Η αρχή μιας νέας μεγαλύτερης κρίσης μπορεί να βρίσκεται ακριβώς στα αποτελέσματα των ευρωεκλογών. Οι νέες ισορροπίες στο ευρωκοινοβούλιο, ο ρόλος και η επιρροή των ακροδεξιών και ευρωσκεπτικιστών αλλά και η καθόλου απίθανη σύγκρουση των επικεφαλής των κομμάτων με το διευθυντήριο για την επιλογή του επόμενου προέδρου της Κομισιόν, είναι μόνο μερικές από τις προκλήσεις, οι οποίες θα έρθουν στο προσκήνιο μόλις κλείσουν οι κάλπες.
Στην Ευρώπη, οι μάχες των κομμάτων και του διευθυντηρίου έχουν επικεντρωθεί στην αντιμετώπιση της ακροδεξιάς, μέσω της συγκρότησης μετώπων και της αλλαγής του μίγματος οικονομικής πολιτικής και της χαλάρωσης των πιέσεων. Ωστόσο, η πολιτική χαλάρωση και η αυξημένη ευελιξία δεν είναι ένα μοντέλο που μπορεί να ευδοκιμήσει στην ΕΕ, με τη σημερινή της δομή.
Την επόμενη ημέρα οι Ευρωπαίοι ηγέτες και οι Ευρωβουλευτές θα κλιθούν να επιλέξουν πρόσωπα για θέσεις κλειδιά, εκεί ακριβώς αναμένονται συγκρούσεις. Η Πολωνία και το Group Vizegrad ζητούν από καιρό μεγαλύτερη συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων, ενώ αντιστοίχως η Γαλλία ανταγωνίζεται τη Γερμανία για τα κλειδιά κομβικών οργάνων, όπως το Eurogoup. Η εικόνα αυτή σκιαγραφεί δύο μέτωπα, Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι επίτροποι, οι επικεφαλής θεσμών όπως η ΕΚΤ και νέων δομών, όπως ο Ευρωστρατός τίθενται επί τάπητος, σε συνδυασμό με σειρά άλλων ανοιχτών θεμάτων.
Πριν απ΄αυτά όμως θα πρέπει να καθοριστούν οι νέες ισορροπίες, οι οποίες θα είναι εν μέρει αποτέλεσμα της δύναμης που θα καταγράψει κάθε κόμμα ξεχωριστά αλλά και σε επίπεδο μετώπων στις ευρωεκλογές. Όπερ σημαίνει ότι ενώ οι ευρωσκεπτικιστές θα πιέζουν για νέα οφίτσια και πόστα, οι ευρωπαϊστές θα επιχειρήσου να διευρύνουν τη σφαίρα επιρροής προσφέροντας θέσεις ισχύος σε μικρότερες χώρες που αισθάνονταν αποκλεισμένες από τη διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, πάντως, το ποσοστό των φιλοευρωπαϊκών κομμάτων (Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ), οι Σοσιαλιστές, οι Φιλελεύθεροι (ALDE) και οι Πράσινοι), αναμένεται να περιορισθεί αισθητά, ακόμη και κατά δέκα μονάδες, σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές και από το 70% του Κοινοβουλίου να βρεθούν να κατέχουν μόλις το 60%.
Ένα τέτοιο ενδεχόμενο εκτιμάται ότι θα οδηγήσει εκ των πραγμάτων σε νέες πολιτικές συμμαχίες,οι οποίες θα προκύψουν μέσα από μπρα-ντε-φερ στο επίκεντρο του οποίου θα βρίσκεται η ατζέντα της ακροδεξιάς.
Το κλίμα όμως μπορεί να επιδεινωθεί άρδην, προκαλώντας δυσαρμονία μεταξύ των εκλεγμένων και των ηγετών της ΕΕ, λόγω της σχεδόν προδιαγεγραμμένης σύγκρουσης για πρόσωπο του νέου προέδρου της Κομισιόν. ΟΙ ηγέτες απεργάζονται ήδη σενάρια παράκαμψης του εκλεγμένου προέδρου και διορισμού του αρεστού του διευθυντηρίου. Για το λόγο αυτό, το βράδυ της Δευτέρας οι επικεφαλής των παραπάνω κομμάτων θα συναντηθούν για να δηλώσουν την πρόθεσή τους να μη στηρίξουν κανέναν άλλον για πρόεδρο της Επιτροπής εκτός από τους υποψηφίους που τέθηκαν στην κρίση των Ευρωπαίων πολιτών στις ευρωεκλογές.
Από την άλλη πλευρά, διελκυστίνδα βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, όπου ήδη ο Εμμάνουελ Μακρόν έθεσε επί τάπητος το όνομα του Μισέλ Μπαρνιέ, επιτρόπου Brexit, ως εν δυνάμει υποψηφίου για την προεδρία της Κομισιόν. Ωστόσο, ο Μακρόν δεν θα είναι ο μόνος, ενώ δεν αποκλείονται και εκπλήξεις, καθώς η Άγκελα Μέρκελ εξωθείται σε παραίτηση από την καγκελαρία από τη διάδοχό της στο κόμμα, ενώ ο απερχόμενος πρόεδρος της Κομισιόν, Ζαν Κλωντ Γιούνκερ έχει θέσει θέμα ευρωπαϊκού ρόλου για την Γερμανίδα καγκελάριο.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι όταν τέθηκε αντίστοιχο θέμα στις προηγούμενες ευρωεκλογές ο Έλληνας πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, στήριξε τότε τον διορισμό προέδρου από τους εκλεγμένους, καθώς και ο ίδιος υποψήφιος για την προεδρία. Συνεπώς, ενδεχόμενη μεταστροφή στάσης σε αυτό το θέμα θα είχε πολιτικό κόστος.
Μετά από τη διάσκεψη των προέδρων των κομμάτων, θα ακολουθήσει άτυπη Σύνοδος Κορυφής, το βράδυ της Τρίτης όπου θα τεθεί το θέμα της επιλογής του επόμενου προέδρου, με το δεδομένο της “διακήρυξης” των προέδρων των κομμάτων. Εκεί θα συζητηθούν και οι υπόλοιπες θέσεις-κλειδιά, του προέδρου του Συμβουλίου, του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και η νέα διάρθρωση της Κομισιόν.