Μπορεί ο χρυσός να έχει πάψει να αποτελεί νομισματικό εργαλείο από το 1971, όταν ο Αμερικανός πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον ανέστειλε μονομερώς το σύστημα συναλλαγματικών ισοτιμιών Bretton Woods, αίροντας τη μετατρεψιμότητα του δολαρίου σε χρυσό, ωστόσο, αποτελεί πάντα επένδυση και περιουσιακό στοιχείο, που τόσο οι χώρες όσο και οι επενδυτές διαθέτουν στα θησαυροφυλάκιά τους.
Σύμφωνα μάλιστα με τα τελευταία στοιχεία του ΔΝΤ οι ΗΠΑ παραμένουν μακράν ο μεγαλύτερος κάτοχος χρυσού παγκοσμίως, με τη Γερμανία να ακολουθεί. Παρά τις φήμες και τις θρησκο-ρατσιστικές προκαταλήψεις, το Ισραήλ δεν βρίσκεται στις χώρες με τα μεγαλύτερα αποθέματα, λίστα στην οποία περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, η Τουρκία, το Βέλγιο, η Ρωσία και η Πορτογαλία.
Τον Ιούνιο του 2019, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν η χώρα με τα μεγαλύτερα αποθέματα χρυσού. Τα αποθέματα των ΗΠΑ ήταν πάνω από δύο φορές μεγαλύτερα από τα αποθέματα της δεύτερης Γερμανίας και σχεδόν τέσσερις φορές μεγαλύτερα από τα αποθέματα του τρίτου μέρους της Ιταλίας.
Ο μεγαλύτερος παραγωγός χρυσού παγκοσμίως, η Κίνα, κατέλαβε την έκτη θέση, με αποθέματα χρυσού σχεδόν 2.000 μετρικών τόνων. Το 2018, η χώρα εξήγαγε περίπου 400 μετρικούς τόνους χρυσού, ή σχεδόν 100 τόνους περισσότερο από την Αυστραλία, τον δεύτερο μεγαλύτερο παραγωγό χρυσού στον κόσμο.
Με την αβεβαιότητα σχετικά με το χρηματιστήριο που προκαλείται από πολιτικές και οικονομικές αναταραχές και τα παρατεταμένα χαμηλά επιτόκια, ο χρυσός προκάλεσε το ενδιαφέρον πολλών επενδυτών. Δεδομένου ότι η διεθνής τιμή του χρυσού παρέμεινε σχετικά σταθερή τα τελευταία χρόνια, ο χρυσός τους προσέφερε μια ενδιαφέρουσα εναλλακτική επενδυτική επιλογή.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, ότι όσο κλιμακώνονται οι γεωπολιτικές και γεωοικονομικές εντάσεις η τιμή του πολύτιμου μετάλλου ενισχύεται, ξεπερνώντας προσφάτως το ψυχολογικό φράγμα των 1500 δολαρίων, καθώς Κίνα και ΗΠΑ εισήγαγαν νέους δασμούς, εντείνοντας τον εμπορικό πόλεμο,