Η Βενεζουέλα ισορροπεί σε λεπτό στρώμα πάγου, οι ΗΠΑ κλιμακώνουν τις εντάσεις με Κίνα και Ιράν, το Ισραήλ επιχειρεί να επιβάλλει νέο πλαίσιο στο Μεσανατολικό, η Τουρκία “βρυχάται” στην Ανατολική Μεσόγειο, ενώ ο Ερντογάν παλεύει για την πολιτική του επιβίωση, τα Βαλκάνια βρίσκονται σε αναβρασμό και η ακροδεξιά απειλεί την επόμενη ημέρα στην Ευρώπη.
Με τόσες εστίες αστάθειας και μόνη σταθερή την επικράτηση του αναθεωρητισμού σε όλα τα επίπεδα, το πολιτικό και γεωπολιτικό ρίσκο αυξάνονται, εμποδίζοντας τις κεντρικές τράπεζες να αυξήσουν τα επιτόκια, ενώ η έντονη μεταβλητότητα στα χρηματιστήρια σπρώχνει το έξυπνο χρήμα στα ασφαλή καταφύγια. Οι συνθήκες αποστραγγίζουν την πραγματική οικονομία από φρέσκο χρήμα, δημιουργώντας αυτό που το ΔΝΤ ονομάζει “συντονισμένη επιβράδυνση και παράλληλα, ευνοείται η αύξηση μόχλευσης. Ο συνδυασμός όλων αυτών με την αβεβαιότητα, που πλέον είναι εγγενής, δημιουργεί δυναμική λαίλαπας.
Η παραγωγή πετρελαίου μειώνεται, καθώς Ιράν, Βενεζουέλα και Λιβύη, για διαφορετικούς λόγους, αδυνατούν να καλύψουν το μερίδιό τους. Η κατάσταση αυτή ευθύνεται, σε μεγάλο βαθμό, για την αύξηση της τιμής του πετρελαίου, εν μέσω προσδοκιών επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας. Παράλληλα, όμως, δημιουργεί και δυναμική αναδιάταξης της πίτας των πετρελαιοπαραγωγών χωρών. Το νέο σκηνικό, αφενός διευκολύνει την είσοδο των ΗΠΑ, που εμφανίζονται επιθετικά ως νέα εξαγωγός χώρα, αλλά δίνει παράλληλα περισσότερο χώρο στη Σαουδική Αραβία και τη Ρωσία. Θέτοντας το Ιράν, εκ των βασικών προμηθευτών της Κίνας, στη γωνία, οι ΗΠΑ στοχεύουν να αποκτήσουν μερίδιο στις εισαγωγές πετρελαίου του Πεκίνου, περιορίζοντας το εμπορικό τους έλλειμμα και δημιουργώντας έναν οικονομικό κρίκο σύνδεσης και μάλιστα στην ιδιαίτερα ευαίσθητη ενεργειακή αλυσίδα.
Οι εξελίξεις στην Τουρκία, είναι εξίσου δυναμικές καθώς ο Ταγίπ Ερντογάν έχει τεθεί σε πρωτοφανή διεθνή απομόνωση με μόνο συνομιλητή τον Βλάντιμιρ Πούτιν, για τον οποίο όμως η κατάσταση που δημιουργείται τείνει να περιορίζει το οριακό κέρδος της συνεργασίας με την Τουρκία, καθιστώντας την εν δυνάμει αναλώσιμη.
Μείζον πρόβλημα για τον Ρώσο πρόεδρο είναι η ανάσχεση των αμερικανικών σχεδιασμών για την αλλαγή του ενεργειακού μείγματος καυσίμου και παρόχων στην Ευρώπη, ενώ αντιστοίχως οι ΗΠΑ πιέζουν για τον περιορισμό της εξάρτησης από το ρωσικό αέριο και πετρέλαιο. Έτσι, η αναδιαμόρφωση των σφαιρών επιρροής στα Βαλκάνια εδράζεται στη δυναμική νέων ενεργειακών ισορροπιών, οι οποίες όμως δεν έχουν ακόμη ξεκαθαρίσει και οι διεργασίες που υλοποιούνται στα παρασκήνια παράγουν -πολλές φορές- σεισμικές δονήσεις που γίνονται αισθητές και στο προσκήνιο.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Βλάντιμιρ Πούτιν ενισχύει την τουρκική αποσταθεροποιητική πρακτική στην Ανατολική Μεσόγειο, θέλοντας να αποτρέψει τη χάραξη και υλοποίηση του East Med, ο οποίος στόχο έχει να τροφοδοτήσει με αέριο από Ισραήλ, Κύπρο και Αίγυπτο, χώρες αμερικανο-ευρωπαϊκής επιρροής, την Νότια και Κεντρική Ευρώπη καθώς και α Δυτικά Βαλκάνια, συμβάλλοντας έτσι καθοριστικά στην εδραίωση του νέου γεωοικονομικού δόγματος των ΗΠΑ.
Η δημιουργία των περιφερειακών δομών συνεργασίας και ασφάλειας, όμως. από χώρες που έχουν ιστορικό αντιπαλότητας με την Τουρκία, δεν έχουν ιδιαίτερους δεσμούς με τη Ρωσία και βρίσκονται στη σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ και έχουν -ακόμα και δυνητική- εξάρτηση από την Ευρώπη, δημιουργεί ένα πλαίσιο που περιορίζει ασφυκτικά τον ρόλο της Ρωσίας, της Τουρκίας και του Ιράν, καθ υπέρβαση γεωπολιτικών τεκμηρίων, όπως η έκταση, η θέση και η ακτογραμμή τους.
Πρόσκειται, δηλαδή για την επιβολή του -επιτυχημένου σε όρους σταθερότητας και ασφάλειας- ευρωπαϊκού μοντέλου συσχετισμών, στην πλέον ασταθή περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου, υπό αμερικανικό μανδύα και έναντι στη ρωσική βούληση.
Ωστόσο, μέχρι η σημερινή κατάσταση να οδηγήσει στο νέο μοντέλο μειωμένων κινδύνων, νέες εστίες έντασης θα ξεπηδούν από παντού, κεντρικές συγκρούσεις θα παράγουν περιφερειακές αντιπαραθέσεις και ο κίνδυνος θερμών επεισοδίων, πολιτικών και κοινωνικών αναταράξεων θα είναι πραγματικός και ορατός. Απέναντι σε αυτό το περιβάλλον, οι αγορές προετοιμάζονται ενεργά, με τους επενδυτές να περιορίζουν την έκθεσή τους, τις κεντρικές τράπεζες να επιχειρούν να καλύψουν μέρος του κενού που δημιουργείται από την απόσυρση ρευστότητας και το έξυπνο χρήμα να αναζητά “καταφύγια”.
Σύμφωνα με τον παγκόσμιο δείκτη γεωπολιτικού ρίσκου (GPR) ο κίνδυνος είναι σε κάμψη, αν και προέρχεται από υψηλά επίπεδα, καθώς οι εντάσεις που παρατηρούνται τώρα είναι συγκριτικά ηπιότερες με αυτές που καταγράφηκαν τον πρώτο καιρό μετά την ανάληψη της προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ. Αντιστοίχως και ο δείκτης ρίσκου της Blackrock δείχνει ύφεση του κινδύνου, ο οποίος παραμένει όμως σε υψηλά επίπεδα.
Σύμφωνα με τη Blackrock στις αγορές επιδρούν πρωτίστως οι παγκόσμιες εμπορικές εντάσεις, ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός NATO-Ρωσίας και η διαμάχη με τη Βόρεια Κορέα. Επίσης, σε αρχική -μη τροποποιημένη βαση- η έρευνα της Blackrock βλέπει ιδιαίτερα ισχυρό αντίκτυπο από τις ευρωπαϊκές τριβές, ο οποίος όμως, εφόσον προσαρμοστεί ως προς τα πλέον ποιοτικά χαρακτηριστικά, δηλαδή την προσοχή και ουσιαστική μεταβλητότητα της αγοράς, υποχωρεί δραματικά.