Η αμφίπλευρη κλιμάκωση της εμπορικής αντιπαράθεσης ΗΠΑ-Κίνας είναι πλέον γεγονός, με τις απειλές για νέα μέτρα να επιμένουν, ενώ οι διαπραγαμτεύσεις υποτίθεται ότι συνεχίζονται στο Πεκίνο, μετά το ναυάγιο της προηγούμενης εβδομάδας που δυναμίτισε το κλίμα.
Παρά τις περί του αντιθέτου διαρροές από τον Λευκό Οίκο για επικείμενη συμφωνία, από το τέλος του 2018, κάθε προσδοκία έχει διαψευστεί, αναγκάζοντας πλέον τις αγορές να προεξοφλούν τα χειρότερα, καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ απειλεί να φορολογήσει το σύνολο των κινεζικών εισαγωγών στις ΗΠΑ.
Μέχρι στιγμής ο αντίκτυπος για την αμερικανική οικονομία είναι διαχειρίσιμος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν πλήττονται κλάδοι και δεν υπονομεύεται η αναπτυξιακή προοπτική. Η Moody’s επισημαίνει ότι οι νέοι δασμοί είναι credit negative για την αμερικανική οικονομία.
Πάντως, η διαρκής πολιτική, ρητορική και εμπορική κλιμάκωση δεν φαίνεται ότι έχει παράξει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα για τον Ντόναλντ Τραμπ, καθώς το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ στο διμερές εμπόριο με την Κίνα συνεχίζει να διευρύνεται, ενώ οι αυξήσεις τιμών πρώτων υλών οδηγούν σε αυξήσεις τελικών τιμών και περιορίζουν την αγοραστική ικανότητα των νοικοκυριών.
Ο οδικός χάρτης της σύγκρουσης
Χθες η Κίνα ανακοίνωσε αύξηση των δασμών στις εισαγωγές αμερικανικώ προϊόντων ύψιυς 60 δισ., από το 10 στο 25%, απαντώντας σε αντίστοιχη απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ, που επέβαλε αυξημένους δασμούς σε κινεζικές εισαγωγές 200 δισ.
Οι εμπορικές σχέσεις μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου φάνηκαν να επιδεινώνονται την περασμένη εβδομάδα μετά από τέσσερις μήνες συνομιλιών, οι οποίοι άρχισαν μετά τη διάσκεψη κορυφής της G20 στο Μπουένος Άιρες.
Η παλινδρόμηση ξεκίνησε τον Ιανουάριο του περασμένου έτους, όταν η αμερικανική κυβέρνηση επέβαλε δασμούς στα πλυντήρια ρούχων και στις εισαγωγές ηλιακών συσσωρευτών. Λιγότερο από ένα μήνα αργότερα, ο Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε δασμούς για εισαγόμενο χάλυβα και αλουμίνιο από όλες τις χώρες, η οποία πλήττει όμως κυρίως την Κίνα, καθώς είναι η μεγαλύτερη εξαγωγός χάλυβα στον κόσμο και η αμερικανική αγορά είναι μια από τις πλέον προνομιακές.
Μέχρι τα μέσα Ιουνίου, η εμπορική διαφωνία tit-for-tat εξελίχθηκε περαιτέρω, με τον Τραμπ να ανακοινώνει δασμούς 25% σε κινεζικά αγαθά αξίας 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η Κίνα απάντησε με αντίστοιχους δασμούς την ίδια ημέρα.
Αμφότερες ΗΠΑ και Κίνα επέβαλαν δασμούς κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Στα τέλη Σεπτεμβρίου, ο Τραμπ κλιμάκωσε με δασμούς 10% σε εισαγωγές ύψους 200 δισ. κινεζικών αγαθών μέχρι το τέλος του 2018. Ο Κινέζος πρόεδρος Σι απάντησε, με δασμούς 25 τοις εκατό σε αγαθά αξίας 60 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ενώ τα πράγματα φαινόταν ελπιδοφόρα μετά τη διάσκεψη κορυφής της G20, δεν έχει επιτευχθεί ακόμη μια συμφωνία.
Ο Τραμπ έχει επανειλημμένα εκφράσει τη δυσαρέσκειά του για την εμπορική ανισορροπία μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου.
Και ενώ το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ με την Κίνα έφθασε στην πραγματικότητα το ρεκόρ των 419 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2018, τα χρήματα αυτά δεν χάνονται ούτε το μεγάλο εμπορικό έλλειμμα είναι αναγκαστικά κακό για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στην πραγματικότητα, η τελευταία αύξηση του ελλείμματος αποτελεί ένδειξη ισχύος, καθώς η ακμάζουσα αμερικανική οικονομία και το ισχυρό δολάριο ενισχύουν τη ζήτηση για κινέζικα αγαθά.