Κινητικότητα προκειμένου να εδραιώσει το ενδιαφέρον και της νέας ελληνικής κυβέρνησης για τις εξελίξεις στα Βαλκάνια σε συνάρτηση με την ευρωπαϊκή προοπτική της περιοχής και παράλληλα να αναλάβει πρωτοβουλία για την ενεργό εμπλοκή στα τεκταινόμενα, αναπτύσσει ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, επ΄ αφορμής της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.
Σε αυτό το πλαίσιο η ευρωπαϊκή προοπτική των δυτικών Βαλκανίων και η ενίσχυση της περιφερειακής συνεργασίας βρέθηκαν στο επίκεντρο της τετραμερούς συνάντησης, σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών, Ελλάδας-Βουλγαρίας-Κροατίας-Ρουμανίας που πραγματοποιήθηκε στη Νέα Υόρκη την Τρίτη το απόγευμα.
Ο Νίκος Δένδιας επιχείρησε να θέσει θέματα διμερούς συνεργασίας και θεμάτων τόσο προς την Αλβανία, όσο και προς τη Βόρεια Μακεδονία, ενώ προσπάθησε να διαμορφώσει τις βάσεις για συνεργασία στην καθοδήγηση των εξελίξεων στην περιοχή με τη Σερβία, μέσα στο ευρύτερο σκηνικό που οριοθετήθηκε στις συναντήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη με τους ηγέτες των χωρών αυτών.
«Νομίζω ότι είναι ένα καλό βήμα να μπορούν οι υπουργοί Εξωτερικών των Βαλκανικών χωρών να μιλάνε μεταξύ τους. Καταλήγουμε σε κοινές θέσεις που αφορούν το κοινό συμφέρον και την κοινή ευρύτερη γεωγραφική περιοχή μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση»,
τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, μετά την ολοκλήρωση της συνάντησης.
Ο κ. Δένδιας έστειλε το μήνυμα πως η Ελλάδα αφήνει πίσω την εσωστρέφεια στην οποία είχε περιέλθει κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και είναι έτοιμη να διαδραματίσει έναν ενεργητικό ρόλο στη διεθνή σκηνή.
«Η Ελλάδα, έπειτα από δέκα χρόνια κρίσης, βγαίνει ξανά από την απομόνωση -που η κρίση την οδήγησε- με αυτοπεποίθηση στα Βαλκάνια, στη Μέση Ανατολή, στη Μεσόγειο, στην Ευρώπη, στον κόσμο»,
τόνισε.
Στην πραγματικότητα, στόχος των επαφών και παρεμβάσεων του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών, είναι η εξασφάλιση του καλώς έχειν από τους συναδέλφους του, ώστε να μπορέσει να ανακτήσει το ρόλο που απορρέει από τη Συμφωνία των Πρεσπών και ο οποίος είχε αποδοθεί δικαιωματικά στην προηγούμενη κυβέρνηση και ιδιαίτερα επί Νίκου Κοτζιά, αλλά η ένταση είχε αρχίσει να φθίνει λόγω των ευρωπαϊκών διεργασιών και της δρομολόγησης πρόωρων πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα.