Ο όρος κινέζικα βασανιστήρια δεν είναι τυχαίος, ούτε και η κουλτούρα διαπραγματεύσεων των Κινέζων. Η εμπορική αντιπαράθεση ΗΠΑ-Κίνας πέρασε στο επόμενο επίπεδο μετά την τρίτη διαδοχική επιθετική ενέργεια από την πλευρά της Ουάσιγκτον, που ήταν η αύξηση των δασμών από το 10 στο 25% σε προϊόντα της αξίας 200 δισ. δολαρίων. Τώρα, το Πεκίνο, μπορεί να απαντήσει πλήττοντας μια σειρά από κλάδους στις ΗΠΑ και ιδιαίτερα τον αγροτικό, που αποτελεί το βασικό που επιχειρεί να προστατεύσει και να προωθήσει ο Ντόναλντ Τραμπ, ωστόσο μπορεί να επιλέξει απλά να περιμένει…
Στη φαρέτρα των Κινέζων υπάρχουν συμβατικά, αντισυμβατικά και “πυρηνικά” όπλα, με τον Ντόναλντ Τραμπ να επιχειρεί να σπρώξει τον Σι Ζινπίνγκ να επιλέξει την υποτίμηση του γουάν, ώστε να μπορέσει να χαρακτηρίσει την Κίνα “currency manipulator” και να μπορέσει να λάβει σκληρότερα μέτρα, πιέζοντας και τη διεθνή κοινότητα να ακολουθήσει. Ωστόσο, κάτι τέτοιο φαίνεται μάλλον απίθανο, καθώς το Πεκίνο λαμβάνει προσεκτικά σταθμισμένα αποφάσεις, μετά από μακρά περίοδο ωρίμανσης και με γνώση των επιπλοκών και πρόβλεψη των εναλλακτικών σεναρίων.
Το σενάριο της υποτίμησης του νομίσματος, όμως, το κατατάσσει στα πρώτα -υπονοώντας ως πιθανότερο- μέτρα το Bloomberg, επισημαίνοντας ότι ήδη το offshore γιουάν υποτιμήθηκε 5,5% έναντι του δολαρίου του 2018, γεγονός που πυροδότησε την οργή του Τραμπ και σχόλια περί χειραγώγησης. Αυτή την εβδομάδα το κινεζικό νόμισμα έχει υποχωρήσει κατά 1,3%.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο αρθρογράφος του Bloomberg, η επώδυνη εμπειρία της υποτίμησης του γιουάν το 2015, η οποία πυροδότησε μαζικές εκροές κεφαλαίων από τη χώρα, θα μπορούσε να αποθαρρύνει από μία ανάλογη κίνηση. Ενδεχομένως δε οι Κινέζοι να μη θέλουν να προσθέσουν ακόμη ένα γερό χαρτί στα επιχειρήματα των Αμερικανών.
Μια άλλη κίνηση που θα αύξανε την πίεση, στον Τραμπ καθώς θα προκαλούσε προβλήματα στην οικονομία, θα ήταν ο περιορισμός της έκθεσης της Κίνας σε αμερικανικό χρέος. Σήμερα, το Πεκίνο ελέγχει αμερικανικό κρατικό χρέος 1,13 τρισ. δολαρίων. Πέρυσι υπήρξαν αναταράξεις στις αγορές και μόνο στη σκέψη ότι θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο.
Ωστόσο το πρόβλημα είναι ότι η Κίνα δεν έχει πραγματικά καλές επιλογές για να «παρκάρει» τα αποθέματα ξένου συναλλάγματος. Τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα θεωρούνται από τις πιο ασφαλείς, αλλά και ελκυστικές.
Εν τέλει, η ισχυρότερη, ίσως, επιλογή που διαθέτει η οικονομική επιτροπή του Κομουνιστικού Κόμματος της Κίνας, είναι ο περιορισμός των εισαγωγών αμερικανικής σόγιας, καθώς η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος αγοραστής. Το Πεκίνο, έχει ήδη επιβάλλει δασμό 25% στις εισαγωγές της, στο πλαίσιο των αντιποίνων. Πριν από τις αναρτήσεις του Τραμπ που έβαλαν φωτιά στις διαπραγματεύσεις, το αμερικανικό υπουργείο Γεωργίας είχε κάνει λόγο για ορισμένες αγορές «καλής θελήσεως» εκ μέρους των Κινέζων. Αυτές θα μπορούσαν να σταματήσουν απότομα. Οι Αμερικανοί πιέζουν πάντως για ευρύτερη αύξηση των εισαγωγών αμερικανικών αγροτικών προϊόντων στην πολυπληθέστερη αγορά του πλανήτη.
Αυτές είναι οι ορατές και άμεσες επιλογές, ωστόσο το Πεκίνο σπανίως επιλέγει ως κεντρική απάντηση τέτοια μέτρα, αλλά τα εντάσσει σε ευρύτερο πλαίσιο, στο οποίο περιλαμβάνονται στρατηγικές πολύπλευρης πίεσης. Παραδοσιακά οι Κινέζοι εκμεταλλεύονται τον χρόνο ως κεντρικό μοχλό πίεσης και αφήνουν τους αντιπάλους τους να περιμένουν την απάντησή τους, μέχρι αυτή η αναμονή να παράξει νευρικότητα.
Θάνατος σε χίλια κομμάτια
Για την ιστορία πάντως, αξίζει να σημειωθεί ότι ως το χειρότερο βασανιστήριο στην Κίνα έχει επικρατήσει το «Λίν τσι» που σημαίνει «αργός τεμαχισμός» ή «θάνατος σε χίλια κομμάτια». Πολλοί πίστευαν ότι αποτελούσε έναν από τους πολλούς μύθους που συνόδευαν τον κινέζικο πολιτισμό. Ωστόσο, το βασανιστήριο καταγράφηκε σε φιλμ λίγες ημέρες πριν από την οριστική απαγόρευση του. Ο κατάδικος ήταν ο Fou Tchou-Li, ο οποίος είχε δολοφονήσει το αφεντικό του, έναν Μογγόλο πρίγκιπα…