Να αναδείξουν την ελληνική αγορά κόκκινων δανείων σε πόλο έλξης προβάλλοντας την προοπτική που δημιουργείται από το υψηλό αδιάθετο, τις υψηλές αποδόσεις όσων έχουν πουληθεί, το νέο νομικό πλαίσιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας και τις “ευνοϊκές” για τις τράπεζες αποφάσεις των δικαστηρίων, επιχειρούν τα ελληνικά media, αναπαράγοντας σειρά στοιχείων και δηλώσεων που συμπίπτουν χρονικά, αποφεύγοντας όμως τη νοηματική τους συσχέτιση.
Τις τελευταίες εβδομάδες τα media κατακλύζονται από αναφορές στη συμφωνία κυβέρνησης-θεσμών για το διάδοχο καθεστώς του νόμου “Κατσέλη”, το νέο πλαίσιο για τους πλειστηριασμούς, τις ευνοϊκές για τις τράπεζες αποφάσεις της Δικαιοσύνης για συγκεκριμένες κατηγορίες δανείων, όπως η πιο πρόσφατη για τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο, ενώ παράλληλα με άλλα δημοσιεύματα προοθούνται οι νέες ρυθμίσεις που προσφέρουν οι τράπεζες, επ αφορμής των θεσμικών και δικαστικών εξελίξεων.
Στη συνέχεια έρχονται οι δηλώσεις του προέδρου της Ένωσης Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, Τάσου Πανούση, ο οποίος εστιάζει στο μέγεθος της ελληνικής αγοράς κόκκινων δανείων και ιδιαίτερα στο αδιάθετο υπόλοιπο. Ειδικότερα, ο κ. Πανούσης, σε συνάντηση που είχε με τους δημοσιογράφους προσδιόρισε την αγορά στα 100 δισ., εκ των οποίων μόλις τα 20 δισ. έχουν πωληθεί σε εταιρίες διαχείρισης, ενώ τα υπόλοιπα 80 δισ. παραμένουν στους ισολογισμούς των τραπεζών.
Όπως επισημάνε ο κ. Πανούσης, ο μεγάλος όγκος σημαίνει μεγάλες ευκαιρίες, ενώ συμπληρώνοντας έκανε αναφορά στο νομικό καθεστώς και την εποπτεία των 17 εταιριών Διαχείρισης Δανείων, οι οποίες όπως επισήμανε αδειοδοτήθηκαν και εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος.
Οι αναφορές και τα δημοσιεύματα αυτά, αν και φαινομενικά ασύνδετα, παρουσιάζουν μερικά ιδιαίτερα ενδιαφέροντα κοινά χαρακτηριστικά, με βασικό την απουσία αρνητικής φόρτισης, ακόμα και από τα αντιπολιτευόμενα media, που παραδοασιακά προσεγγίζουν το θέμα ευκαιριακά, αναδεικνύοντας τις κοινωνικές επιπλοκές. Επίσης, τα δημοσιεύματα εστιάζουν σχεδόν μονόπλευρα στα θετικά του θέματος, για τις τράπεζες, ακολουθώντας προσέγγιση που απεξαρτά τα κόκκινα δάνεια από τους λήπτες τους και τη διαχείριση από τους ενδεχόμενους κινδύνους που γεννά για την κοινωνική συνοχή.
Δεν είναι τυχαίο, ότι στις δηλώσεις του κ. Πανούση, που μεταδίδει το ΑΠΕ, αναφερόμενος στα «κόκκινα» στεγαστικά σημείωσε, πως οι εταιρίες δεν έχουν καμιά απολύτως πρόθεση, ούτε είναι αυτοσκοπός να προχωρήσουν σε πλειστηριασμούς ακινήτων και να «πάρουν» τα σπίτια του κόσμου. Αντίθετα, όπως είπε, σε απόλυτη συνεννόηση μαζί τους έχουν ως στόχο την εξεύρεση λύσης προς όφελος όλων.
Οι διατυπώσεις αυτές και η ανάδειξή τους μέσα από το κρατικό ΑΠΕ, που επιτυγχάνει τη μεγαλύτερη διάχυση της πληροφορίας, δεδομένου ότι αποτελεί την πλατφόρμα προσφοράς ειδήσεων, είναι προφανές ότι εντάσσονται σε ευρύτερο πλαίσιο επικοινωνιακής αναδόμησης της διαδικασίας διαχείρισης των κόκκινων δανείων και “απενοχοποίησης” των εταιριών που εμπλέκονται σε αυτή τη διαδιασία, ξεκινώντας από τις τράπεζες, περνώντας στις εταιρίες διαχείρισης και καταλήγοντας στα funds. Παράλληλα, οι αναφορές στο καθεστώς των πλειστηριασμών -που ψηφίστηκε, μαζί με το νέο καθεστώς προστασίας της πρώτης κατοικίας, με ευρεία πλειοψηφία- με καθυσηχαστικούς όρους, αποτελεί επίσης ηχυρό μήνυμα, που δεν μπορεί να μη συσχετιστεί με την ευρύτερη προσπάθεια.
Ο πρόεδρος των εταιριών διαχείρισης δανείων, επισημαίνει, επίσης ότι, συναινετικές διαδικασίες θα ακολουθηθούν και στα επιχειρηματικά και καταναλωτικά δάνεια, ενώ επισήμανε ότι προβλήματα θα έχουν μόνον οι στρατηγικοί κακοπληρωτές, αποφεύγοντας ωστόσο να προσδιορίσει τα χαρακτηριστικά ένταξης σε αυτή την κατηγορία, τα οποία διευρύνθηκαν. Καταλήγοντας, δεν, ο κ. Πανούσης υποστήριξε ότι, σε όσους έχουν πραγματικά αδυναμία πληρωμής, θα προταθούν μία σειρά καινοτόμων και βιώσιμων λύσεων.
Παράλληλα, με την ανάπτυξη της αγοράς αυτής των διαχειριστών έχει αναπτυχθεί επιπρόσθετα και ένας κλάδος υποστηρικτικών υπηρεσιών πχ. συμβούλων, νομικών υπηρεσιών, εισπρακτικών εταιριών, λογιστών, ειδικών στα φορολογικά θέματα, εκτιμητών ακινήτων, real estate, μηχανικών κτλ. που υποστηρίζει τις εργασίες των διαχειριστών, γεγονός που σημαίνει ότι συνολικά η αγορά διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων θα απορροφήσει σημαντικό αριθμό εργαζομένων.
Όπως ανέφερε ο κ. Πανούσης, η λειτουργία των Εταιριών Διαχείρισης Δανείων επιδιώκει να δράσει εξυγιαντικά στην αγορά και στην οικονομία, δεδομένου ότι ο βασικός σκοπός τους είναι να ξεκαθαρίσει την αγορά και να επιτρέψει στις εταιρείες που είναι βιώσιμες να εξυγιανθούν και να συνεχίσουν την υγιή λειτουργία τους και παράλληλα να εντοπισθούν όσες εταιρείες πρέπει να οδηγηθούν σε εκκαθάριση.
Επιπλέον, μέσα από τις βιώσιμες λύσεις που θα προσφέρει στους δανειολήπτες πολλά δάνεια που βρίσκονται σήμερα σε καθυστέρηση θα μετατραπούν σε ενήμερα, προς όφελος τόσο της ίδιας της επιχείρησης, των εργαζομένων της και των προοπτικών της, όσο και του τραπεζικού συστήματος.
Σημειώνεται ότι στο πλαίσιο της διαχείρισης, μέσα από τις αλλαγές του ιδιοκτησιακού καθεστώτος ακινήτων που αντικειμενικά θα προκύψουν, θα ακολουθήσουν επιπλέον επενδύσεις επισκευών/αναβάθμισης των ακινήτων, που θα ωφελήσουν στο σύνολό τους την ελληνική οικονομία.
Η ελαστικότητα του… κακού
Μέχρι τώρα οι δανειολήπτες και οι δικηγόροι τους έδειχναν προτίμηση στις τράπεζες έναντι των εισπρακτικών εταιριών, υπό την πεποίθηση της ασφάλειας και της δυνητικά καλύτερης και πιο αξιόπιστης πρότασης. Ωστόσο, τώρα επιχειρείται η επαναδιατύπωση της συνθήκης αυτής, με δημοσιεύματα που επικαλούνται “επιτελικά στελέχη” των εταιριών διαχείρισης, τα οποία φέρονται να δηλώνουν ότι οι τράπεζες διέπονται από ένα πολύ δεσμευτικό κανονιστικό πλαίσιο εποπτείας, υπονοώντας ότι οι εταιρίες διαχείρισης απολαμβάνουν μεγαλύτερης ευελιξίας, εντύπωση που δεν ισχύει ακέραια, αλλά μπορεί να συμβαίνει, καθώς κάθε συναλλαγή είναι ad hoc.