Ήδη από τα πρώτα λεπτά που ξεκαθάρισε το εκλογικό αποτέλεσμα στις εκλογές της 7ης Ιουλίου, από τα κεντρικά γραφεία της Νέας Δημοκρατίας στην οδό Πειραιώς μεταδιδόταν ένα μήνυμα σε όλους τους τόνους και από όλους τους διαύλους: “σαρωτικές αλλαγές σε χρόνο μηδέν”. Εκείνη τη στιγμή, μόνο ο πολύ στενός κύκλος του Κυριάκου Μητσοτάκη ήταν σε θέση να γνωρίζει την ατζέντα και κατ’ επέκταση να αιτιολογήσει τον κατεπείγοντα χαρακτήρα που απέπνεε αυτή.
Σήμερα, 15 ημέρες αργότερα, η νέα κυβέρνηση, πριν καν ξεκινήσει η διαδικασία χορήγησης ψήφου εμπιστοσύνης, έχει εξαγγείλει και υλοποιήσει ένα ιδιαίτερα ευρύ φάσμα αλλαγών, που σε πολλές περιπτώσεις είναι αμφιλεγόμενες και προκαλούν αντιδράσεις ακόμα και στην Ευρώπη. Εντύπωση προκαλεί, πάντως, ότι κατά την πρώτη ημέρα της συζήτησης στη Βουλή για τη χορήγηση ψήφου εμπιστοσύνης, ούτε η κυβέρνηση, ούτε η αντιπολίτευση αναφέρθηκαν, παρά μόνο ακροθιγώς, σε ζητήματα που άπτονται του θεσμικού μετασχηματισμού του κράτους και τα οποία αντίκεινται στο ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Η μεταφορά αρμοδιοτήτων της ΕΥΠ και του ΑΠΕ στον ίδιο τον πρωθυπουργό είναι ενδεικτική μιας τάσης υπερσυγκέντρωσης εξουσιών και ελέγχου πληροφοριών και ενημέρωσης στο ίδιο σημείο, περιορίζοντας τις δυνατότητες ελέγχου της δράσης τους, ενώ την ίδια στιγμή συστήνεται και η θέση Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας υπό τον πρωθυπουργό με άγνωστες, για την ώρα, αρμοδιότητες. Επίσης, τις Βρυξέλλες αναμένεται να απασχολήσουν τα σχέδια για τη δημιουργία φυλακών Τύπου Γ, κυρίως όμως η ανακοινωθείσα την πρώτη ημέρα μεταφορά των αρμοδιοτήτων των φυλακών από το υπουργείο Δικαιοσύνης στο Προστασίας του Πολίτη, κίνηση που αντιβαίνει στο ευρωπαϊκό κεκτημένο και το πνεύμα και γράμμα ευρωπαϊκών συμβάσεων. Στα ευρωπαϊκά ραντάρ βρίσκεται και η κατάργηση της δομής της Γενικής Γραμματείας Ισότητας και η υπαγωγή της στο υπουργείο Εργασίας.
Αν και αυτά είναι όμως μόνο κάποια από τα μέτρα ταχείας εφαρμογής που εξήγγειλε και έτρεξε ήδη η νέα κυβέρνηση με την έκδοση προεδρικών διαταγμάτων, πριν την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης από τη Βουλή, είναι επαρκή για να δώσουν την αίσθηση της έντασης και της πολύ καλά προσδιορισμένης πολιτικής βούλησης. Η νέα ελληνική κυβέρνηση υλοποίησε με τη δυναμική του εκλογικού αποτελέσματος, σε νεκρό χρόνο και ενώ τα φώτα της δημοσιότητας εστιάζονταν στο υπό σχηματισμό υπουργικό συμβούλιο, σειρά μέτρων αναδιάρθρωσης, αναδιάταξης και επανασχεδιασμού της δομής του κράτους. Στην πραγματικότητα, αυτά τα θέματα, που χρησιμοποιούνται ως απόδειξη της αποτελεσματικότητας, θα ήταν δύσκολα να υλοποιηθούν σε συνθήκες πλήρους λειτουργίας και πολιτικής κανονικότητας, καθώς οι κοινωνικές αντιδράσεις, θα δημιουργούσαν πίεση στα κόμματα και θα πυροδοτούσαν ενστάσεις και εγκλήσεις από την ΕΕ.
Αν και για την ώρα δεν φαίνεται να υπάρχουν ουσιώδεις αντιστάσεις έναντι των μέτρων αυτών, τα ζητήματα αναμένεται να τεθούν σε δεύτερο χρόνο και να επηρεάσουν τις σχέσεις της Αθήνας με τις Βρυξέλλες, ενώ ιδιαίτερα στα ζητήματα των φυλακών οι επιπλοκές αναμένονται ευρύτερες. Σε τέτοιες περιστάσεις, συνήθως, η Κομισιόν επιλέγει πρώτα την επικοινωνία μέσω των εσωτερικών διαύλων, χωρίς να προβοκάρει την κυβέρνηση, αλλά αν δεν υπάρξουν πειστικές απαντήσεις, τότε οι διαρροές βρίσκουν το δρόμο τους για τα πρωτοεσέλιδα μεγάλων ευρωπαϊκών και εν συνεχεία εγχώριων media, εξαναγκάζοντας και την αντιπολίτευση να ανεβάσει τα θέματα στην εγχώρια πολιτική ατζέντα.