Δηλώσεις που στόχο έχουν την ενίσχυση της δυναμικής επαναπατρισμού κεφαλαίων και του momentum προσέλκυσης επενδύσεων πραγματοποίησε ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας, Γιάννης Στουρνάρας, μετά τη συνάντηση του με τον πρωθυπουργό, προαναγγέλοντας άμεσα την πλήρη άρση των capital controls, ενώ από το Μαξίμου διέρρευσε συμφωνία και για τις προωθούμενες μεταρρυθμίσεις.
Παρά τη συμφωνία του νεοεκλεγέντος πρωυπουργού με τον κεντρικό τραπεζίτη για το μείγμα της οικονομικής πολιτικής και τον κοινά διακηρυγμένο στόχο για τη μείωση των πλεονασμάτων, οι τελικές αποφάσεις απέχουν ακόμα, καθώς θα ληφθούν το Eurogroup, το οποίο θα εξετάσει ενδεχόμενο αίτημα σε συνάρτηση με νέα ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους, όπως έχει ξεκαθαρίσει ο επικεφαλής του ESM, Κλάους Ρέγκλινγκ.
«Θεωρούμε ότι πλέον δεν έχουν χρησιμότητα» δήλωσε ο Γιάννης Στουρνάρας για τα capital controls στις τράπεζες, προαναγγέλλοντας ότι η Τράπεζα της Ελλάδας θα εισηγηθεί την πλήρη κατάργηση των κεφαλαιακών περιορισμών σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Ο κ. Στουρνάρας προέβη στη συγκεκριμένη δήλωση αφού συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, στο Μέγαρο Μαξίμου. Στη συνάντηση εξετάστηκαν η πορεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος και ευρύτερα της ελληνικής οικονομίας.
«Χρειαζόμαστε και άλλες συστημικές λύσεις» για την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, είπε ο διοικητής της ΤτΕ ως προς τα επόμενα βήματα στον τραπεζικό τομέα. Όπως η είπε, «η κυβέρνηση θα διεκδικήσει να εφαρμοστούν όλες οι εφικτές λύσεις».
Ο ίδιος σημείωσε εκ νέου την εκτίμηση της ΤτΕ ότι η Ελλάδα δεν θα επιτύχει τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος το 2019, το οποίο και θα διαμορφωθεί στο 2,9% του ΑΕΠ, σύμφωνα με την ίδια εκτίμηση. Στο 1,9% του ΑΕΠ τοποθετεί την ανάπτυξη.
Σύμφωνα με το πρωθυπουργικό γραφείο, κοινό συμπέρασμα από τη συνάντηση Μητσοτάκη-Στουρνάρα υπήρξε ότι οι μεταρρυθμιστικές πολιτικές που προωθεί η κυβέρνηση φέρνουν ισχυρότερη ανάπτυξη και δημιουργούν επιπλέον δημοσιονομικό χώρο για την υλοποίηση του προγράμματός της.
Η κυβέρνηση δηλώνει, επίσης, πως θα αξιοποιήσει συνδυαστικά τις προτάσεις της Τράπεζας της Ελλάδας και του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας για την αντιμετώπιση του προβλήματος των «κόκκινων» δανείων.