Με ρυθμό ταχύτερο των προβλέψεων αλλά κατώτερο του προηγούμενου έτρεξε το δεύτερο τρίμηνο η αμερικανική οικονομία, υποστηριζόμενη από τις καταναλωτικές και κρατικές δαπάνες, ενώ την ίδια στιγμή αρνητικά βάρυναν οι ιδιωτικές επενδύσεις και το real estate.
Αν και η ανάπτυξη ήταν καλύτερη από την αναμενόμενη το μείγμα πάνω στο οποίο βασίστηκε είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό καθώς δείχνει ότι το κεφάλαιο συσσωρεύεται εκτός αγοράς, παρά τις γενναίες φοροαπαλλαγές σε εταιρικά κέρδη και μερίσματα, ενώ η οικονομία καίει πλέον κρατικό χρήμα και βασίζεται στις ατομικές καταναλωτικές δαπάνες, παράγοντες που έχουν περιορισμένη διάρκεια.
Η οικονομία των ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 2,1% ετησίως κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2019, σε ετήσια βάση, υπερβαίνοντας τις προσδοκίες της αγοράς για 1,8% και μετά από επέκταση 3,1% στο προηγούμενο τρίμηνο.
Θετικά συνεισέφεραν οι προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες (PCE), οι δαπάνες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και των πολιτειών και δήμων.
Ωστόσο, αρνητικά βάρυναν οι ιδιωτικές επενδύσεις αποθεμάτων, οι εξαγωγές, οι επενδύσεις σε μη-οικιστικό Real Estate και οι επενδύσεις σε οικιστικό Real Estate.
Τα στοιχεία αυτά αναμένεται να έχουν βαρύνουσα σημασία στην επικείμενη απόφαση της Fed, στις 31 Ιουλίου, για τον καθορισμό των επιτοκίων, καθώς η αγορά αναμένει την πρώτη μείωση, η οποία αποτελεί στην ουσία ανάσχεση της αύξησης του Δεκεμβρίου.
Το ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές αυξήθηκε κατά 4,6%, ή 239,1 δισεκατομμύρια δολάρια, το δεύτερο τρίμηνο στα 21,34 τρισ. δολάρια. Κατά το πρώτο τρίμηνο, το τρέχον ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 3,9% ή 201 δισ.
Ο δείκτης τιμών για τις ακαθάριστες εγχώριες αγορές αυξήθηκε κατά 2,2% το β τρίμηνο, σε σύγκριση με αύξηση 0,8% το πρώτο τρίμηνο. Ο δείκτης τιμών PCE αυξήθηκε κατά 2,3%, έναντι αύξησης 0,4%. Εξαιρώντας τις τιμές των τροφίμων και της ενέργειας, ο δείκτης τιμών PCE αυξήθηκε κατά 1,8%, έναντι αύξησης 1,1%.