Σκάνδαλο που υπονομεύει το status κορυφαίων αμερικανικών πανεπιστημίων, καθώς καταρρέει ο μύθος της αδιαβλητότητας των διαδικασιών και τίθεται πλέον στο μικροσκόπιο ολόκληρη η επενδυτική κοινότητα, καθώς φαίνεται ότι η διαφθορά ξεκινάει πριν ακόμα το πτυχίο, για πολλούς.
Ήδη οι αρχές στις ΗΠΑ έχουν πραγματοποιήσει δεκάδες συλλήψεις μετά από στοιχεία που κατέδειξαν ότι οι εξετάσεις εισαγωγής σε παγκοσμίου φήμης πανεπιστήμια, όπως Γέηλ, Στάνφορντ και Τζορτζτάουν ήταν διάτρητες και χειραγωγούμενες. Από το κατηγορητήριο που κάνει λόγο για μια πλεκτάνη ύψους 25 εκατομμυρίων δολαρίων, προκύπτει ότι δεκάδες υπάλληλοι των πανεπιστημίων συμμετείχαν σε οργάνωση με στόχο την επί πληρωμή εισαγωγή γόνων πλουσίων και επιφανών οικογενειών στα πανεπιστήμια αυτά.
Το σκάνδαλο αν και φαίνεται μια απομονωμένη υπόθεση που αφορά μόνο τις ΗΠΑ, εν τούτοις δεν είναι, καθώς το 2011, με αφορμή τον εμφύλιο στη Λιβύη, είχε αποδειχθεί ότι και το London School of Economics είχε δεχθεί χορηγία από το καθεστώς Καντάφι, ενώ επιτροπή, τότε, έκρινε ότι το πτυχίου του γιου του δικτάτορα δεν έπρεπε να είχε αποδοθεί.
Στις ΗΠΑ. τώρα, ο βασικός κατηγορούμενος φέρεται να είναι ο Ουίλιαμ «Ρικ» Σίνγκερ, 58 ετών, επικεφαλής της κομπίνας μέσω του δικτύου του Edge College & Career Network, το οποίο εξυπηρετεί έναν κατάλογο πελατών που περιλαμβάνει διευθύνοντες συμβούλους μεγάλων εταιρειών και ηθοποιούς. Ο Σίνγκερ αντιμετωπίζει καταγγελίες που περιλαμβάνουν απάτη, ξέπλυμα χρημάτων και παρεμπόδιση της δικαιοσύνης και αναμένεται να αποδεχθεί την ενοχή του. Παράλληλα, έχουν απαγγελθεί κατηγορίες σε βάρος τουλάχιστον 33 γονέων, ανάμεσα στους οποίους οι ηθοποιοί του Χόλιγουντ Φελίσιτι Χάφμαν και Λόρι Λάφλιν, καθώς και σε 12 προπονητές και συνεργάτες της επιχείρησης του Σίνγκερ.
Η επιχείρηση του Σίνγκερ κανόνιζε ώστε τις εισαγωγικές εξετάσεις στα πανεπιστήμια να τις δίνουν άλλοι στη θέση των παιδιών των πελατών της και σε μερικές περιπτώσεις φρόντιζε οι υποψήφιοι για εισαγωγή να καταγραφούν ως επιλεγμένοι αθλητές, παρόλο που δεν είχαν καμιά αθλητική ικανότητα.
Τούτων δοθέντων, ανακύπτουν εύλογα ερωτηματικά όχι μόνο για τη διαβλητότητα των διαδικασιών εισαγωγής αλλά και αποφοίτησης από τα πανεπιστήμια αυτά, ενώ ανοίγει η συζήτηση για τη διάβρωση της ιδιωτικής εκπαίδευσης και τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει.