Δημοσίευμα το οποίο σκιαγραφεί την εκ βάθρων ανατροπή του κοινωνικού και πολιτικού σκηνικού στην Τουρκία τους τελευταίους μήνες φιλοξενεί η Die Welt και αναδημοσιεύει το γερμανικό πρακτορείο ειδήσεων, Deutsche Welle, με αναφορές στις συνεχιζόμενες διώξεις, τον αντίκτυπο στον κοινωνικό ιστό καθώς και τις επιπτώσεις της επιδείνωσης της οικονομικής κατάστασης της χώρας, εξαιτίας της υποτίμησης του νομίσματος και της εκρηκτικής αύξησης του πληθωρισμού.
Το ιδιαίτερα διεξοδικό ρεπορτάζ αν και θα μπορούσε να περιλαμβάνει υπερβολές, σε δημοσιογραφικό επίπεδο, εν τούτοις αξιολογούμενο πολιτικά και διπλωματικά αποτελεί μια πρώτης τάξεως καταγραφή της κατάστασης των διμερών σχέσεων Βερολίνου-Άγκυρας, σε μια ιδιαίτερα καίρια στιγμή. Από το άρθρο προκύπτει η συγκαταβατική διάθεση της Γερμανίας για μερική και επιλεκτική αναθεώρηση του πλαισίου των ΜΚΟ που δέχονται την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, λόγω ενδείξεων ατασθαλειών, διάθεση που εδράζεται στην κόπωση που καταγράφεται έναντι του προσφυγικού στην τουρκική κοινωνία, η οποία, όμως αποδίδεται στην κρίση.
Από το ρεπορτάζ είναι πρόδηλη η αίσθηση του ντόμινο εν αναμονή, δηλαδή ότι θα αρκούσε μια θρυαλλίδα για να καταρρεύσουν κρίσιμες δομές του τουρκικού κράτους, καθώς οι αντοχές περιορίζονται κατ’ αντιστοιχίες με τις κοινωνικές ανοχές, οι οποίες δοκιμάζονται πολύπλευρα.
Ο φόβος της αδυναμίας της Τουρκίας να επιτελέσει το ρόλο της στο προσφυγικό, δίνε μια νέο οπτική στο πρόβλημα, καθώς μέχρι τώρα οι διακυμάνσεις στις ροές προσφύγων και μεταναστών ερμηνεύονταν και αποδίδονταν στην εργαλειοποίησή τους από τον Ταγίπ Ερντογάν.
Η Die Welt αναφέρει στον πρόλογο κιόλας του θέματος ότι παρά το ότι το καθεστώς εκτάκτου ανάγκης μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου του 2016 στην Τουρκία ήρθη πριν από περίπου έναν χρόνο, οι επιπτώσεις του παραμένουν ορατές. Πολλοί πολίτες συνεχίζουν να στερούνται θεμελιωδών δικαιωμάτων, οι φυλακές είναι υπερπλήρεις και όλα δείχνουν ότι τρία χρόνια μετά η χώρα ζει υπό καθεστώς άτυπης κατάστασης εκτάκτου ανάγκης.
Εν συνόλω η αίσθηση που αφήνει ο αρθρογράφος και την οποία προωθεί η μερική αναδημοσίευση της DW, είναι αδιαμφισβήτητα αυτή του φόβου για την επόμενη μέρα, χωρίς ωστόσο να δείχνει τον Ταγιπ Ερντογάν ως υπεύθυνο, αλλά να διαμορφώνει μια ευρύτερη πολυπαραγοντική βάση, που συμβάλλει στην όξυνση των προβλημάτων.
Χαρακτηριστικό ειναι το άρθρο από τη γερμανική «Die Welt». Ο αρθρογράφος της εφημερίδας επικαλείται μελέτη του Βέλι Ακμπαμπά, αντιπροέδρου του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης, του CHP.
«Από τις 20 Ιουλίου μέχρι τις 21 Ιουλίου του 2018, 130.00 άνθρωποι απολύθηκαν από δημόσιες υπηρεσίες. Οι 46 εξ αυτών αυτοκτόνησαν, ανάμεσά τους αστυνομικοί, δάσκαλοι, στρατιωτικοί και δικαστές… Δεν αποκλείστηκαν μόνο από το δημόσιο τομέα και σύρθηκαν ενώπιον της δικαιοσύνης, αλλά έχουν καταγραφεί στο αρχείο της αστυνομίας ως ύποπτοι για τρομοκρατικές πράξεις. Που σημαίνει ότι ούτε και στον ιδιωτικό τομέα μπορούν να βρουν θέση εργασίας, διότι όλες οι επιχειρήσεις και οι ασφαλιστικοί φορείς έχουν πρόσβαση στο αρχείο. Οι άνθρωποι αυτοί είναι καταδικασμένοι να ζήσουν σε συνθήκες φτώχειας».
Οι επιπτώσεις από την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης είναι πιο ορατή στις φυλακές, όπου σύμφωνα με την έκθεση ο αριθμός των προσωρινά κρατούμενων και φυλακισμένων έχει ξεπεράσει κάθε ρεκόρ στην ιστορία της χώρας.
«Το 2015 το 14,5% των προσωρινά κρατουμένων έφτανε το 14,6%, σήμερα αντιπροσωπεύει το 1/3 όλων των ευρισκόμενων στη φυλακή. Αυτό αποδεικνύει ότι η δικαιοσύνη κάνει χρήση του μέτρου της προσωρινής κράτησης ως άμεσου τρόπου σωφρονισμού, σε ανθρώπους που δεν έχουν ακόμη καταδικαστεί τελεσίδικα»
γράφει χαρακτηριστικά η εφημερίδα.
«Σήμερα στις τουρκικές φυλακές βρίσκονται 206.457 καταδικασμένοι και 55.574 προσωρινά κρατούμενοι. Συνολικά 264.031 άνθρωποι σε 353 φυλακές της χώρας με δυναμικότητα 218.000 κρεβατιών… Η κυβέρνηση κατασκευάζει 137 νέα σωφρονιστικά ιδρύματα».
Δεν είναι καλοδεχούμενοι πλέον οι πρόσφυγες στην Τουρκία
Η οικονομική κρίση, την οποία διέρχεται η Τουρκία έχει επηρεάσει την πολιτική και τα αισθήματα των κατοίκων απέναντι στους Σύρους πρόσφυγες. Τέσσερα εκατομμύρια πρόσφυγες έχουν αναζητήσει προστασία στην Τουρκία, εξ αυτών τα 3,6 εκατ. έχουν έρθει από τη γειτονική Συρία. Αλλά δεν είναι πλέον καλοδεχούμενοι, γιατί λόγω της κρίσης οι πρόσφυγες αποτελούν μεγάλο πρόβλημα με εκρηκτικές κοινωνικές διαστάσεις.
Αυτό είναι το θέμα του ανταποκριτή της εφημερίδας «Handelsblatt», ο οποίος υπενθυμίζει ότι αρχές Ιουλίου σε συνοικία της Κωνσταντινούπολης δεκάδες Τούρκοι πετροβόλησαν προθήκες καταστημάτων με αραβικά ονόματα με αποτέλεσμα να χρειαστεί η αστυνομία να ρίξει δακρυγόνα για να τους απωθήσει.
«Το κλίμα έχει αναστραφεί, ένας εκ των πολέμιων της παρουσίας τόσων πολλών Σύρων στην Τουρκία είναι ο δήμαρχος της Πόλης Εκρέμ Ιμάμογλου»,
επισημαίνει ο δημοσιογράφος.
«Τον περασμένο Ιούνιο κέρδισε τις εκλογές κατά του AKP και εκθειάστηκε πολύ στη Δύση για την νίκη αυτή. Αλλά βλέπει τους πρόσφυγες σαν ένα μεγάλο βάρος. Σε μια πόλη 16 εκατ. κατοίκων ζουν 500.000 δηλωμένοι πρόσφυγες, αλλά αρμόδιοι υπολογίζουν ότι οι αδήλωτοι είναι άλλοι τόσοι, δηλαδή ένας πρόσφυγες ανά 16 κατοίκους. Μάλιστα σε συνέντευξη τύπου ενώπιον δημοσιογράφων από το εξωτερικό, ο Ιμάμογλου είπε ότι ήταν λάθος η κατανομή προσφύγων από τη Συρία σε ολόκληρη τη χώρα και ότι έδωσε εντολή στους Σύρους καταστηματάρχες να αλλάξουν τις επιγραφές των καταστημάτων τους στα τουρκικά».
Ο αρθρογράφος κάνει εκτενή αναφορά στην οικονομική βοήθεια της Ε.Ε. και επικαλούμενος δικές του πηγές επισημαίνει ότι η Άγκυρα ασκεί πιέσεις για την ταχύτερη αποδέσμευση των κονδυλίων και τον μεγαλύτερο έλεγχο στη διάθεσή τους.
«Πίσω από κλειστές πόρτες ανώτεροι υπάλληλοι στην Άγκυρα παραπονιούνται ότι οι οργανώσεις βοήθειας, στις οποίες εμβάζονται τα χρήματα, βάζουν πάρα πολλά στην τσέπη τους»,
σημειώνει. «Και πράγματι», συνεχίζει,
«το 13% του ποσού που πηγαίνει σε εγκεκριμένες ανθρωπιστικές οργανώσεις κατακρατείται για λειτουργικά έξοδα και το μάνατζμεντ. Γι’ αυτό η τουρκική κυβέρνηση θέλει να επιστρατεύσει δικές της οργανώσεις».
Ένα άλλο παράπονο της τουρκικής κυβέρνησης είναι ότι η κοινοτική βοήθεια δίνεται με πολύ αργούς ρυθμούς και σε λάθος κανάλια.
«Στην τουρκική κυβέρνηση δεν αρέσει καθόλου το ότι τελικά η Ε.Ε. αποφασίζει τι θα γίνει με τα χρήματα, παρά το ότι οι πρόσφυγες βρίσκονται στην τουρκική επικράτεια».