Οι κυβερνητικές προτιμήσεις του τραπεζικού κεφαλαίου στην Ελλάδα ήταν πάντα δεδομένες, σπανίως αμφισβητήθηκαν, κάποιες φορές όμως τίθενται στη βάσανο των προβλημάτων και της δυνατότητας για παροχή άμεσων λύσεων. Στο παρελθόν μάλιστα οι Έλληνες τραπεζίτες δεν έχουν φοβηθεί να υιοθετήσουν θέσεις και απόψεις ξένων παραγόντων για σειρά θεμάτων, καθώς εξυπηρετούσαν τις ανάγκες τους.
Σύμφωνα με το Bloomberg, σε επίπεδο θεμελιωδών μεγεθών και προοπτικών τίποτα δεν έχει αλλάξει από πέρυσι, καθώς τα σχέδια για μείωση των NPE/NPL’s είναι μεν φιλόδοξα, αλλά χωρίς την εφαρμογή πρόσθετων μέτρων άμεσης ισχύος η προοπτική εκκαθάρισης των ισολογισμών δεν είναι ρεαλιστική, τουλάχιστον όπως περιγράφεται στα business plans.
Οι ελληνικές τράπεζες απέχουν πολύ από την επίλυση του κρίσιμου ζητήματος των κόκκινων δανείων, καθώς η DG Comp δεν έχει δώσει το πράσινο φως για το σχέδιο εκκαθάρισης των ισολογισμών τους, για την υλοποίηση του οποίου απαιτούνται 5 δισ. από τον κρατικό κορβανά. Σε διαφορετική περίπτωση, οι τράπεζες θα αναγκαστούν να καταφύγουν σε νέες αυξήσεις κεφαλαίου, καθώς η εκκαθάριση των κόκκινων δανείων, όπως έχουν επισημάνει διεθνείς οίκοι, “καίει” τα ίδια κεφάλαια και απομειώνει τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας.
Mπορεί το ράλι των ελληνικών τραπεζών να ήταν φέτος εντυπωσιακό, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι έχει λυθεί το πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων, αναφέρει το Bloomberg σε ανάλυσή του, διαπιστώνοντας «επώδυνα αργή πρόοδο» στη μείωση των επισφαλειών.
Έτσι, ενώ οι αγορές πανηγυρίζουν για την προοπτική αποκατάστασης της πολιτικής κανονικότητας ταχύτερα, λόγω της προκήρυξης πρόωρων εκλογών, που περιορίζει την προεκλογική περίοδο από τις Ευρωεκλογές στις εθνικές από 4 σε 1 μήνα, οι τράπεζες, απλά επωφελούνται αλλά χωρίς να έχουν αλλάξει οι δικές τους προοπτικές.
Οι μετοχές των δύο μεγαλύτερων ελληνικών τραπεζών -Πειραιώς και Εθνικής- έχουν υπερδιπλασιασθεί. Οι πρόωρες εκλογές και η πιθανότητα αλλαγής κυβέρνησης πυροδότησαν το πρόσφατο ράλι -όμως η αισιοδοξία των επενδυτών ίσως να είναι πρώιμη, σημειώνει το έγκυρο δίκτυο.
«Στην ουσία, τίποτε δεν έχει αλλάξει από πέρυσι. Τότε, οι επενδυτές ανησυχούσαν ότι οι ρυθμιστικές αρχές θα υποχρεώσουν τις τράπεζες, που λυγίζουν υπό το βάρος των επισφαλών δανείων, να συγκεντρώσουν κεφάλαια. Η μερική ανάκαμψη των τραπεζικών μετοχών από τότε δεν αποτελεί ένδειξη ότι θα εφαρμοσθούν πράγματι τα απαιτούμενα διορθωτικά μέτρα»,
υπογραμμίζεται στο δημοσίευμα.
Σύμφωνα με το BBG, η πρόοδος στη μείωση των επισφαλών δανείων παραμένει επώδυνα αργή και η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας παραμένει εύθραυστη, αφήνοντας τις τράπεζες ευάλωτες σε μεταβολές της εμπιστοσύνης. Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, που μειώθηκαν κατά 12,7 δισ. ευρώ το 2018, περίπου στα 82 δισ. ευρώ, συνεχίζουν να αντιπροσωπεύουν σχεδόν το ήμισυ του χαρτοφυλακίου δανείων, αναφέρει το BBG, επικαλούμενο στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος. Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι κοντά στο 3%.
«Οι ελληνικές τράπεζες δεν θα είναι σε θέση να λειτουργήσουν σωστά, παρά μόνον όταν αυτό το “βουνό” μειωθεί σημαντικά»,
σημειώνει ο αρθρογράφος.
Σε ανάλυση της UBS την 7η Μαϊου για τις ελληνικές τράπεζες, το κορυφαίο ζήτημα ήταν οι προοπτικές για τη μείωση των επισφαλών δανείων, ακολουθούμενο από την κατάσταση της οικονομίας. Εξίσου αντιπροσωπευτικό ήταν η αξιολόγηση της εμπιστοσύνης στο neutral, που δείχνει μια προτίμηση να παραμείνουν στο περιθώριο και έναντι ποσοστού 37% των αισιόδοξων. Έκτοτε, ο τραπεζικός δείκτης FTSE/Athex έχει ενισχυθεί 14%. Και ίσως, σύμφωνα με το BBG, οι «ταύροι» να είναι ακόμη λιγότεροι τώρα.