Τριβές στις σχέσεις μελών της ελληνικής κυβέρνησης και της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα αποκαλύπτει η πρόσφατη υπερέκταση της φημολογίας αποχώρησης του πρέσβη Τζέφρι Πάιατ, η οποία αν και βασίστηκε στην παρέλευση της τριετίας, εν τούτοις καταδεικνύει κλίμα έντασης.
Η αμερικανική πρεσβεία, προανήγγειλε, κατ΄ουσία την παράταση της θητείας του Τζέφρι Πάιατ, ταυτόχρονα με τις αναρτήσεις για την άφιξη του νέου επιτετραμμένου, ήτοι του δεύτερου τη τάξη, Ντέιβιντ Μπέργκερ, ανάρτησε και δημοσιεύματα που αναφέρονται στην επιμήκυνση του χρόνου παραμονής του πρέσβη.
Η παραμονή του Τζέφρι Πάιατ τουλάχιστον μέχρι το 2020, όπως εμμέσως ανακοίνωσε η αμερικανική πρεσβεία, δημιουργεί θέμα για την ελληνική κυβέρνηση, η οποία όχι μόνο έχασε μια παρασκηνιακή διπλωματική μάχη, αλλά επέλεξε τέτοια σύγκρουση με τον βασικό σύμμαχο και εταίρο, ενώ την ίδια στιγμή ανακάλεσε και αντικατέστησε την Ελληνίδα πρέσβειρα στη Μόσχα, η οποία είχε χειριστεί τη σύγκρουση και αποκατάσταση των σχέσεων, ως διευθύντρια του γραφείου του Νίκου Κοτζιά.
Δεδομένου ότι τα αρχικά δημοσιεύματα περί επικείμενης αποχώρησής του πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα τροφοδοτήθηκαν από φίλα προσκείμενα στην κυβέρνηση και σε συγκεκριμένους παράγοντες media, είναι εύκολα αντιληπτό ότι η αντικατάστασή του ή ακόμα και το κενό ηγεσίας θα εξυπηρετούσε συγκεκριμένα συμφέροντα.
Τα μηνύματα που στέλνουν οι κινήσεις της νέας ελληνικής κυβέρνησης σε Ουάσιγκτον, Μόσχα και Ευρώπη, προκαλούν σύγχυση και τροφοδοτούν σενάρια που με τη σειρά τους δημιουργούν αίσθηση υποβόσκοντος γεωπολιτικού αναθεωρητισμού, η οποία θα μπορούσε να δημιουργήσει απρόβλεπτες επιπλοκές.
Στην πραγματικότητα, το θέμα αντικατάστασης του Τζέφρι Πάιατ είχε λήξει σε ανύποπτο χρόνο, όταν η επιτετραμμένη στην Αθήνα, πήρε την προαγωγή της αναλαμβάνοντας την πρεσβεία στα Σκόπια, ενώ στη συνέχεια, μάλιστα, ολοκληρώθηκε η κατανομή στελεχών τόσο στο State Department, όσο και διεθνώς, με τα υποψήφια για το πόστο πρόσωπα να λαμβάνουν ρόλο στην επιτελική δομή της αμερικανικής διπλωματίας τόσο στις ΗΠΑ όσο και στον ΟΗΕ.
Στην Ελλάδα όμως, ο νυν υφυπουργός Εξωτερικών, αρμόδιος για τη διασπορά, κ. Διαμαντάρης, είχε προεκλογικά βιαστεί να επιτεθεί στον κ. Πάιατ, καταλογίζοντάς του ότι κινείται ως διαφημιστής του Αλέξη Τσίπρα, ζητώντας, από τότε με δημοσίευμα του Εθνικού Κήρυκα τον συνετισμό ή την αντικατάστασή του. Την άποψη αυτή συμμερίζονται ιδιωτικά και άλλοι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της ελληνικής κυβέρνησης. Μετεκλογικά μάλιστα, ο υπουργός ναυτιλίας κ. Πλακιωτάκης έθεσε θέμα αναβάθμισης των σχέσεων με την Κίνα, μέσω της απεμπλοκής και επιτάχυνσης του επενδυτικού πλάνου της Cosco, τη στιγμή που η διαμάχη Ουάσιγκτον-Πεκίνου εμφανίζει ενδείξεις διάχυσης σε νομισματικό και γεωπολιτικό πεδίο. Των δηλώσεων αυτών ακολούθησε συνάντηση του υπουργού με τον Αμερικανό πρέσβη και διακηρύξεις για διεύρυνση της διμερούς συνεργασίας και στον τομέα της ναυτιλίας και των υποδομών της. Κατόπιν της συνάντησης αυτής η πρέσβειρα της Κίνας στην Αθήνα συναντήθηκε με τον υπουργό Οικονομικών, Χρήστο Σταϊκούρα, χωρίς να ανακοινωθεί το περιεχόμενο των συνομιλιών.
Το κλίμα που δημιουργούν τα εν λόγω στελέχη τροφοδοτήθηκε εκ νέου στα media επ’ αφορμής της λήξης της τυπικής θητείας του Τζέφρι Πάιατ, και καθώς η πρεσβεία των ΗΠΑ επιμένει στο ιδιαίτερα ασφυκτικό πλαίσιο του στρατηγικού διαλόγου και των μέτρων εδραίωσης εμπιστοσύνης. Το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, αν και ακολουθεί πολιτική rotation με χρονικό όριο, δεν θα διακινδύνευε τον εκτροχιασμό ή την απώλεια συγχρονισμού στις σχέσις με την Ελλάδα, καθώς και το βαλκανικό δίκτυο που συντονίζεται από την πρεσβεία στην Αθήνα, τη στιγμή μάλιστα που Τουρκία και Ρωσία αναπτύσσουν πολυσχιδή δραστηριότητα στην περιοχή.
Στα δημοσιεύματα των media, πάντως, δεν παραλείπεται πάντως να αναφερθεί ότι ο κ. Πάιατ ανέλαβε τη θέση με πρωτοβουλία του Μπαράκ Ομπάμα. Παραλείπεται βέβαια, το γεγονός ότι η μετάθεση στην Ελλάδα ακολούθησε την επιτυχημένη αποστολή στην Ουκρανία όπου συνέβαλλε τα μάλα στην επανάκαμψη της χώρας απέναντι στη Ρωσία, μετά την επέμβαση στην Κριμαία.