Να αλλάξει εντελώς το τοπίο στη μάχη κατά της τρομοκρατίας επιδιώκει ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη εισαγάγοντας στην Ελλάδα το μοντέλο πρόληψης και αντιμετώπισης απειλών που έχουν υιοθετήσει χώρες που βρίσκονται πολύ ψηλά στον δείκτη τρομοκρατίας ή έχουν στο πρόσφατο παρελθόν δεχθεί μεγάλης κλίμακας τρομοκρατικές ενέργειες, είτε σε κάθε περίπτωση βρίσκονται σταθερά στη λίστα στόχων, όπως αυτή προκύπτει από τα στοιχεία που συλλέγουν οι υπηρεσίες πληροφοριών.
Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, μετά την αλλαγή ηγεσίας στην Αστυνομία επέλεξε να εδραιώσει το νέο δόγμα ασφάλειας μέσω της δημιουργίας και λειτουργίας ειδικών ομάδων φύλαξης περιοχών μεγάλης τουριστικής κίνησης, με στόχο, όπως δήλωσε την ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών και ιδιαίτερα των τουριστών, που έχουν συνηθίσει στις χώρες που επισκέπτονται την έντονη παρουσία της αστυνομίας σε μαζικούς χώρους.
Τέτοιες πολιτικές πρόληψης εφαρμόζονται σε χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία, οι ΗΠΑ και η Τουρκία, όπου οι τρομοκρατικές επιθέσεις που έχουν κατά καιρούς εκδηλωθεί καλύπτουν ευρύ φάσμα δράσεων και ως εκ τούτου η αντιμετώπισή τους είναι επίσης πολυεπίπεδη. Ήτοι, επιθέσεις με όχημα σε πλήθος, μεμονωμένοι δράστες με αυτοσχέδια όπλα ή μαχαίρια, έως και οργανωμένες τρομοκρατικές επιθέσεις με βόμβες σε σημεία, ακόμα και πολιτικές δολοφονίες. Επίσης, αυτή η στρατηγική φύλαξης έχει εφαρμοστεί σε στόχους υψηλής σημειολογικής αξίας, σε περιόδους έντασης, όπως σε συναγωγές, τζαμιά και εν γένει θρησκευτικά σύμβολα. Στη μεγάλη πλειονότητα των περιπτώσεων αυτών, οι δράστες ήταν είτε ριζοσπαστικοποιημένοι ισλαμιστές και αυτόνομοι πυρήνες του Ισλαμικού Κράτους και άλλων αντίστοιχων οργανώσεων, είτε ακροδεξιοί που επιχειρούν να επιτεθούν σε μετανάστες ή να χρεώσουν τις δράσεις τους σε μετανάστες.
Η Ελλάδα, όμως, δεν αποτελεί, σύμφωνα με τα στοιχεία της Europol, χώρα στόχο, αλλά trasit state, δεν έχει περιστατικά ακραίας θρησκευτικής βίας και τρομοκρατίας και οι τρομοκρατικές επιθέσεις που έχουν καταγραφεί προέρχονται από πυρήνες εγχώριων οργανώσεων, ενώ οι στόχοι που επελέγησαν δεν ήταν ποτέ χώροι μαζικής προσέλευσης πολιτών και τουριστών, αλλά υψηλής σημειολογικής αξίας, όπως η Τράπεζα της Ελλάδας, το Χρηματιστήριο και σε μικρότερης κλίμακας μη-θανατηφόρες επιθέσεις σπίτια πολιτικών και το Κοινοβούλιο.
Τούτων δοθέντων, η εισαγωγή ενός μοντέλου αποτροπής και φύλαξης που χρησιμοποιείται από χώρες με διαφορετικά γνωρίσματα όσον αφορά την τρομοκρατία, δείχνει είτε ότι η Ελλάδα δεν διαθέτει ικανό δίκτυο πληροφοριών, είτε ότι υπάρχουν άμεσες απειλές ασφάλειας, είτε ότι η κυβέρνηση χρησιμοποιεί την τρομοκρατική απειλή ως προπέτασμα καπνού για να ενισχύσει την αστυνομική παρουσία στα αστικά κέντρα. Όλα τα παραπάνω σενάρια, βέβαια, είναι πολύ πιθανό να υπονομεύσουν αντί να εντείνουν το αίσθημα ασφάλειας πολιτών και τουριστών, κατηγοριοποιώντας την Ελλάδα στο κλαμπ των χωρών υπό διαρκή τρομοκρατική απειλή, με ότι αυτό συνεπάγεται για τον τουρισμό,
Επίσης, από την ετήσια έκθεση της Europol για την τρομοκρατία προκύπτει ότι η Ελλάδα είναι από τις χώρες με το μεγαλύτερο μέσο όρο ποινών σε καταδίκες, εξαιρουμένου του χρόνου κράτησης πριν από την τελεσίδικη απόφαση, με 16 έτη κατά μέσο όσο, ενώ ακολουθούν η Ισπανία με 8 και η Μεγάλη Βρετανία με 7. Παράλληλα, επισημαίνεται ότι σε πολλές χώρες, επιπλέον των ποινών τα δικαστήρια υποβάλλουν τους καταδικασθέντες σε υποχρεωτική ψυχοθεραπεία και μέτρα που ισχύουν μετά την απελευθέρωση.
Στην έκθεση της Europol, πάντως, επισημαίνεται ότι η ακροδεξιά τρομοκρατία ανθεί στην Ευρώπη, ενώ ακολουθείται από τους τζιχαντιστές και πολύ χαμηλότερα βρίσκεται η ακροαριστερή-αναρχική τρομοκρατία, στην Ελλάδα βέβαια, οι περισσότερες τρομοκρατικές επιθέσεις το 2018 ήταν από ακροαριστερές ομάδες. Σε ευρωπαϊκή βάση ακροαρσιτερή και αναρχική τρομοκρατία καταγράφεται επίσης στην Ιταλία και την Ισπανία. Η Europol μάλιστα καταλήγει ότι οι αναρχικοί αιτιολόγησαν τη δράση τους ως αντίδραση στις αστυνομικές πρακτικές καταστολής, γεγονός που σε συνδυασμό με το νέο μοντέλο αποτροπής που εφαρμόζει η κυβέρνηση, αυξάνει de facto τον κίνδυνο έξαρσης τρομοκρατικών επιθέσεων.