Το δίπολο των NPE’s και των επικείμενων δικαστικών αποφάσεων για ζητήματα των Μνημονίων που θα μπορούσαν να ανατρέψουν το δημοσιονομικό σκηνικό, αποτελούν, σύμφωνα με την έκθεση της S&P, τους καταλύτες για την αναβάθμιση του αξιόχρεου της ελληνικής οικονομίας.
Η S&P στην έκθεσή της, που δημοσιεύθηκε χθες, διατήρησε σταθερή την αξιολόγηση της Ελλάδας στο B+, επιμένοντας στις θετικές προοπτικές, τις οποίες συναρτά με τις εξελίξεις στο μέτωπο της μείωση των κόκκινων δανείων και των δικαστικών αποφάσεων για αναδρομικά και περικοπές, κυρίως από τα δύο πρώτα Μνημόνια, καθώς θα μπορούσαν να έχουν ουσιαστικές επιπτώσεις στον προϋπολογισμό και τον δημοσιονομικό σχεδιασμό.
Όσον αφορά την προοπτική, η έκθεση αναφέρει ότι
“θα μπορούσαμε να αυξήσουμε τις εκτιμήσεις μας για την Ελλάδα εντός των επόμενων 12 μηνών αν ενισχυθεί η οικονομική ανάκαμψη”.
ενώ εξηγεί στη συνέχεια:
Αυτό θα μπορούσε να προκύψει από πρόσθετη βεβαιότητα όσον αφορά την κατεύθυνση της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόζει η κυβέρνηση μέσω περαιτέρω οικονομικών μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν το δυναμικό οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδας και ανακουφίζουν τις σημαντικές κοινωνικοοικονομικές προκλήσεις. Ένα άλλο πιθανό αίτημα για αναβάθμιση θα ήταν η σημαντική μείωση των μη αποδοτικών εκθέσεων (ΕΑΠ) στο αποδυναμωμένο τραπεζικό σύστημα της Ελλάδας, καθώς και η κατάργηση όλων των capital controls.
Οι αναλυτές, υπό τον Μάρκο Μίρσνικ, όσον αφορά τις τράπεζες αναφέρουν χαρακτηριστικά,
“Εάν εφαρμοστούν, οι προτάσεις για ταχεία μείωση των ΝΡΕ στον τραπεζικό τομέα θα μπορούσαν να ξεκλειδώσουν την πιστωτική δραστηριότητα και να συμβάλουν στην ταχύτερη αποκατάσταση των επενδύσεων”.
Ωστόσο, επισημαίνουν ότι τον παράγοντα των εκλογών ως εν δυνάμει ανασταλτικό, στην κατεύθυνση αυτή, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι,
“Μια πιο αποφασιστική προσέγγιση για τη μείωση του NPE στον τραπεζικό τομέα μπορεί να δει μικρή περαιτέρω πρόοδο πριν από την εξέλιξη των προκλήσεων των εκλογών. Ωστόσο, αναμένουμε ότι η οικονομική και δημοσιονομική πολιτική της Ελλάδας θα συμμορφωθεί με τις δεσμεύσεις που ανέλαβε κατά το χρόνο τερματισμού του προγράμματος ΕΜΣ”.
Για τις εν εξελίξει δικαστικές υποθέσεις η S&P επισημαίνει ότι
“Ο μετριασμός των δημοσιονομικών κινδύνων που συνδέονται με εκκρεμούσες δικαστικές αποφάσεις σχετικά με τα προηγούμενα μέτρα για τους μισθούς του Δημοσίου και τα συνταξιοδοτικό σύστημα θα μπορούσε επίσης να προκαλέσει αναβάθμιση”.
Η S&P, όπως το ΔΝΤ και οι υπόλοιποι οίκοι αξιολόγησης και οι επενδυτικές τράπεζες, εντοπίζουν το υψηλό απόθεμα κόκκινων δανείων ως τροχοπέδη για την ανάπτυξη, καθώς υποστηρίζουν ότι χωρίς πρόσβαση σε κεφάλαιο κίνησης και χρηματοδοτήσεις οι ελληνικές επιχειρήσεις επωμίζονται σημαντικά ανταγωνιστικά μειονεκτήματα, ενώ δεν είναι σε θέση να εκμεταλλευτούν νέες τεχνολογίες.
Το Crisis Monitor, επισημαίνει ότι η αδυναμία τραπεζικών χρηματοδοτήσεων αλλά και οι όροι που τίθενται πλέον, είναι αποτρεπτικοί για το μεγαλύτερο μέρος των μικρομεσαίων επιχειρηματιών, καθώς δεν συνιστούν διαμοιρασμό ρίσκου, αλλά απριόρι εκχώρηση μελλοντικών κερδών και ενδεχόμενης ρευστότητας.