Νέο ψήφισμα-μήνυμα προς την Τουρκία υιοθέτησε το Ευρωπϊκό Κοινοβούλιο, καλώντας Κομισιόν και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να τερματίσουν τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Άγκυρα, λόγω της στρατηγικής υπαναχώρησης σε πλείστα μείζονα και μη ζητήματα που περιλαμβάνονται στα κριτήρια.
Ωστόσο, παρά το ηχηρό ψήφισα που υποστηρίχθηκε από 370 ευρωβουλευτές, απορρίφθηκε από 109 και στην ψήφιση του οποίου απείχαν 104, η Κομισιόν και το Συμβούλιο δεν έχουν καμία υποχρέωση να δράσουν σύμφωνα με αυτό, καθώς δεν έχει νομική ισχύ, αλλά είναι συμβουλευτικό και ενδεικτικό του κλίματος που επικρατεί. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι στο πρόσφατο παρελθόν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υιοθέτησε και άλλο αντίστοιχο ψήφισμα, το οποίο ομοίως δεν εφαρμόστηκε από τα όργανα της ΕΕ.
Συνεπώς, οι διαδικασίες στο Ευρωκοινοβούλιο παίζουν βέβαια ένα ρόλο στην εξωτερική πολιτική της ΕΕ, δεν είναι όμως δεσμευτικές ούτε προς την Κομισιόν, ούτε προς τους αρχηγούς κρατών. Εν τούτοις, λόγω της αίσθησης που προκαλούν και της πολιτικοκοινωνικής ζύμωσης της οποίας αποτελούν έκφραση, χρησιμοποιούνται ως μοχλός πίεσης στις διαπραγματεύσεις.
Πολιτικά, με το χρόνο για τις ευρωεκλογές να κυλάει αντίστροφα οι Ευρωπαίοι αναζητούν δράσεις, κινήσεις και αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες θέλοντας να δείξουν ότι παράγουν έργο και αντιμετωπίζουν με παρρησία προβλήματα. Υπ’ αυτό το πρίσμα, η Τουρκία είναι ένας αρκετά “βολικός” εχθρός, καθώς αφενός δεν έχει κάνει κινήσεις προσέγγισης επαρκείς και αφετέρου είναι μια μουσουλμανική χώρα που αποκλίνει από το κοσμικό κράτος και ρέπει στην απολυταρχία.
Διπλωματικά και γεωστρατηγικά, όμως, η Τουρκία αποτελεί τη ζώνη ασφαλείας των Ευρωπαϊκών χωρών, καθώς συντηρεί στο έδαφός της 4 και πλεον εκατομμύρια πρόσφυγες, προστατεύοντας την Ευρώπη, ενώ αποτελεί το ιδανικό προγεφύρωμα για τη Μέση Ανατολή και ταυτόχρονα είναι το δεύτερο σε στρατιωτική ισχύ μέλος του NATO.
Τούτων δοθέντων, αμφότερες πλευρές γνωρίζουν τα όρια της επιδείνωσης των σχέσεών τους, αλλά δυσκολεύονται να διερευνήσουν τις δυνατότητες προσέγγισης, καθώς υπάρχει, πλέον, αμοιβαία δυσπιστία. Έτσι οι σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας περιορίζονται, για την ώρα, στη διαχείριση του προσφυγικού, για το οποίο οι Βρυξέλλες ενισχύουν οικονομικά με 3,5 δισ. ετησίως την Τουρκία.
Οικονομικά, όμως, η Άγκυρα ζητά περαιτέρω ανταλλάγματα, καθώς επιδιώκει να διαμορφώσει συνθήκες εξόδου από την κρίση. Σε αυτό το πλαίσιο ο Ταγίπ Ερντογάν εντάσσει πρώτα την επαναδιαπραγμάτευση της τελωνειακής ένωσης και εν συνεχεία τα ενεργειακά της Ανατολικής Μεσογείου, το φυσικό αέριο και το Κυπριακό.
Το ψήφισμα, όμως, που υιοθέτησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μπορεί να μην εξαναγκάζει Κομισιόν και Συμβούλιο να ευθυγραμμιστούν και να αναλάβουν δράση, αλλά αποτελεί ωστόσο ανάχωμα έναντι πρωτοβουλιών για επαναπροσέγγιση, αν πρώτα η Τουρκία δεν αλλάξει στάση.
Με το χρόνο για τις εκλογές να μετράει αντίστροφα, τα ανοιχτά μέτωπα πολλά, η διερεύνηση προοπτικών προσέγγισης φαίνεται εξαιρετικά δύσκολη έως και απίθανη.
Το ψήφισμα
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξακολουθεί να ανησυχεί σοβαρά για την ανεπάρκεια της Τουρκίας όσον αφορά την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του κράτους δικαίου, της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης και της καταπολέμησης της διαφθοράς, καθώς και του «παντοδύναμου» προεδρικού της συστήματος.
Οι ευρωβουλευτές χαιρετίζουν την απόφαση της Τουρκίας, την περασμένη χρονιά, να άρει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης που εισήχθη μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος το 2016, ωστόσο, λυπάται που πολλές από τις εξουσίες που παραχωρήθηκαν στον Πρόεδρο και το εκτελεστικό όργανο μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, παραμένουν σε ισχύ και συνεχίζουν να περιορίζουν την ελευθερία και τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα στη χώρα. Οι ευρωβουλευτές εκφράζουν μεγάλη ανησυχία για τη συρρίκνωση του χώρου της κοινωνίας των πολιτών στη χώρα, καθώς πολλοί ακτιβιστές, δημοσιογράφοι και υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων βρίσκονται σήμερα στη φυλακή.
Λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και το νέο τουρκικό σύνταγμα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνιστά να ανασταλούν επίσημα οι τρέχουσες ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Τουρκία.
Παρά τη σοβαρή κατάσταση, οι ευρωβουλευτές τονίζουν πως στηρίζουν τους Τούρκους πολίτες και διατηρούν ανοικτό τον πολιτικό και δημοκρατικό διάλογο. Τα κονδύλια της ΕΕ πρέπει να διατεθούν – όχι μέσω της Άγκυρας, αλλά της τουρκικής κοινωνίας των πολιτών – με στόχο τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, φοιτητές και δημοσιογράφους για την προώθηση και προστασία δημοκρατικών αξιών και αρχών.