Έκθεση με την οποία αναλαμβάνει ευθύνες και επιδεικνύει διάθεση να αλλάξει πορεία δημοσίευσε το ΔΝΤ στο πλαίσιο της διαδικασίας αξιολόγησης των προγραμμάτων και ενώ η ΕΕ βρίσκεται σε τροχιά εκλογών, με τα λαϊκιστικά-ακροδεξιά κόμματα να πιέζουν τα συστημικά, που αναγκάστηκαν να εφαρμόσουν πολιτικές λιτότητας.
Το ΔΝΤ αναγνωρίζει πως η καθυστέρηση της αναδιάρθρωσης του χρέους είχε στόχο τη διάσωση των ευρωπαϊκών τραπεζών, καθώς στο χρόνο που μεσολάβησε από το ξέσπασμα της κρίσης μέχρι το PSI, το ελληνικό δημόσιο αποπλήρωσε ομόλογα 50 δισ., εξαντλώντας τη ρευστότητα που διέθετε, ενώ οι ελληνικές τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία αγόρασαν το μεγαλύτερο μέρος των άληκτων ομολόγων που κατείχαν οι ευρωπαϊκές, απορροφώντας έτσι την έκρηξη στο εσωτερικό και διευρύνοντας τον αντίκτυπο του κουρέματος στον κοινωνικό ιστό, καθώς επλήγη και ο πυλώνας της Υγείας και Πρόνοιας, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει δίχτυ ασφαλείας.
Με τον τρόπο αυτό το ΔΝΤ ύποδεικνύει την ύπαρξη σοβαρών πολιτικών ευθυνών τόσο στις ελληνικές κυβερνήσεις της εποχής όσο και στις ευρωπαϊκές και στους θεσμούς, καταδεικνύοντας τις υποβόσκουσες αιτίες που οδήγησαν στη σκληρή σύγκρουση με την ελληνική κυβέρνηση, ενώ “δικαιώνει” τις αρχικές επιλογές του Ντομινίκ Στρος Καν, ο οποίος αποπέμφθηκε εν μέσω κατασκευασμένου σκανδάλου..
Πολιτικά, η έκθεση του ΔΝΤ αναμένεται να έχει ισχυρό αντίκτυπο τόσο στην Ελλάδα όσο και πανευρωπαϊκά, καθώς βάζει επίσημη σφραγίδα σε όσα ισχυρίζεται η κυβέρνηση Τσίπρα, αντικρούει τους ισχυρισμούς του προέδρου του ESM, Κλάους Ρέγκλινγκ και υψώνει το δάκτυλο στον αρχιτέκτονα της αποτυχημένης συνταγής λιτότητας, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Χρονικά, η δημοσιοποίηση της γνωστής από καιρό έκθεσης-αξιολόγησης, του ΔΝΤ στην προεκλογική περίοδο των ευρωεκλογών, φέρει σαφή μηνύματα, τα οποία εφόφοσν αναδειχθούν μπορούν να ανατρέψουν το πολιτικό σκηνικό, καθώς φωτογραφίζονται οι πολιτικοί που έλαβαν ή δεν έλαβαν αποφάσεις και διαφοροποιείται ουσιωδώς το έως τώρα σκηνικό που διαμορφώνονταν από τις δηλώσεις του Κλάους Ρέγκλινγκ για τη “ζημιά” της σκληρής διαπραγμάτευσης και της περιόδου Βαρουφάκη..
Συνεπώς, η έκθεση του Ταμείου είναι άκρως πολιτική, καθώς παρέχει τη δυνατότητα εργαλειοποίησής της τόσο από την ελληνική κυβέρνηση όσο και από όλα ευρωπαϊκά κόμματα στις ευρωεκλογές και ολοκληρώνει με τον πλέον εμφατικό τρόπο τον κύκλο λιτότητας, επιχειρώντας ένα εξαναγκασμένο lifting στο προφίλ και λειτουργία του ως οργανισμού.
Κάνοντας ένα βήμα ακόμα, το ΔΝΤ αναμορφώνει τη διαδικασία σχεδιασμού προγραμμάτων, με απώτερο στόχο την αποφυγή της επανάληψης των λαθών, αναλαμβάνοντας εμπράκτως την ευθύνη. Μάλιστα, στη σχετική έκθεση υπάρχουν επανειλημμένες αναφορές στην Ελλάδα, οι οποίες αναδεικνύουν:
- Τον εσφαλμένο τρόπο προσέγγισης σε αρχικό στάδιο του προβλήματος της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους
- Τη δυσανάλογη έμφαση που δόθηκε στη δημοσιονομική προσαρμογή
- Τις υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις για τα μακροοικονομικά μεγέθη.
Βιωσιμότητα Ελληνικού Χρέους
Στην έκθεση επισημαίνεται ότι η καθυστέρηση της αναδιάρθρωσης υπονόμευσε τόσο τις προοπτικές ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, όσο και την ίδια την αποτελεσματικότητα του «κουρέματος» του χρέους (PSI) που έγινε το 2012.
Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει το ΔΝΤ, η συγκεκριμένη εξέλιξη οφειλόταν στους φόβους για μια συνολική διάχυση της κρίσης στην Ευρωζώνη, κάτι που όμως τελικά δεν αποφεύχθηκε.
Αναφορικά με το ζήτημα της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, το Ταμείο υπενθυμίζει ότι είχε εγκρίνει για τη χώρα μας το 2010 ένα δάνειο-μαμούθ ύψους 30 δισ. ευρώ. Οι συγκεκριμένοι πόροι είχαν γίνει διαθέσιμοι, παρόλο που το ΔΝΤ δεν μπορούσε σε εκείνη τη χρονική συγκυρία να πιστοποιήσει τη βιωσιμότητα του χρέους.
Για τον λόγο αυτό είχε χρειαστεί να υπάρξει μια αλλαγή στο πλαίσιο των σχετικών κανόνων μέσω της προσθήκης της «συστημικής εξαίρεσης», η οποία επέτρεψε στο Ταμείο να παρακάμψει τον σκόπελο της βιωσιμότητας μέσω της επίκλησης του κινδύνου για μια γενικότερη εξάπλωση της κρίσης. Αυτή η εξαίρεση που άνοιξε την πόρτα για τη συμμετοχή του Ταμείου προσέφερε ουσιαστικά την πολυτέλεια του χρόνου που οδήγησε στην καθυστέρηση της αναγκαίας αναδιάρθρωσης.
Υπεραισιόδοξες προβλέψεις
Με μια παραδοχή για «υπερβολικά αισιόδοξες προβλέψεις», το ΔΝΤ αναγνωρίζει ότι οι συγκεκριμένες εκτιμήσεις οδήγησαν στο να υποτιμηθεί ο αντίκτυπος που θα έχει η δημοσιονομική προσαρμογή στην ανάπτυξη και την πορεία του χρέους. Αν ωστόσο οι προβλέψεις του Ταμείου εδράζονταν σε μια πιο ρεαλιστική βάση, το ΔΝΤ θα είχε θέσει την άμεση αναδιάρθρωση του χρέους ως βασική προϋπόθεση για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα.
Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια
Παρά το γεγονός ότι η χρηματοπιστωτική σταθερότητα βρισκόταν στο επίκεντρο των προγραμμάτων του ΔΝΤ, η έκθεση του Ταμείου σημειώνει ότι στο μέσο όρο το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων αυξήθηκε κατά 10,5% σε μια σειρά από χώρες όπως η Ελλάδα, η Κύπρος, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία. Όπως τονίζεται, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων άρχισε να μειώνεται στην Πορτογαλία και την Ιρλανδία μόνο μετά το πέρας των προγραμμάτων, ενώ το συγκεκριμένο θέμα παραμένει ακόμα μια ανοιχτή πρόκληση για την Ελλάδα και την Κύπρο. Από το παράδειγμα αυτών των χωρών, το ΔΝΤ αντλεί το δίδαγμα ότι η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά τη διάρκεια της υλοποίησης των προγραμμάτων εμπεριέχει μια σειρά από προκλήσεις.