιονομική σταθερότητα.
Μικροπροβλήματα
Η κρίση για την αντισυνταγματικότητα των επικουρικών ανοίγει νέο κύκλο δικαστικών διεκδικήσεων και αξιώσεων για 260.000 συνταξιούχους κυρίως μισθωτούς του πρ. ΙΚΑ. Υπενθυμίζεται πως το καλοκαίρι του 2016 επανυπολογίστηκαν και κόπηκαν 260.000 επικουρικές συντάξεις τις οποίες λάμαβναν συνταξιούχοι με άθροισμα κύριας και επικουρικής άνω των 1.300 ευρώ. Στο μεταξύ έχουν μεσολαβήσει τρία χρόνια. Γι αυτό ρόλο κλειδί θα παίξει τώρα το σκεπτικό της επίμαχης απόφασης.