Στη δίνη ενός ακόμα μετώπου κινδυνεύουν να βυθιστούν τα Βαλκάνια, καθώς η Ρωσική Εκκλησία επιχειρεί να υπονομεύσει ενεργά το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, ενσταλλάζοντας αμφιβολία, ανησυχία και σκεπτικισμό στη Σερβία, δια της προβολής της ουκρανικής κρίσης στις σχέσεις Φαναρίου-Βελιγραδίου, με επίκεντρο την Αρχιεπισκοπή Αχρίδων (εκκλησία της Βόρειας Μακεδονίας).
Έτσι, οι δηλώσεις του Ρώσου Πατριάρχη Κυρίλλου, εκλαμβάνονται ως θρυαλλίδα, στην πυριτιδαποθήκη των Βαλκανίων, καθώς επιχειρούν να ανοίξουν θέμα και να θέσουν σε τροχιά αντιπαράθεσης τη σερβική εκκλησία με το Φανάρι, σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη και τεταμένη περίοδο. Ο τόνος τα μηνύματα, οι αναφορές και τα υπονοούμενα, εντάσσουν -εκ των πραγμάτων- τη εκκλησιαστική κρίση στο πλαίσιο του γεωπολιτικού ανταγωνισμού NATO, ΕΕ με τη Ρωσία, στέλνοντας το μήνυμα ότι το Κρεμλίνο είναι έτοιμο να εμπλέξει τις θρησκευτικά ευερέθιστες κοινωνίες των δυτικών Βαλκανίων στη σύγκρουση για τον έλεγχο της περιοχής.
Μετά το “πολεμικό” αναστάσιμο μήνυμα του Βαρθολομαίου, ακολούθησε εμπρηστική συνέντευξη του Ρώσου πατριάρχη Κυρίλλου, στοχεύοντας στις σχέσεις Φαναρίου-Σερβικής Εκκλησίας και επαναφέροντας το θέμα της αρχιεπισκοπής της Αχρίδας (της εκκλησίας της Β. Μακεδονίας).
Ενώ η Εκκλησία της Ρωσίας έχει ήδη διακόψει κοινωνία με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, η διαμάχη -όπως ήταν αναμενόμενο- διευρύνεται και διαχέεται, καθώς η Μόσχα επιχειρεί να θέσει τις βάσεις και να διαμορφώσει το μέτωπο, για να αμφισβητήσει την εξουσία και αρμοδιότητα του Οικουμενικού Πατριαρχείου να λαμβάνει αποφάσεις χορήγησης αυτοκεφαλίας, όπως έπραξε στην περίπτωση της Εκκλησίας της Ουκρανίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο πατριάρχης Κύριλλος, σε συνέντευξή του στην σερβική εφημερίδα politika, μέρος της οποίας αναμεταδίδει το Sputnik (που χαρακτηρίζεται από την EU Stratcom, όργανο του Κρεμλίνου) διατυπώνει την εκτίμηση πως η περίπτωση της ουκρανικής «αυτοκεφαλίας» θα μπορούσε να επαναληφθεί και στη Βόρεια Μακεδονία.
«Η Βόρεια Μακεδονία και το Μαυροβούνιο είναι τώρα ανεξάρτητα κράτη, πράγμα που σημαίνει ότι τα σύνορα της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας σύμφωνα με τον Τόμο του 1922 μπορούν εύκολα να τεθούν υπό αμφισβήτηση από το Φανάρι, όπως συνέβη με την προαναφερθείσα πράξη του 1686 (για τη μεταφορά της Μητρόπολης του Κιέβου στο δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Μόσχας)»,
δήλωσε ο πατριάρχης Κύριλλος σε συνέντευξή του στη σερβική εφημερίδα Politika.
Σύμφωνα με τον ίδιο, δεν είναι τυχαίο ότι ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, σε πρόσφατη συνέντευξη στα σερβικά μέσα ενημέρωσης, ανέφερε ότι «η ιδιοκτησία της Σερβίας ανήκει σε αυτή κανονιστικά και εκκλησιολογικά».
«Δεν μίλησε σκόπιμα για τη σερβική εκκλησία, αλλά συγκεκριμένα για τη Σερβία ως κράτος, παραπέμποντας στα σύγχρονα σύνορά της»,
δήλωσε ο επικεφαλής της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στη συνέντευξή του, ενώ συνεχίζοντας επιχειρεί να αμφισβητήσει τις αποφάσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου και να υπονομεύσει την αξιοπιστία του Πατριάρχη Βαρθολομαίου, λέγοντας:
“Παρόλο που ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος λέει ότι δεν πρόκειται να αλλάξει τα σύνορα της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, δηλώνει ταυτόχρονα την ικανότητα του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης να παραβλέψει τα σύνορα αυτά εάν λάβει ένα σχετικό αίτημα ή εμφανιστεί κάποια “ανώτατη εκκλησιαστική αναγκαιότητα”».
Στόχος της παρέμβασης αυτής, μιας και στερείται βάσης, λόγω του εκ διαμέτρου αντίθετου σκεπτικού των έως τώρα αποφάσεων για τα συγκεκριμένα ζητήματα, είναι η ευθεία αμφισβήτηση του προσώπου του Πατριάρχη και η καλλιέργεια κλίματος σκεπτικισμού και δυσανεξίας έναντι του πατριαρχείου στη Σερβία. Η στρατηγική αυτή, όμως, δεν είναι μονοδιάστατη αλλά μέρος του ευρύτερου σχεδίου ενίσχυσης της ρωσικής επιρροής στο Βελιγράδι, τη στιγμή που αναλαμβάνονται πρωτοβουλίες για την αναθέρμανση της ευρωπαϊκής προοπτικής.
Συνεπώς, επιχειρείται να δημιουργηθεί η αίσθηση ότι η διατήρηση εκκλησιαστικών δεσμών της Σερβίας με τις όμορες χώρες θα είναι δύσκολη, εφόσον το Βελιγράδι συνεχίσει να επενδύει στη σχέση με τη Μόσχα.
«Καταλαβαίνουν αυτή την “ανώτατη εκκλησιαστική αναγκαιότητα” στο Φανάρι με τον δικό τους τρόπο. Στην περίπτωση της Ουκρανίας, η Κωνσταντινούπολη αποφάσισε να παρέμβει όταν συγκεντρώθηκε ένας ορισμένος αριθμός πολιτικών συγκυριών και όταν ουκρανοί πολιτικοί και σχισματικοί άρχισαν να το αντιμετωπίζουν με συλλογή υπογραφών. Θα αναλάβει κάποιος από τους πολίτες των Βαλκανίων να επιβεβαιώσει ότι αργά ή γρήγορα δεν θα υπάρξει καμία αναφορά στον Φανάρι για αυτοκεφαλία από κάποιον νέο ή ήδη υπάρχοντα πολιτικό ηγέτη;»
είπε ο Ρώσος πατριάρχης.
Η ρητορική αυτή, όμως, έχει ήδη απαντηθεί από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, ο οποίος στο αναστάσιμο μήνυμά του αναφέρει
«Διεψεύσθησαν οι ελπίδες του, οι επίγειοι παράδεισοι που του επηγγέλθησαν απεδείχθησαν μάταιοι και ψευδείς, και ο Χριστός, ο αναστημένος Χριστός, παραμένει το φως του κόσμου, η οδός και η αλήθεια και η ζωή.
Και ο άνθρωπος χρειάζεται την αλήθεια διά να τον ελευθερώσει από τα ψεύδη, από τις σκοπιμότητες, από τα συμφέροντα, από τα fake news.”Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς”».
Ο Κύριλλος, όμως, επιμένει και επιχειρεί να συσχετίσει, αν όχι να αντιστοιχίσει, την αυτοκεφαλία της εκκλησίας της Ουκρανίας (όπου η Ρωσία επενέβη στρατιωτικά και προσάρτησε μονομερώς την Κριμαία), με το αίτημα μετονομασίας της εκκλησίας της Αρχιεπισκοπής Αχρίδων, από “Εκκλησία της Μακεδονίας-Αρχιεπισκοπή Οχρίδων, σε “Αρχιεπισκοπή Αχρίδων”, χωρίς το πρόθεμα “Μακεδονίας”.
Ειδικότερα, ο Κύριλλος αναφέρει ότι, υπάρχει ήδη ένα τέτοιο αίτημα από τον Πρωθυπουργό της Β. Μακεδονίας, Ζόραν Ζάεφ. Εστάλη πέρυσι, σχεδόν ταυτόχρονα με το γνωστό αίτημα για αυτοκεφαλία του Προέδρου της Ουκρανίας Πέτρο Ποροσένκο και έγινε αποδεκτή προς εξέταση από τη Σύνοδο του Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης τον Μάιο. Προφανώς, υπάρχει το σχέδιο να επαναληφθεί η «ουκρανική συνταγή» στα Σκόπια ».
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η Ρωσία θα είχε πολύ πιο αδύναμη διαπραγματευτική θέση και θα ήταν αναγκασμένη να συμπλέει για να αποφύγει νέες απώλειες.
Το Crisis Monitor είχε εγκαίρως επισημάνει τη διάθεση εργαλειοποίησης της εκκλησίας στην αντιπαράθεση της Ρωσίας με τη Δύση, καθώς αποτελεί το μόνο, ουσιαστικά, ισχυρό χαρτί της, μιας και οικονομικά δεν μπορεί να προσφέρει ανταλλάγματα, ενώ σε επίπεδο ασφάλειας απέτυχε στη Συρία, ενώ Τουρκία και Βενεζουέλα, που εντάχθηκαν ενεργά στον άξονα του Κρεμλίνου έχουν παραδοθεί στη δίνη οικονομικών κρίσεων που μετεξελίσσονται σε πολιτικές και κοινωνικές.