Αντιμέτωπη με το ερώτημα “πόσο αδύναμο θέλουμε τον Ερντογάν”, βρίσκεται η ελληνική κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα, εν γένει, καθώς ο “ακρωτηριασμός” του Τούρκου προέδρου στις δημοτικές εκλογές, φαίνεται ότι άνοιξε το κουτί της Πανδώρας για τον ίδιο, και μια νέα περίοδο αβεβαιότητας για την περιοχή, ο βαθμός και οι συνέπειες της οποίας θα προσδιοριστούν σε ένα δυναμικά εξελισσόμενο πλαίσιο ισορροπιών, στο οποίο έχουν λόγο όχι -όπως θα περίμεναν πολλοί- οι μεγάλες δυνάμεις, αλλά οι λομπίστες, οι υπηρεσίες πληροφοριών και ο… ίδιος.
Οι πιέσεις στην τουρκική οικονομία, η υποτίμηση της λίρας, ο αποκλεισμός από τα διεθνή φόρα και η λογοκρισία του Τύπου, αποτέλεσαν το μείγμα που αποδυνάμωσε τον Ταγίπ Ερντογάν, τον κατέστησε πιο εξαρτημένο από τους εθνικιστές, αλλοίωσε τη φυσιογνωμία του κόμματός AKP και οδήγησε σε συντριβή στους μεγάλους δήμους της Άγκυρας, της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης, σύμφωνα με την κριτική που άρθρωσε ο άλλοτε στενός του σύμβουλος και πρώην πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου.
Ο συγγραφέας του βιβλίου “στρατηγικό βάθος”, που αποτελεί τη βίβλο της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής για την εδραίωση της Τουρκίας ως περιφερειακής υπερδύναμης, ο οποίος αποσύρθηκε προ τριετίας από την πολιτική σκηνή, στη σκιά της κατάρριψης του ρωσικού μαχητικού, αν και δεν κατηγορήθηκε ποτέ ως συνεργάτης του Φετουλάχ Γκιουλέν, στον οποίο αποδόθηκε η ευθύνη και γι’ αυτό, είχε μείνει σχετικά σιωπηρός και στο παρασκήνιο, για καιρό. Με το πογκρόμ Ερντογάν στις ένοπλες δυνάμεις, το διπλωματικό σώμα, τις δυνάμεις ασφαλείας και τις υπηρεσίες πληροφοριών να προχωρά ανεξέλεγκτα, ουδείς μπορούσε μέχρι τώρα να αντιπαρατεθεί μαζί του χωρίς να φοβάται τις συνέπειες.
Αυτό, όμως, φαίνεται ότι τώρα άλλαξε. Η οικονομική καχεξία και ο πολιτικός “ακρωτηριασμός” του Ταγίπ Ερντογάν, ανοίγουν την πόρτα σε δυνάμεις, όπως αυτές που εκπροσωπεί ο Αχμέτ Νταβούτογλου. Χωρίς αμφιβολία, η γραπτή δήλωση-κριτική του πρώην υπουργού Εξωτερικών και πρωθυπουργού της Τουρκίας, δεν είναι τυχαία, ούτε πολιτικά, ούτε χρονικά, αντιθέτως επισφραγίζει κατά τρόπο ηχηρό την αποδυνάμωση του Τούρκου προέδρου και ανοίγει τις διεργασίες για την επόμενη ημέρα στο κόμμα.
Αν και όλα αυτά φαίνεται να επηρεάζουν θετικά το εσωτερικό πολιτικό σκηνικό στην Τουρκία, βοηθώντας στην ανάκτηση της ελπίδας για την επιστροφή σε πιο δημοκρατικές παραδόσεις και αξίες, την εξομάλυνση των σχέσεων με τις ΗΠΑ και την ΕΕ και αναθερμαίνουν την προοπτική της οικονομικής σταθεροποίησής της, την ίδια στιγμή μπορεί να αποδειχθούν εν δυνάμει ζημιογόνα γα τη στρατηγική αναβάθμισης της γεωπολιτικής και γεωοικονομικής θέσης της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων.
Η επανεμφάνιση του Αχμέτ Νταβούτογλου, όμως, εκπέμπει μηνύματα στις ΗΠΑ, την ΕΕ, ακόμα και στο Ισραήλ, ενώ πλέον κάθε κίνησή του θα καταγράφεται και οι θέσεις του θα τυγχάνουν συζήτησης. Ο τρόπος με τον οποίο θα τοποθετήσει εαυτόν στο πολιτικό σκηνικό ο πρώην πρωθυπουργός της Τουρκίας, η υποδοχή που θα του επιφυλάξει ο Ταγίπ Ερντογάν και οι δίαυλοι επικοινωνίας που θα ανοίξουν, θα επηρεάσουν αισθητά και τις δρομολογηθείσεες εξελίξεις στην προώθηση του γεωοικονομικού δόγματος των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο, τα Βαλκάνια και την αντιμετώπιση της ενίσχυσης της ρωσικής παρουσίας στη Μαύρη Θάλασσα.
Όσο οξύμωρο κι αν φαντάζει, η νευρικότητα του Ταγίπ Ερντογάν, η αντιπαλότητα με τις ΗΠΑ και η προσέγγισή του με τη Ρωσία εξυπηρετούν σε μεγάλο βαθμό τη στρατηγική αναβάθμισης του γεωπολιτικού ρόλου της Ελλάδας στην περιοχή.
Αν ο Ταγίπ Ερντογάν αισθανθεί απειλούμενος και περιορίσει τη φωνή του Νταβούτογλου, τότε αυτός θα γίνει ο de facto συνομιλητής του διεθνούς παράγοντα και μέσα στο AKP, αναδεικνύοντάς τον ως δελφίνο και δημιουργώντας μια νέα δυναμική, η οποία ωστόσο, θα οδηγήσει, προοδευτικά, στην περαιτέρω αποδυνάμωση του Τούρκου προέδρου. Από την άλλη πλευρά, αν ο Ερντογάν, μπορέσει να δημιουργήσει χώρο και τις ισορροπίες που θα επιτρέψουν την αποκατάσταση του Νταβούτογλου μέσα στις υπάρχουσες δομές, τότε εκτιμάται ότι μπορεί σπάσει το διεθνή αποκλεισμό και να ανοίξει νέους διαύλους επικοινωνίας.
Το πρώτο σενάριο, είναι σε αυτή τη φάση ιδιαίτερα ευνοϊκό για τα ελληνικά συμφέροντα, καθώς η ενασχόληση του Ταγίπ Ερντογάν με το εσωτερικό σκηνικό, τα ξεσπάσματα στο Αιγαίο και η συγκρουσιακή του στάση απέναντι στις ΗΠΑ, την ΕΕ και το Ισραήλ, θα συμβάλλουν στην επιτάχυνση της υλοποίησης των σχεδιασμών σε όλα τα επίπεδα, εμπεδώνοντας την αναβάθμιση του ρόλου της Ελλάδας στην περιοχή. Σε διαφορετική περίπτωση, αν βρεθεί το modus vivendi με Ερντογάν-Νταβούτογλου, τότε θα ανοίξει η διαδικασία αποκατάστασης του modus operandi με τις ΗΠΑ στην περιοχή, εξέλιξη που αποτελεί εν δυνάμει απειλή για τα συμφέροντα της Ελλάδας.
Ωστόσο, όλα αυτά αποτελούν σενάρια, τα οποία έχουν ακόμα πολλές εκδοχές και αποχρώσεις, οι οποίες εξυφαίνονται από κέντρα και παράκεντρα εξουσίας στα οποία η παρέμβαση του ελληνικού παράγοντα είναι περιορισμένη, ενέχοντας ένα εγγενές ρίσκο υλοποίησης για τα συμφωνηθέντα. Ο βαθμός αδυναμίας του Ταγίπ Ερντογάν και η κατάσταση της τουρκικής οικονομίας είναι οι δύο παράγοντες που θα καθορίσουν τις εξελίξεις στο εσωτερικό της Τουρκίας, ενώ θα παίξουν ρόλο, ετεροκαθορίζοντας, σε κάποιο βαθμό, την πολιτική ΗΠΑ και ΕΕ στην περιοχή.