Η Ελλάδα εντάσσεται στην κινεζική πρωτοβουλία 16+1, το Spiegel και η Handelsblat δημοσιεύουν διθυραμβικά άρθρα για την οικονομία, η αμερικανική γερουσία περνάει νομοσχέδιο που αναβαθμίζει τη γεωστρατηγική και γεωοικονομική της θέση, υποβαθμίζοντας ταυτόχρονα την Τουρκία. ενώ το sputnik τη φιλοξενεί άρθρο που τη χαρακτηρίζει “αναλώσιμο στρατιώτη”.
Η αναδιάταξη δυνάμεων που προκαλεί και η αντικατάσταση της γεωπολιτικής από τη γεωοικονομία, στην οποία σπρώχνουν ΗΠΑ, Κίνα και Γερμανία, δημιουργεί αναπόφευκτα ένα νέο πολιτικό σκηνικό και εντός χωρών, όπως η Ελλάδα, που είτε επέλεξαν να τοποθετηθούν και να παίξουν ενεργό ρόλο, είτε βρέθηκαν στο ρου των εξελίξεων. Οι εξελίξεις σε Ελλάδα και Τουρκία έχουν εντελώς αντίθετη δυναμική, καταδεικνύοντας ακριβώς την επιρροή των διεθνών ισορροπιών στην εσωτερική οικονομική και κατ επέκταση πολιτική πραγματικότητα.
Η ανεργία μειώνεται, το κοινωνικό κράτος επεκτείνεται και το ελληνικό Δημόσιο επαναπροσλαμβάνει, χωρίς οι θεσμοί να αντιστέκονται. Οι μάχες κατά της κυβερνητικής πολιτικής περιορίζονται σε επίπεδο αποσπασματικών δηλώσεων ξένων αξιωματούχων και στα ελληνικά media, καθώς ούτε η λαϊκιστική bild δεν επιτίθεται στην Αθήνα, παρά μόνο για το… προσφυγικό. Το κλίμα από τις Συνόδους Κορυφής, τα Eurogroup και τα διεθνικά φόρα είναι θετικό. Αν σε αυτά προστεθούν οι αναβαθμίσεις από τους οίκους αξιολόγησης, με μόνιμη επωδό τις καλές σχέσεις Αθήνας-πιστωτών, οι θετικές εκθέσεις από τους επενδυτικούς οίκους και η επανάκαμψη στα επενδυτικά ραντάρ, τότε σκιαγραφείται ένα ιδιαιτέρως υποστηρικτικό, για την Ελλάδα και την κυβέρνηση Τσίπρα, διεθνές σκηνικό.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, τα ελληνικά ομόλογα υποχωρούν σε ιστορικά χαμηλά, το χρηματιστήριο ενισχύεται, το ΔΝΤ οδεύει στην έξοδο και αγωγοί επαναπροσδιορίζουν την έκταση αλλά και το γεωπολιτικό αποτύπωμα της Ελλάδας σε Βαλκάνια και Ανατολική Μεσόγειο. Το δόγμα “ανήκωμεν εις τη Δύση” δεν απέδωσε τόσα βραχυπρόθεσμα οφέλη, ούτε τον καιρό του σχεδίου Μάρσαλ, όταν δηλαδή οι ΗΠΑ επένδυσαν πακτωλό κεφαλαίων στην Ελλάδα στο πλαίσιο του επανακαθορισμού των σφαιρών επιρροής, μετά το πέρας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Η Ελλάδα, μετά από μια 10ετή κρίση βρέθηκε, τηρουμένων των αναλογιών- σε κατάσταση αντίστοιχη με αυτή που ήταν μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, όμως τότε ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός ΗΠΑ-Ρωσίας μεταφράστηκε πολιτικά σε διχασμό στο εσωτερικό και οδήγησε σε εμφύλιο.
Τούτων δοθέντων, οι αποδώσεις των 10ετών ομολόγων της Ελλάδας υποχωρούν στο 3,29%, θεσμοί και ΔΝΤ συμφωνούν για την αποπληρωμή των ελληνικών δανείων, εγκρίνουν -με γκρίνια, μόνο- δόσεις, κόκκινα δάνεια και ρυθμίσεις οφειλών, υπαναχωρώντας σε κάθε μεγάλη αναμέτρηση, με την ελληνική κυβέρνηση. Παράλληλα, η χώρα εντάσσεται στην πρωτοβουλία 16+1 της Κίνας, για την οποία Βρυξέλλες, Βερολίνο και Ουάσιγκτον έχουν εκφράσει προβληματισμούς, την ίδια στιγμή που η ΕΕ υψώνει τείχη στο Πεκίνο, χωρίς να “ανοίξει ρουθούνι”.
Πολιτικό κλίμα, media και νέες ισορροπίες
Αναμφισβήτητα το κλίμα για την Ελλάδα έχει αλλάξει. Πολλοί υποστηρίζουν πως η Συμφωνία των Πρεσπών ήταν καταλύτης για τη μεταστροφή αυτή των ξένων έναντι της ελληνικής κυβέρνησης. Ωστόσο, ενδεχομένως οι αριστερές ρίζες της κυβέρνησης Τσίπρα, οι σχέσεις με τα κινήματα, οι κοινωνικοί μηχανισμοί και η δυνατότητα ελέγχου του συστήματος και διαμόρφωσης νέου πολιτικού οικοσυστήματος να αποτελούν ισχυρότερο ατού για τη μέχρι πρότινος χαρακτηριζόμενο “λαϊκίστικη” κυβέρνηση.
Η άνοδος της ευρωφοβικής ακροδεξιάς στην Ιταλία, την Ουγγαρία, οι εξελίξεις στην Πολωνία, τη Ρουμανία και τη Γαλλία είναι ενδεικτικές του κλίματος που έχει δημιουργηθεί στην Ευρώπη, Η ευκολία με την οποία μεγάλες κοινωνικές ομάδες μετακινήθηκαν στις από το κέντρο και τις μεγάλες παρατάξεις, στις παρυφές ή ακόμα και εκτός του πολιτικού συστήματος είναι ενδεικτική της δυναμικής που μπορεί να προσλάβουν καταστάσεις, όταν αγνοούνται.
Ενώ λοιπόν ο Αλέξης Τσίπρας και η ερμαφρόδιτη κυβέρνηση αριστεράς-ακροδεξιάς, χρεώνονται σημαντικό μέρος της κρίσης, όπως οι προκάτοχοί τους, εν τούτοις βρίσκονται δημοσκοπικά και κοινωνικά σε καλύτερη κατάσταση. Όντας στο επίκεντρο κριτικής από τα media και τη συστημική-δεξιά αντιπολίτευση, που επιχειρεί να επανέλθει στην εξουσία, ως ο μόνος παραδοσιακός πολιτικός φορέας, που έμεινε όρθιος, στην πραγματικότητα, ο Αλέξης Τσίπρας αποδεικνύεται εξαιρετικά ανθεκτικός, καθώς φαίνεται ότι οι -πράγματι -παράξενες συμμαχίες που οικοδομήθηκαν στο πλαίσιο του δόγματος της “πολυδιάστατης” εξωτερικής πολιτικής, φαίνεται ότι διαμορφώνουν πλέγμα προστασίας και στήριξης, ενός ιδιαίτερα αμφιλεγόμενου ηγέτη και μιας αμφισβητούμενης πολιτικής.
Η προσέγγιση με τον Τραμπ και η αναβάθμιση της διμερούς σχέσης Ελλάδας-ΗΠΑ, ακόμα και εις βάρος της Τουρκίας, τη στιγμή που η ΕΕ βρίσκεται σε ανοιχτή κόντρα με τις ΗΠΑ, αποτελεί ενδεχομένως κορυφαία στιγμή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Αντιστοίχως, η διατήρηση της ισορροπίας του τρόμου με τη Ρωσία και η επίτευξη μιας έστω προβληματικής, αλλά οικονομικά αποδοτικής, συνεργασίας με την Κίνα στα logistics και την ενέργεια, δεν μπορεί να αγνοηθεί.
Την ίδια στιγμή οι ισορροπίες στον Τύπο, εντός Ελλάδας, αν και επαναπροσδιορίστηκαν δεν αύξησαν την επιρροή ούτε του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε του Μαξίμου, η οποία ασκείται κυρίως μέσω παραρταξιακών media και με ad hoc συμμαχίες. Αντιθέτως, τα μεγαλύτερα ηλεκτρονικά και τηλεοπτικά media παραμένουν φίλα προσκείμενα στην αντιπολίτευση, περιορίζοντας τον πολιτικό και χρόνο για την κυβέρνηση.
Η αντοχή που επιδεικνύουν ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πρωτόγνωρη όμως, καθώς -αν και από εκ διαμέτρου αντίθετες αφετηρίες- κάτι ακόμα πιο εντυπωσιακό πέτυχε στο Ισραήλ ο Μπενιαμίν Νεατανιάχου, αφού επανεξελέγη πρωθυπουργός, παρά τις εις βάρος του ποινικές διώξεις για διαφθορά, αν και αποδυναμώθηκε στις εκλογές.